Η Ιρίνα Μπαζίλι έπιασε δουλειά στο Σπίτι του Κορυδαλλού, στα περίχωρα του Μπέρκλεϊ, το 2010, έχοντας κλείσει τα είκοσι τρία της χρόνια και διατηρώντας ελάχιστες ψευδαισθήσεις, αφού από τα δεκαπέντε της άλλαζε τη μια δουλειά μετά την άλλη, μετακινούμενη από πόλη σε πόλη. Δε φανταζόταν πως θα έβρισκε την τέλεια θέση εργασίας σ' εκείνη την πανσιόν για ηλικιωμένους κι ότι τα τρία χρόνια που θ' ακολουθούσαν θα έφτανε να νιώσει και πάλι τόσο ευτυχισμένη όσο υπήρξε όταν ήταν παιδί, πριν πάρει η μοίρα της αλλιώτικες στροφές. Το Σπίτι του Κορυδαλλού, που είχε ιδρυθεί στα μέσα του 1900 προκειμένου να φιλοξενήσει αξιοπρεπώς γέροντες με χαμηλά εισοδήματα, προσέλκυσε εξαρχής, για άγνωστους λόγους, προοδευτικούς διανοούμενους, αποφασισμένους οπαδούς του εσωτερισμού και καλλιτέχνες μικρού βεληνεκούς. Με τον καιρό άλλαξε από πολλές απόψεις, αλλά εξακολουθούσε να χρεώνει ποσά αντίστοιχα με τα έσοδα κάθε τροφίμου, με σκοπό να ενθαρρύνει, θεωρητικά, κάποια κοινωνική και φυλετική πολυμορφία. Στην πράξη, όμως, όλοι κατέληξαν να είναι λευκοί μικροαστοί και η ποικιλομορφία περιορίστηκε σε λεπτές διαφορές μεταξύ εκείνων που ήταν ελεύθεροι στοχαστές, των άλλων που αναζητούσαν λύσεις σε πνευματικό επίπεδο, των κοινωνικών ακτιβιστών και των οικολόγων, των μηδενιστών και κάποιων από τους λίγους χίπηδες που παρέμεναν εν ζωή στην περιοχή του Κόλπου του Σαν Φρανσίσκο.
Στην πρώτη συνέντευξη, ο διευθυντής αυτής της κοινότητας, ο Χανς Βόιτ, έδωσε στην Ιρίνα να καταλάβει ότι ήταν πολύ νέα για μια τόσο υπεύθυνη θέση, αλλά καθώς έπρεπε να καλύψουν επειγόντως ένα κενό στον τομέα της διοίκησης και της γενικής υποστήριξης, μπορούσε να εργαστεί εκεί προσωρινά, ώσπου να βρουν το κατάλληλο πρόσωπο. Η Ιρίνα σκέφτηκε ότι το ίδιο ακριβώς μπορούσε να ειπωθεί και για κείνον· έμοιαζε με στρουμπουλό αγοράκι με πρόωρη φαλάκρα και σίγουρα το καθήκον της διεύθυνσης εκείνου του ιδρύματος έπεφτε πολύ βαρύ στους ώμους του. Με τον καιρό η κοπέλα θα διαπίστωνε ότι η εμφάνιση του Βόιτ σε ξεγελούσε αν τον έβλεπες από κάποια απόσταση και με κακό φωτισμό, αφού στην πραγματικότητα είχε κλείσει τα πενήντα τέσσερα και είχε αποδείξει πως ήταν ένας εξαίρετος διευθυντής. Η Ιρίνα τον διαβεβαίωσε ότι στην περίπτωσή της η έλλειψη σπουδών αντισταθμιζόταν από την εμπειρία που είχε αποκτήσει στη φροντίδα ηλικιωμένων στη Μολδαβία, τη χώρα καταγωγής της.