Ποίηση

Ποίηση

Παρασκευή 28 Ιουνίου 2019

[ ΓΙΑ ΜΙΑ ΝΕΑ ΖΩΗ ]

    Ευρώπη, 1500 -1537
   Είμαι η Ινές Σουάρεθ, κάτοικος του Σαντιάγο ντε λα Νουέβα Εξτρεμαδούρα του Βασιλείου της Χιλής, και βρισκόμαστε στο σωτήριο έτος 1580. Δεν ξέρω πότε ακριβώς γεννήθηκα, αλλά, σύμφωνα με τη μητέρα μου, ήρθα στον κόσμο μετά την πείνα και την τρομακτική επιδημία που σάρωσε την Ισπανία μόλις πέθανε ο Φίλιππος ο Ωραίος. Δεν πιστεύω αυτό που ψιθύριζε τότε ο κόσμος καθώς παρακολουθούσε τη νεκρική πομπή, ότι δηλαδή την πανούκλα την είχε προκαλέσει ο θάνατος του βασιλιά. Λένε, βέβαια, ότι για πολλές μέρες μετά πλανιότανε στον αέρα μια μυρωδιά πικραμύγδαλου, όμως ποιος μπορεί να είναι σίγουρος γι' αυτά τα πράγματα; Η βασίλισσα Χουάνα, ακόμα νέα και ωραία, περιφερόταν πάνω από δύο χρόνια στην Καστίλη, κουβαλώντας από δω κι από κει το φέρετρο κι ανοίγοντάς το πού και πού για να φιλήσει τα χείλη του άντρα της, τρέφοντας την κρυφή ελπίδα ότι θ' αναστηθεί. Παρά τις αλοιφές και τα φάρμακα του ταριχευτή, ο Ωραίος βρομούσε. Όταν ήρθα στον κόσμο, η άτυχη βασίλισσα, έχοντας χάσει πια τελείως τα λογικά της, είχε κλειστεί στο παλάτι της Τορδεσίγιας μαζί με το πτώμα του άντρα της, οπότε εγώ πρέπει να μετράω τουλάχιστον εβδομήντα χειμώνες ανάμεσα στο στήθος και στην πλάτη, άρα θα 'χω πεθάνει ώς τα Χριστούγεννα. Θα μπορούσα να πω ότι μια τσιγγάνα στην όχθη του ποταμού Χέρτε πρόβλεψε την ημερομηνία τού θανάτου μου, αλλ' αυτό θα έμοιαζε μ' εκείνα τα ψέματα που γράφουν συνήθως τα βιβλία και που, επειδή είναι τυπωμένα, μοιάζουν μ' αλήθειες. Η τσιγγάνα με διαβεβαίωσε ότι θα ζήσω μεγάλη και πλούσια ζωή, όμως αυτό το λένε σε όλους, αρκεί να τους δώσεις λίγα χρήματα. Εκείνο που με κάνει να πιστεύω ότι πλησιάζει το τέλος είναι η φωνή της καρδιάς μου. Πάντα ήξερα ότι θα πεθάνω σε μεγάλη ηλικία, ειρηνικά και στο κρεβάτι μου, όπως όλες οι γυναίκες της οικογένειάς μου, γι' αυτό και δεν δίστασα ποτέ να ριχτώ στην περιπέτεια, αφού είναι γνωστό ότι κανείς δεν φεύγει απ' αυτό τον κόσμο πριν έρθει η ώρα του. "Εσύ πεθάνεις γριούλα, σίγουρα πράγματα, σενιοράι", με καθησύχαζε η Καταλίνα, μιλώντας με την τραγουδιστή περουάνικη προφορά, όταν ο τρελός καλπασμός των αλόγων που ένιωθα στο στήθος με σώριαζε ανήμπορη στο χώμα. Έχω ξεχάσει πια το ινδιάνικο όνομα της Καταλίνας και τώρα είν' αργά για να ρωτήσω, αφού την έθαψα στην αυλή του σπιτιού μου πριν από πολλά χρόνια. Είμαι όμως απόλυτα σίγουρη για την ακρίβεια και την αλήθεια των προφητειών της. Η Καταλίνα μπήκε στην υπηρεσία μου στην αρχαία πόλη του Κούσκο, την εποχή του Φρανθίσκο Πισάρο, εκείνου του θρασύτατου μπάσταρδου που, όπως λένε οι λυμένες γλώσσες, όσο ήταν στην Ισπανία έβοσκε γουρούνια, ενώ ψόφησε μαρκήσιος κυβερνήτης του Περού, πνιγμένος από τη φιλοδοξία και τις πάμπολλες προδοσίες του. Αυτή είναι η ειρωνεία του νέου κόσμου των Ινδιών, όπου δεν ισχύουν οι κανόνες της παράδοσης κι όπου όλα είναι ανακατεμένα: άγιοι κι αμαρτωλοί, λευκοί, μαύροι, μιγάδες, Ινδιάνοι, μπάσταρδοι, ευγενείς και χωριάτες. Μπορεί κάποιος να βρίσκεται τη μια μέρα στη φυλακή, σημαδεμένος με πυρωμένο σίδερο, και την άλλη μέρα να γυρίσει η τύχη του και να βρεθεί στην κορυφή. Έχω ζήσει πάνω από σαράντα χρόνια στο Νέο Κόσμο κι εντούτοις δυσκολεύομαι ακόμα να συνηθίσω αυτή την αταξία, παρ' όλο που την εκμεταλλεύτηκα κι εγώ· αν είχα μείνει στο χωριό μου, σήμερα θα ήμουνα μια φτωχή γριά, μισότυφλη απ' το πλέξιμο και το ράψιμο στο φως του καντηλιού. Εκεί θα ήμουνα η Ινές, μοδίστρα της οδού Υδραγωγείου. Εδώ είμαι η δόνια Ινές Σουάρεθ, κυρία της υψηλής κοινωνίας, χήρα του εξοχότατου κυβερνήτη δον Ροδρίγο ντε Κιρόγα, κατακτήτρια και ιδρύτρια του Βασιλείου της Χιλής.