Ποίηση

Ποίηση

Δευτέρα 30 Σεπτεμβρίου 2019

[ ΔΙΑΨΕΥΣΕΙΣ ]

Τζέην Μπολέυν, Μπλίκλινγκ Χωλ, Νόρφολκ
Ιούλιος 1539
   Έχει ζέστη σήμερα και ο άνεμος που φυσάει πάνω από τις πεδιάδες και τα βαλτοτόπια φέρνει μια αποφορά πανούκλας. Αν ήταν ακόμα εδώ ο σύζυγός μου, δε θα μέναμε ποτέ κλεισμένοι μέσα μια τέτοια μέρα, να χαζεύουμε τη μολυβένια αυγή και το μουντό κόκκινο ηλιοβασίλεμα, αλλά θα ταξιδεύαμε με τη βασιλική Αυλή, διασχίζοντας τις δασωμένες εξοχές και τους ασβεστολιθικούς λόφους του Χαμσάιρ και του Σάσσεξ, της πλουσιότερης και ομορφότερης υπαίθρου ολόκληρης της Αγγλίας, ιππεύοντας στους ανηφορικούς δρόμους και περιμένοντας να αντικρίσουμε τη θάλασσα. Κάθε πρωί θα πηγαίναμε για κυνήγι, το μεσημέρι θα γευματίζαμε κάτω από τις πυκνές φυλλωσιές των δέντρων και τη νύχτα θα χορεύαμε στην πολυτελή αίθουσα κάποιας εξοχικής κατοικίας, κάτω από την κίτρινη λάμψη των πυρσών. Ήμαστε φίλοι με τους σπουδαιότερους Οίκους του τόπου, είχαμε την εύνοια του βασιλιά, ήμαστε συγγενείς της βασίλισσας. Όλοι μας αγαπούσαν· ήμαστε οι Μπολέυν, η ομορφότερη και πιο εκλεπτυσμένη οικογένεια της βασιλικής Αυλής. Όποιος γνώριζε τον Τζωρτζ τον ποθούσε, κανείς δεν μπορούσε να αντισταθεί στην Άννα και όλοι με κόρταραν προκειμένου να εξασφαλίσουν μερίδιο στην προσοχή τους. Ο Τζωρτζ ήταν εκθαμβωτικά όμορφος -μελαχρινός, με σκούρα μάτια- και ίππευε πάντα τα καλύτερα άλογα, ενώ δεν έλειπε ποτέ από το πλευρό της βασίλισσας. Η Άννα ήταν στο απώγειο της ομορφιάς και του πνεύματος, θελκτική σαν σκούρο μέλι. Κι εγώ τους ακολουθούσα παντού. 
   Τους κοιτούσα να παραβγαίνουν στην ιππασία, καλπάζοντας δίπλα δίπλα σαν εραστές, και άκουγα τα γέλια τους πάνω από τα ποδοβολητά των αλόγων. Μερικές φορές, όταν τους έβλεπα μαζί, έτσι πλούσιους, νέους και όμορφους, δεν μπορούσα να πω ποιον από τους δύο αγαπούσα περισσότερο.
   Όλοι στην Αυλή ήταν ερωτευμένοι μαζί τους, με τη μελαχρινή ομορφιά και την τσαχπινιά των Μπολέυν, με την πλούσια ζωή τους: με αυτούς τους εραστές του παιχνιδιού και του ρίσκου· τους θερμούς υποστηρικτές της εκκλησιαστικής Μεταρρύθμισης, τους τόσο εύστροφους και ετοιμόλογους, τους τόσο τολμηρούς στα διαβάσματα και στη σκέψη. Από τον βασιλιά μέχρι την τελευταία παραδουλεύτρα, όλοι θαμπώνονταν από αυτούς τους δύο. Ακόμα και σήμερα, τρία χρόνια μετά, μου είναι αδύνατον να πιστέψω ότι δεν θα τους ξαναδώ. Πώς είναι δυνατόν να χάθηκαν αυτοί οι δύο άνθρωποι, τόσο νέοι, τόσο γεμάτοι ζωή; Στο μυαλό και στην καρδιά μου τους βλέπω ακόμα να καλπάζουν μαζί, το ίδιο νέοι, το ίδιο όμορφοι. Και γιατί, άλλωστε, να μην επιθυμώ με όλη τη δύναμη της ψυχής μου να ήταν αλήθεια; Δεν έχουν περάσει παρά τρία χρόνια από την τελευταία φορά που τους είδα· τρία χρόνια, δύο μήνες και εννιά μέρες από τη στιγμή που τα δάχτυλα του Τζώρτζ χάιδεψαν τα δικά μου και μου είπε χαμογελαστός: "Καλή σου μέρα, γυναίκα μου, πρέπει να πηγαίνω, έχω πάρα πολλές δουλειές σήμερα". Ήταν πρωί Πρωτομαγιάς και ετοιμαζόμασταν για τις κονταρομαχίες. Ήξερα ότι αυτός και η αδελφή του κινδύνευαν, αλλά δεν ήξερα πόσο πολύ.

   Στην καινούρια ζωή μου πηγαίνω καθημερινά στο σταυροδρόμι του χωριού, όπου υπάρχει ένας βρόμικος οδοδείκτης του δρόμου για το Λονδίνο. Ανάμεσα σε λάσπες και λειχήνες, είναι σκαλισμένη η επιγραφή: «Λονδίνο, 193 χιλιόμετρα». Πόσο μεγάλη απόσταση! Κάθε μέρα σκύβω και αγγίζω την επιγραφή, σαν να πιάνω φυλαχτό, και ύστερα παίρνω πάλι τον δρόμο για το πατρικό μου, το οποίο μου φαίνεται απίστευτα μικρό σε σύγκριση με τα μεγαλοπρεπέστατα βασιλικά ανάκτορα όπου έχω ζήσει. Βασίζομαι στη φιλανθρωπία του αδελφού μου και στην καλοσύνη της συζύγου του, που δεν με συμπαθεί καθόλου, και ζω με τα χρήματα του επιδόματος που μου χορηγεί ο Τόμας Κρόμγουελ, αυτός ο τυχάρπαστος τοκογλύφος και καινούργιος επιστήθιος φίλος του βασιλιά. Ζω σαν φτωχή συγγενής κάτω από τη σκιά του μεγαλοπρεπούς σπιτιού που ήταν κάποτε δικό μου, μία από τις πολλές ιδιοκτησίες των Μπολέυν. Κάνω μια ήσυχη, μετρημένη ζωή, σαν άκληρη χήρα, ξεχασμένη από τους πάντες.
   Και αυτό γιατί είμαι άκληρη χήρα, ξεχασμένη από τους πάντες. Είμαι μια γυναίκα σχεδόν τριάντα χρόνων, με πρόσωπο σημαδεμένο από τις απογοητεύσεις, μητέρα ενός απόντος γιου, μια χήρα χωρίς προοπτικές για άλλο γάμο, η μοναδική επιζήσασα μιας οικογένειας χτυπημένης από τη δυστυχία και το σκάνδαλο.
   Ονειρεύομαι ότι μια μέρα η τύχη μου θα αλλάξει και θα δω έναν αγγελιαφόρο με λιβρέα του Οίκου των Χάουαρντ να έρχεται από αυτόν εδώ τον δρόμο, φέρνοντάς μου μια επιστολή από τον δούκα του Νόρφολκ, με την οποία θα με καλεί πίσω στην Αυλή και θα με ενημερώνει ότι έχω και πάλι δουλειά να κάνω: μια βασίλισσα να υπηρετήσω, μυστικά να ψιθυρίσω, συνωμοσίες να εξυφάνω -όλες αυτές τις ατέλειωτες ίντριγκες της ζωής των ανθρώπων της Αυλής, στην οποία ο δούκας είναι ειδήμων κι εγώ η καλύτερη μαθήτριά του. Ονειρεύομαι ότι ο κόσμος θα αλλάξει πάλι, ότι θα έρθουν τα πάνω - κάτω, και τότε θα βρεθούμε πάλι στην κορυφή και θα ξαναπάρω την παλιά μου θέση. Στο παρελθόν έσωσα μια φορά τον δούκα, όταν αντιμετωπίζαμε τον χειρότερο κίνδυνο, και ύστερα με έσωσε και αυτός με τη σειρά του. Η μεγαλύτερη στενοχώρια της ζωής μας ήταν που δεν μπορέσαμε να σώσουμε αυτούς τους άλλους δύο, που τώρα καλπάζουν και γελάνε και χορεύουν μόνο στα όνειρά μου. Αγγίζω άλλη μια φορά τον οδοδείκτη και φαντάζομαι ότι αύριο θα έρθει ο αγγελιαφόρος. Θα μου δώσει ένα χαρτί που θα φέρει τη σφραγίδα του οικόσημου των Χάουαρντ πάνω στο γυαλιστερό, κατακόκκινο βουλοκέρι. "Μήνυμα για την Τζέην Μπολέυν, υποκόμισσα Ρότσφορντ;" θα πει κοιτάζοντας τον απλό μανδύα, τον λασπωμένο ποδόγυρο και το σκονισμένο χέρι μου.
   "Θα το πάρω εγώ", θα του πω. "Για μένα είναι. Το περίμενα καιρό". Και θα το πάρω στη βρόμικη παλάμη μου: την κληρονομιά μου.

Άννα, δούκισσα της Κλεβ, Ντύρεν, Κλεβ
Ιούλιος 1539
   Δεν τολμώ να πάρω ανάσα. Στέκομαι ακίνητη σαν βράχος, με ένα χαμόγελο μπλαστρωμένο στο πρόσωπό μου, και κοιτάζω με τόλμη και μάτια ορθάνοιχτα τον καλλιτέχνη, ελπίζοντας ότι εμπνέω εμπιστοσύνη και ότι το βλέμμα μου δείχνει ευθύτητα και όχι ξεδιαντροπιά. Τα δανεικά κοσμήματα που φοράω είναι τα καλύτερα που κατάφερε να εξασφαλίσει η μητέρα μου, σχεδιασμένα να δείχνουν στο κριτικό μάτι ότι δεν είμαστε φτωχοί, παρότι ο αδελφός μου αρνείται να μου δώσει προίκα για να εξασφαλίσω έναν καλό σύζυγο. Ο βασιλιάς θα πρέπει να με επιλέξει για την ωραία εμφάνιση και τις πολιτικές διασυνδέσεις μου. Αυτά είναι τα μόνα μου εφόδια. Πρέπει να με επιλέξει όμως. Είμαι απόλυτα αποφασισμένη ότι θα με επιλέξει. Το παν για μένα είναι να ξεφύγω από δω.
   Στην άλλη άκρη του δωματίου περιμένει τη σειρά της η αδελφή μου, αποφεύγοντας επιμελώς να κοιτάξει το πορτρέτο μου, που παίρνει μορφή κάτω από τις γρήγορες και αποφασιστικές γραμμές του κάρβουνου του καλλιτέχνη. Ο Θεός να με συγχωρέσει, αλλά προσεύχομαι να μην επιλέξει αυτή ο βασιλιάς. Διψάει όσο εγώ για την ευκαιρία να φύγει από την Κλεβ, για τα μεγαλεία που προσφέρει ο θρόνος της Αγγλίας· όμως δεν τα χρειάζεται όσο εγώ. Καμία κοπέλα στον κόσμο δεν τα χρειάζεται όσο εγώ.
   Όχι ότι θα βγει ποτέ από τα χείλη μου κακή κουβέντα για τον αδελφό μου, ούτε τώρα ούτε στα χρόνια που θα έρθουν. Δεν θα μιλήσω ποτέ εναντίον του. Είναι υποδειγματικός γιος για τη μητέρα μου και πανάξιος διάδοχος του δουκάτου της Κλεβ. Τους τελευταίους μήνες ζωής του καημένου πατέρα μου, όταν ήταν προφανές ότι είχε βυθιστεί στην τρέλα, ο αδελφός μου ήταν αυτός που τον πήγε σηκωτό στο δωμάτιό του, κλείδωσε απέξω την πόρτα και ανακοίνωσε σε όλους πως ο πατέρας είχε πυρετό. Ο αδελφός μου απαγόρευσε στη μητέρα μου να καλέσει γιατρούς ή και ιερείς ακόμα για να ξορκίσουν τα δαιμόνια που στοίχειωναν το τυραννισμένο μυαλό του. Ο πανούργος αδελφός μου - πανούργος σαν δολερή αλεπού που καραδοκεί- είπε ότι ήταν προτιμότερο να ισχυριστούμε ότι ο πατέρας μου ήταν μέθυσος αντί να επιτρέψουμε στη ρετσινιά της τρέλας να σπιλώσει την οικογενειακή μας υπόληψη. Δεν θα πάμε μπροστά στον κόσμο αν υπάρχει η παραμικρή υποψία κατά του αίματός μας. Ωστόσο, δυσφημώντας τον ίδιο τον πατέρα μας, αποκαλώντας τον μπεκρούλιακα και αρνούμενοι να του δώσουμε τη βοήθεια που τόσο απεγνωσμένα είχε ανάγκη, μπορούμε ακόμα να φτάσουμε ψηλά. Μόνο έτσι θα μπορέσω να κάνω έναν καλό γάμο. Μόνο έτσι θα μπορέσει να κάνει έναν καλό γάμο η αδελφή μου. Μόνο έτσι θα μπορέσει να κάνει έναν καλό γάμο ο αδελφός μου, εξασφαλίζοντας το μέλλον του Οίκου μας· τι και αν ο πατέρας μου αναγκάστηκε να παλέψει με τους δαίμονές του ολομόναχος, αβοήθητος.
   Ακούγοντας τον πατέρα μου να κλαψουρίζει πίσω από την πόρτα του δωματίου του· ακούγοντάς τον να λέει ότι θα καθίσει φρόνιμα· ακούγοντάς τον να ζητάει να τον αφήσουμε να βγει· ακούγοντας τον αδελφό μου να του απαντάει αυστηρά και αμετάκλητα ότι δεν μπορεί να βγει έξω, αναρωτιόμουν μήπως ο αδελφός μου είχε βυθιστεί και αυτός στην τρέλα σαν τον πατέρα μου, μήπως το ίδιο είχε πάθει και η μητέρα μου και η μόνη λογική στο σπιτικό μας ήμουν εγώ, αφού μόνο εγώ είχα βουβαθεί από τη φρίκη με όλα αυτά που κάναμε. Όμως δεν το είπα σε κανέναν.
   Από τα τρυφερά μου χρόνια ζω στη σκιά του αδελφού μου. Γι' αυτόν προοριζόταν ανέκαθεν ο τίτλος του δουκάτου της Κλεβ, ανάμεσα στους ποταμούς Μεύση και Ρήνο. Είναι μικρό, αλλά βρίσκεται σε τόσο καίρια θέση, που οι μεγαλύτερες δυνάμεις της Ευρώπης επιζητούν τη φιλία μας: η Γαλλία, οι Αψβούργοι της Ισπανίας και της Αυστρίας, ο αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας,  ο ίδιος ο πάπας και τελευταία ο Ερρίκος της Αγγλίας. Η Κλεβ είναι η κλειδαριά της καρδιάς της Ευρώπης και ο δούκας της το κλειδί. Με το δίκιο του λοιπόν έχει τόσο μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του ο αδελφός μου, αν και μερικές φορές αναρωτιέμαι μήπως στην πραγματικότητα είναι ένας ασήμαντος ηγεμονίσκος, στον οποίο έχουν δώσει μια θέση μακριά από την αλατιέρα (1) στο μεγάλο φαγοπότι του χριστιανικού κόσμου. Αλλά ούτε αυτή τη σκέψη λέω σε κανέναν ούτε καν στην αδελφή μου Αμαλία. Δεν εμπιστεύομαι εύκολα τους ανθρώπους.
   Λόγω της σπουδαιότητας της θέσης του στον κόσμο, ο αδελφός μου ελέγχει τη μητέρα μου και αυτή με τη σειρά της παίζει το ρόλο του αυλάρχη, του οικονόμου και του πάπα του οίκου του. Με τις ευλογίες της, ο αδελφός μου διατάζει εμένα και την αδελφή μου, αφού αυτός είναι ο γιος και διάδοχος του τίτλου, ενώ εμείς βάρος. Αυτός είναι ένας νεαρός άντρας που το μέλλον του επιφυλάσσει εξουσία και ευκαιρίες, ενώ εμείς νεαρές γυναίκες προορισμένες να γίνουμε σύζυγοι και μητέρες στην καλύτερη περίπτωση· ή παρασιτικές γεροντοκόρες στη χειρότερη. Η μεγάλη μου αδελφή Σίβυλλα έχει ήδη ξεφύγει· άρπαξε την ευκαιρία να φύγει αμέσως από δω με το που κανονίστηκε ο γάμος της και ζει πλέον απαλλαγμένη από την αδελφική τυραννία. Πρέπει να είμαι η επόμενη. Είναι η σειρά μου. Πρέπει να γλιτώσω. Δεν μπορεί να μου δείξουν τόσο ανούσια σκληρότητα και να στείλουν την Αμαλία στη θέση μου. Θα παρουσιαστεί και γι' αυτή μια ευκαιρία, θα έρθει και η δική της σειρά. Όμως εγώ πρέπει να είμαι η επόμενη. Δεν μπορώ να καταλάβω για ποιον λόγο αποφάσισαν να παρουσιάσουν και την Αμαλία μαζί με εμένα, εκτός κι αν το έκαναν με σκοπό να με τρομάξουν, ώστε να γίνω ακόμα πιο πειθήνια. Αν είναι έτσι, τα κατάφεραν. Τρέμω μήπως παραγκωνιστώ από μια νεότερη κοπέλα εξαιτίας του αδελφού μου, ο οποίος είναι ικανός να θυσιάσει το συμφέρον του για να συνεχίσει να με βασανίζει.
   Ο αδελφός μου είναι ασήμαντος, με όλη τη σημασία της λέξης. Μόλις ο πατέρας μου άφησε την τελευταία του πνοή, μαζί με έναν ψίθυρο να του ανοίξουν την πόρτα, τον διαδέχτηκε αμέσως ο αδελφός μου, αν και δεν κατάφερε ποτέ να γίνει ισάξιός του. Ο πατέρας μου ήταν άνθρωπος του κόσμου, είχε καταλάβει επίσημες θέσεις στις Αυλές της Γαλλίας και της Ισπανίας και είχε ταξιδέψει σε ολόκληρη την Ευρώπη. Ο αδελφός μου, που δεν πάτησε ποτέ το πόδι του έξω από την πατρίδα του, θεωρεί πως δεν υπάρχει σημαντικότερο μέρος στον κόσμο από το δουκάτο του. Πιστεύει πως δεν έχει γραφτεί σπουδαιότερο βιβλίο από τη Βίβλο, πως ομορφότερη εκκλησία είναι όποια έχει γυμνούς τοίχους, πως τίποτα δεν τον καθοδηγεί καλύτερα από τη συνείδησή του. Είναι τόσο μικρό το σπιτικό του, που το πρόσταγμά του βαραίνει πολύ λίγους υπηρέτες. Είναι τόσο μικρή η περιουσία του, που τον νοιάζει να εξυπηρετεί μόνο τις απαιτήσεις του τίτλου του, κι εγώ που δεν έχω τίτλο νιώθω όλο το βάρος του δικού του. Όταν είναι μεθυσμένος ή χαρούμενος, με φωνάζει την πιο ατίθαση από όλους τους υπηκόους του και μου φέρεται απότομα. Όταν είναι ξεμέθυστος ή εκνευρισμένος, μου λέει ότι δεν ξέρω τη θέση μου και απειλεί να με κλειδώσει στο δωμάτιό μου.
   Κάτι τέτοιο δεν είναι κούφια απειλή στην Κλεβ σήμερα. Μιλάμε για τον άνθρωπο που φυλάκισε τον ίδιο του τον πατέρα. Νομίζω ότι είναι απόλυτα ικανός να κάνει το ίδιο και σε μένα. Κι αν φώναζα πίσω από την πόρτα, θα μου άνοιγε άραγε κανείς;
   Ο κύριος Χόλμπαϊν μου υποδεικνύει με ένα ξερό νεύμα να φύγω από τη θέση μου και να έρθει η αδελφή μου. Δεν μου επιτρέπει να κοιτάξω το πορτρέτο μου. Καμιά μας δεν επιτρέπεται να δει τι πρόκειται να στείλει στον βασιλιά στην Αγγλία. Δεν ήρθε εδώ για να μας κολακέψει ή να μας ζωγραφίσει σαν καλλονές. Η δουλειά του είναι να δημιουργήσει με την ιδιοφυΐα του ένα πιστό πορτρέτο μας, ώστε να δει ο βασιλιάς της Αγγλίας ποια από όλες μας προτιμά -σαν να είμαστε φλαμανδικές φοράδες αναπαραγωγής που προορίζονται για τον Άγγλο επιβήτορα.
   Ενώ η αδελφή μου πηγαίνει φουριόζα να πάρει τη θέση της, ο κύριος Χόλμπαϊν γέρνει προς τα πίσω, παίρνει ένα καθαρό φύλλο χαρτί και κοιτάζει εξεταστικά τη μύτη του κραγιονιού του. Από μπροστά του έχουν περάσει όλες οι υποψήφιες για τη θέση της βασίλισσας της Αγγλίας. Ζωγράφισε τη Χριστίνα του Μιλάνου και τη Λουίζα του Γκιζ, τη Μαρία του Βαντόμ και την Άννα του Γκιζ. Δεν είμαι λοιπόν η πρώτη που τον είδε να τεντώνει συνοφρυωμένος το κραγιόνι του μπροστά από το μισόκλειστο μάτι του ώστε να μετρήσει το μήκος της μύτης της. Ποιος μου λέει ότι μετά από την αδελφή μου δεν θα ζωγραφίσει και άλλο πορτρέτο; Μπορεί στο δρόμο για την Αγγλία να κάνει μια στάση στη Γαλλία για να αποτυπώσει τα χαρακτηριστικά και να σκιαγραφήσει τις ατέλειες άλλης μιας νέας κοπέλας, που θα ποζάρει με το ίδιο ανόητο χαμόγελο. Δεν έχω λοιπόν λόγο να νιώθω ταπεινωμένη από όλη αυτή τη διαδικασία, σαν ένα κομμάτι κρέπι.
   "Δεν σας αρέσει να σας ζωγραφίζουν; Μήπως ντρέπεστε;" με ρώτησε τραχιά, βλέποντας το χαμόγελο να σβήνει από τα χείλη μου όταν με κοίταξε σαν κομμάτι κρέας αφημένο πάνω στον πάγκο της μαγείρισσας.
   Δεν του είπα πώς ένιωθα. Δεν είναι συνετό να δίνεις οικειοθελώς πληροφορίες σε έναν κατάσκοπο. "Θέλω να τον παντρευτώ", είπα μόνο. Ο ζωγράφος ανασήκωσε το φρύδι του.
   "Εγώ ζωγραφίζω απλώς τα πορτρέτα", αποκρίθηκε. "Καλύτερα να πείτε την επιθυμία σας στους απεσταλμένους του, τους πρέσβεις Νίκολας Γουότον και Ρίτσαρντ Μπηρντ".
   Κάθομαι με τα καλά μου ρούχα στο κάθισμα κάτω από το παράθυρο, ασφυκτιώντας από τη ζέστη και το σφίξιμο. Ο κορσές είναι τόσο στενός, που χρειάστηκαν δύο υπηρέτριες για να δέσουν τα κορδόνια, ενώ όταν τελειώσει το πορτρέτο, θα πρέπει να τον σκίσουν για να τον βγάλουν από πάνω μου. Παρακολουθώ την Αμαλία να γέρνει το κεφάλι της στο πλάι, να κορδώνεται και να χαμογελάει κοκέτικα στον κύριο Χόλμπαϊν. Προσεύχομαι να μην του αρέσει. Προσεύχομαι να μην τη ζωγραφίσει όπως είναι: πιο αφράτη, πιο όμορφη από μένα. Δεν την ενδιαφέρει πραγματικά να πάει στην Αγγλία. Ω, θα ήταν τεράστιος θρίαμβος γι' αυτήν αν από τελευταία κόρη ενός μικρού δουκάτου ανέβαινε στο θρόνο της Αγγλίας, σπουδαία εξέλιξη για την ίδια, τον Οίκο μας και ολόκληρο το έθνος της Κλεβ. Ωστόσο, δεν το χρειάζεται όσο εγώ. Για μένα το να φύγω από δω είναι θέμα ανάγκης. Ζωής και θανάτου, τολμώ να πω.
   Έδωσα τον λόγο μου να μην κοιτάξω τον πίνακα του κυρίου Χόλμπαϊν και δεν τον κοιτάζω. Το έχω αυτό, αν δώσω τον λόγο μου για κάτι, τον κρατάω και ας είμαι μόνο ένα κορίτσι. Κάθομαι λοιπόν μπροστά στο παράθυρο και χαζεύω τον περίβολο του κάστρου μας από κάτω. Οι σάλπιγγες ηχούν από το δάσος και η μεγάλη σιδερόφραχτη πύλη ανοίγει για να δεχτεί τους κυνηγούς. Μπροστά προχωρά ο αδελφός μου, ο οποίος σηκώνει τα μάτια στο παράθυρο και με βλέπει πριν προλάβω να σκύψω για να κρυφτώ. Αντιλαμβάνομαι αμέσως ότι τον εκνεύρισα. Θα πει ότι δεν θα έπρεπε να κάθομαι στο παράθυρο, από όπου μπορεί να με δει ο καθένας από τον περίβολο του κάστρου. Παρότι απομακρύνθηκα γρήγορα από κει και δεν πρέπει να πρόσεξε λεπτομέρειες, εντούτοις είμαι σίγουρη ότι ξέρει πόσο σφιχτός είναι ο κορσές και πόσο χαμηλό το τετράγωνο ντεκολτέ του φορέματός μου, παρότι ένα κομμάτι μουσελίνας καλύπτει τον λαιμό μου μέχρι το πιγούνι. Μορφάζω  όταν βλέπω πόσο βλοσυρό είναι το βλέμμα του. Παρότι δυσαρεστήθηκε μαζί μου, δεν πρόκειται να πει τίποτα. Δεν θα γκρινιάξει για το φόρεμα -για το οποίο έχω να του πω μια δικαιολογία- αλλά για κάτι διαφορετικό, το οποίο δεν ξέρω ακόμα. Το μόνο που ξέρω είναι ότι κάποια στιγμή, σήμερα ή αύριο, θα με καλέσει η μητέρα μου στο δωμάτιό της και εκεί θα δω τον αδελφό μου να στέκεται όρθιος πίσω από την καρέκλα της, ή με την πλάτη γυρισμένη, ή να μπαίνει εκείνη τη στιγμή  δήθεν τυχαία, δήθεν αδιάφορα. Και τότε η μητέρα μου θα μου πει με έντονη αποδοκιμασία: "Άννα, έμαθα ότι..." Και θα είναι κάτι που συνέβη μέρες πριν και το οποίο έχει φύγει τελείως από τη μνήμη μου, αλλά ο αδελφός μου το ήξερε και το κρατούσε μέχρι σήμερα, ώστε να το χρησιμοποιήσει εναντίον μου για να με τιμωρήσει· και δεν θα πει λέξη για το ότι με είδε να κάθομαι στο παράθυρο όμορφη και περιποιημένη, το οποίο είναι και το μοναδικό μου παράπτωμα στα μάτια του.
   Όταν ήμουν κοριτσάκι, ο πατέρας μου με φώναζε χαϊδευτικά falke, ασπρογέρακα, ένα αρπακτικό πτηνό του βορινού χειμώνα. Όποτε με έβλεπε σκυμμένη πάνω από τα βιβλία μου ή το κέντημά μου, γελούσε και μου έλεγε: "Ω, μικρό μου γεράκι, μάδησαν τα φτερά σου; Έλα μαζί μου και θα σε ελευθερώσω!" Και τότε ούτε καν η μητέρα μου δεν μπορούσε να μου απαγορεύσει να παρατήσω τα μαθήματά μου και να πάω μαζί του.
   Πόσο εύχομαι να ήταν τώρα εδώ και να μου έλεγε πάλι να πάω μαζί του.
   Ξέρω ότι η μητέρα μου με θεωρεί ένα ανόητο κοριτσόπουλο και ο αδελφός μου ακόμα χειρότερα· αν όμως ήμουν βασίλισσα της Αγγλίας, ο βασιλιάς θα μου εμπιστευόταν την τιμή του κι εγώ δεν θα πρόδιδα την εμπιστοσύνη του, δεν θα παρασυρόμουν σε γαλλικές μόδες ή ιταλιάνικους χορούς. Θα ήμουν άξια της εμπιστοσύνης του, άξια θεματοφύλακας της τιμής του βασιλιά. Ξέρω πόσο σημαντική θεωρούν την τιμή τους οι άντρες και η μοναδική μου επιθυμία είναι να είμαι καλό κορίτσι, καλή βασίλισσα. Πιστεύω όμως επίσης ότι όσο αυστηρός και αν είναι ο βασιλιάς της Αγγλίας, θα μου επιτρέπει να κάθομαι στο παράθυρο του κάστρου μου. Ό,τι και αν λένε για τον Ερρίκο της Αγγλίας, πιστεύω ότι θα μου λέει ευθέως αν τον πρόσβαλα και δεν θα διατάζει τη μητέρα μου να με τιμωρεί για κάτι άλλο.


Τζέην Μπολέυν, Μπλίκλινγκ Χωλ, Νόρφολκ
Νοέμβριος 1539
   Ενώ οι μέρες αρχίζουν να μικραίνουν και με πιάνει τρέλα στη σκέψη ότι θα αναγκαστώ να περάσω άλλον ένα χειμώνα στην εξοχή, φτάνει επιτέλους το γράμμα που περίμενα. Νιώθω σαν να το περίμενα μια ολόκληρη ζωή. Και τώρα μπορώ να ξαναρχίσω να ζω. Θα επιστρέψω στο φως των φίνων κεριών και στη ζεστασιά των μαγκαλιών, θα ξαναβρώ τους κύκλους των φίλων και των αντιπάλων, απολαμβάνοντας μουσική, εκλεκτό φαγητό και χορό. Δόξα τω Θεώ, με καλούν πίσω στην Αυλή για να υπηρετήσω την καινούρια βασίλισσα. Ο δούκας, ο προστάτης και μέντοράς μου, μου εξασφάλισε πάλι μια θέση στα διαμερίσματα της βασίλισσας. Θα υπηρετώ την καινούρια βασίλισσα της Αγγλίας. Θα υπηρετώ τη βασίλισσα Άννα της Αγγλίας.
   Το όνομα ηχεί προειδοποιητικά: βασίλισσα Άννα, πάλι βασίλισσα Άννα. Δεν μπορεί οι σύμβουλοι που πρότειναν τον γάμο να μην κόμπιασαν ακούγοντας τις λέξεις «βασίλισσα Άννα», δεν μπορεί να μην τους διαπέρασε ένα ρίγος φρίκης. Δεν μπορεί να μη θυμήθηκαν πόση γρουσουζιά έφερε η πρώτη Άννα σε όλους μας. Την ατίμωση που προκάλεσε στον βασιλιά, τον όλεθρο στην οικογένειά της, τις απώλειες σε εμένα προσωπικά; Τι αβάσταχτες απώλειες! Αλλά όχι, βλέπω ότι η νεκρή βασίλισσα θα ξεχαστεί γρήγορα. Μέχρι να φτάσει εδώ η καινούρια βασίλισσα Άννα, η άλλη βασίλισσα Άννα, η δική μου βασίλισσα Άννα, η αδελφή μου, η ακριβή φίλη και βασανίστριά μου δεν θα είναι παρά μια ανάμνηση -μια προσωπική ανάμνηση. Μερικές φορές έχω την αίσθηση ότι από όλο τον κόσμο μόνο εγώ παρακολουθώ και απορώ, μόνο εγώ βασανίζομαι από τις αναμνήσεις.
   Εξακολουθώ να την ονειρεύομαι συχνά. Τη βλέπω πάλι νέα, γελαστή και ανέμελη, με την κουάφ στα σκούρα μαλλιά της, με τα κομψά μακριά μανίκια της και την έντονη γαλλική προφορά της. Το μαργαριταρένιο «Μ» στο λαιμό της διατρανώνει ότι η βασίλισσα της Αγγλίας είναι μια Μπολέυν, όπως κι εγώ. Ονειρεύομαι ότι βρισκόμαστε σε έναν ηλιόλουστο κήπο, ο Τζωρτζ είναι χαρούμενος, κρατώ το μπράτσο του και η Άννα χαμογελάει και στους δυο μας. Ονειρεύομαι ότι θα γίνουμε πλούσιοι πέρα από κάθε φαντασία, ότι θα αποκτήσουμε αμέτρητα σπίτια, κάστρα και κτήματα. Αβαεία θα γκρεμιστούν για να πάρουμε πέτρες για τα σπίτια μας και σταυροί θα λιώσουν για τα χρυσαφικά μας. Θα πιάνουμε ψάρια στις λίμνες των αβαείων και τα λαγωνικά μας θα κυνηγούν στην εκκλησιαστική γη. Αβάδες και ηγούμενοι θα μας παραχωρήσουν τα σπίτια τους και οι ναοί θα χάσουν την ιερότητά τους και στο εξής θα τιμούν εμάς. Η χώρα θα παραδοθεί στη δόξα μας και θα αφιερωθεί στον πλουτισμό και την ψυχαγωγία μας. Τότε ξυπνάω τρέμοντας κάθε φορά. Τι απολαυστικό όνειρο· παρ' όλα αυτά ξυπνάω παγωμένη από τρόμο.
   Αρκετά με τα όνειρα όμως! Θα ξαναγίνω μέλος της Αυλής. Θα είμαι και πάλι η στενότερη φίλη της βασίλισσας, πανταχού παρούσα στα διαμερίσματά της. Θα βλέπω τα πάντα, θα ξέρω τα πάντα. Θα είμαι και πάλι στο επίκεντρο της ζωής, η κυρία επί των τιμών της καινούριας βασίλισσας Άννας, την οποία θα υπηρετήσω πιστά, όπως υπηρέτησα και τις άλλες τρεις συζύγους του βασιλιά Ερρίκου. Αν μπορεί αυτός να σηκωθεί και να ξαναπαντρευτεί χωρίς να φοβάται τα φαντάσματα, τότε μπορώ κι εγώ.
   Και συγχρόνως θα υπηρετήσω τον συγγενή μου, τον θείο μου εξ αγχιστείας, τον Τόμας Χάουαρντ, τον δούκα του Νόρφολκ, τον ισχυρότερο άντρα της Αγγλίας μετά τον βασιλιά. Στρατιώτης, γνωστός για την ταχύτητα των επελάσεων και τη σκληρότητα των επιθέσεών του. Αυλικός που δεν λυγίζει σε κανέναν άνεμο, αλλά υπηρετεί πάντα σταθερά τον βασιλιά, την οικογένεια και το συμφέρον του. Ευγενής που στις φλέβες του κυλά τόσο βασιλικό αίμα όσο και στις φλέβες οποιουδήποτε Τυδώρ. Συγγενής, προστάτης και κύριός μου. Με έσωσε μία φορά από θάνατο για προδοσία, μου είπε τι έπρεπε να κάνω και πώς έπρεπε να το κάνω. Με πήρε από το χέρι όταν έχασα τη γη κάτω από τα πόδια μου και με οδήγησε από τη σκιά του Πύργου του Λονδίνου στην ασφάλεια. Γι' αυτό του χρωστάω τη ζωή μου. Ξέρει ότι είμαι δική του. Τώρα έχει και πάλι μια δουλειά να μου αναθέσει και σκοπεύω να εκπληρώσω το χρέος μου απέναντί του.

Άννα, Κλεβ
Νοέμβριος 1539
   Τα κατάφερα! Θα γίνω βασίλισσα της Αγγλίας. Θα πετάξω ελεύθερη σαν γεράκι που έκοψε το λουρί που το κρατούσε δεμένο από τον κρίκο. Η Αμαλία κρατάει ένα μαντίλι μπροστά στα μάτια της, είναι κρυωμένη, αν και προσποιείται ότι κλαίει επειδή έμαθε ότι θα φύγω. Είναι ψεύτρα. Δεν θα λυπηθεί καθόλου όταν με δει να φεύγω. Τώρα που θα είναι η μόνη δούκισσα στην Κλεβ, η ζωή της θα είναι πολύ καλύτερη από πριν, όταν ήταν απλώς η μικρή αδελφή μου. Και όταν παντρευτώ -και τι λαμπρό γάμο θα κάνω!- θα έχει πολύ περισσότερες πιθανότητες να εξασφαλίσει έναν καλό σύζυγο. Ούτε η μητέρα μου φαίνεται χαρούμενη, αν και η δική της στενοχώρια είναι πραγματική. Εδώ και μήνες κάθεται σε αναμμένα κάρβουνα. Μακάρι να μπορούσα να πιστέψω ότι στενοχωριέται επειδή θα με χάσει, αλλά δεν είναι γι' αυτό. Την ανησυχεί το πόσο θα στοιχίσει στον αδελφό μου το ταξίδι και τα προικιά μου. Εκτός από οικοδέσποινα του σπιτιού του, είναι και υπουργός των οικονομικών του. Και παρότι η Αγγλία παραιτήθηκε από κάθε απαίτηση για προίκα, ο γάμος μου θα στοιχίσει στη χώρα περισσότερα από όσα προτίθεται να πληρώσει η μητέρα μου. 
   "Aκόμα και αν οι σαλπιστές είναι δωρεάν, θα πρέπει να τους ταΐζουμε", λέει εκνευρισμένη, θαρρείς και οι σαλπιστές είναι κάποιο εξωτικό, ακριβό κατοικίδιο που από ματαιοδοξία απαίτησα να με συνοδεύσουν και όχι δανεικοί από την αδελφή μου Σίβυλλα, που μου έγραψε από τη Σαξωνία ότι θα ήταν ατίμωση για την ίδια να πάω να συναντήσω έναν από τους ισχυρότερους βασιλείς της Ευρώπης απλώς με μία άμαξα και δύο φρουρούς.
  Ο αδελφός μου μιλάει ελάχιστα. Ο γάμος μου αποτελεί μεγάλο θρίαμβο για τον ίδιο και μεγάλη ευκαιρία για το δουκάτο του. Έχει συμμαχήσει με τους άλλους προτεστάντες πρίγκιπες και δούκες της Γερμανίας και όλοι ελπίζουν ότι αυτή η ένωση θα ωθήσει την Αγγλία να συμμετάσχει στη συμμαχία τους. Αν όλες οι προτεσταντικές δυνάμεις της Ευρώπης ενωθούν, τότε θα μπορέσουν να επιτεθούν στη Γαλλία ή στις κτήσεις των Αψβούργων και να διαδώσουν τον λόγο της Μεταρρύθμισης. Μπορεί να φτάσουν μέχρι και τη Ρώμη και να καταστείλουν την εξουσία του πάπα στην ίδια του την πόλη. Ποιος ξέρει τι μπορεί να επιτευχθεί για τη δόξα του Θεού, αν μόνο καταφέρω να γίνω καλή σύζυγος για έναν άντρα που μέχρι σήμερα δεν έχει μείνει ευχαριστημένος από καμία συζυγό του; 
   "Πρέπει να κάνεις το χρέος σου απέναντι στον Θεό ενώ θα υπηρετείς τον σύζυγό σου", μου λέει με στόμφο ο αδελφός μου.
   Περιμένω να δω τι ακριβώς εννοεί. 
   "Ασπάζεται τη θρησκεία των συζύγων του", συνεχίζει. "Όταν παντρεύτηκε την Ισπανίδα πριγκίπισσα, ο πάπας τον ανακήρυξε Υπερασπιστή της Πίστης. Όταν παντρεύτηκε την Άννα Μπολέυν, η βασίλισσα τον απομάκρυνε από τη δεισιδαιμονία και τον οδήγησε στο φως της Μεταρρύθμισης. Με τη βασίλισσα Τζέην ξανάγινε καθολικός και αν δεν τον άφηνε χήρο, είναι σίγουρο ότι θα είχε προλάβει να συμφιλιωθεί με τον πάπα. Και τώρα, παρότι δεν έχει καλές σχέσεις με τον πάπα, οι συμπατριώτες του είναι ως επί το πλείστον καθολικοί. Δεν θα διστάσει στιγμή να ασπαστεί τον Ρωμαιοκαθολικισμό. Αν όμως τον καθοδηγήσεις όπως οφείλεις, τότε θα αυτοανακηρυχθεί προτεστάντης βασιλιάς και ηγεμόνας και θα συμμαχήσει μαζί μας". 
   "Θα κάνω ό,τι μπορώ", λέω αβέβαια. "Αλλά είμαι μόλις είκοσι τεσσάρων χρόνων ενώ αυτός σαράντα οκτώ, και είναι βασιλιάς από πολύ μικρός. Μπορεί να μη με ακούσει". 
   "Ξέρω ότι θα κάνεις το καθήκον σου", λέει ο αδελφός μου, προσπαθώντας να καθησυχάσει τους φόβους του· ωστόσο, όσο πλησιάζει η ώρα της αναχώρησής μου, τον καταλαμβάνουν αμφιβολίες.
   "Μη μου πεις ότι ανησυχείς για την ασφάλειά της;" ακούω να του λέει ψιθυριστά η μητέρα μου ένα βράδυ που κάθεται και πίνει το κρασί του με το βλέμμα καρφωμένο στη φωτιά, σαν να βλέπει στις φλόγες το μέλλον χωρίς εμένα. 
   "Αν φροντίσει να είναι φρόνιμη, θα είναι ασφαλής. Αλλά όλοι ξέρουμε ότι ο βασιλιάς έχει μάθει ότι μπορεί να κάνει ό,τι θέλει στις κτήσεις του".
   "Μιλάς για τις συζύγους του;" τον ρωτάει ψιθυριστά.
   Ο αδελφός μου ανασηκώνει τους ώμους.
   "Δεν πρόκειται να του δώσει αφορμή ώστε να την αμφισβητήσει".
   "Όπως και να 'χει, πρέπει να την προειδοποιήσουμε. Θα έχει πάνω της εξουσία ζωής και θανάτου. Θα μπορεί να της κάνει ό,τι θέλει. Θα την ελέγχει απόλυτα".
   Είμαι κρυμμένη στις σκιές, στο πίσω μέρος του δωματίου και το αποκαλυπτικό σχόλιο του αδελφού μου με κάνει να χαμογελάσω. Από αυτή τη φράση του καταλαβαίνω επιτέλους τι τον απασχολεί όλους αυτούς τους μήνες. Θα του λείψω, όπως λείπει στο αφεντικό του ένα τεμπέλικο σκυλί, το οποίο έπνιξε τελικά πάνω σε μια κρίση θυμού. Έχει συνηθίσει να με τρομοκρατεί, να με κατηγορεί και να με βασανίζει με δεκάδες διαφορετικούς τρόπους καθημερινά και τώρα στενοχωριέται που σκέφτεται ότι ένας άλλος άντρας θα μπορεί να με κάνει ό,τι θέλει. Αν ήξερα ότι με αγαπούσε, θα έλεγα πως το κάνει από ζήλια· και θα το κατανοούσα. Όμως δεν είναι αγάπη αυτό που νιώθει για μένα. Μοιάζει περισσότερο με μια συνεχή δυσφορία που του έχει γίνει δεύτερη φύση· το να φύγω από κοντά του θα είναι σαν το ξερίζωμα ενός χαλασμένου δοντιού: δεν θα του προσφέρει καμία ανακούφιση.
   "Τουλάχιστον η παρουσία της στην Αγγλία θα εξυπηρετήσει τους σκοπούς μας", λέει με κακεντρέχεια. "Εδώ μας είναι άχρηστη. Πρέπει να τον μεταστρέψει στη Μεταρρυθμισμένη πίστη. Πρέπει να τον κάνει Λουθηρανό. Φτάνει να μην τα κάνει θάλασσα".
   "Πώς είναι δυνατόν να τα κάνει θάλασσα;" απαντά η μητέρα μου. "Αρκεί να του χαρίσει ένα παιδί. Δεν χρειάζονται ιδιαίτερες ικανότητες για κάτι τέτοιο. Είναι υγιής, τα έμμηνά της έρχονται τακτικά και τα είκοσι τέσσερα είναι καλή ηλικία για τεκνοποιία". Μένει σκεπτική για μια στιγμή. "Θα τη βρει ποθητή", λέει χωρίς περιστροφές. "Είναι καλοφτιαγμένη και ξέρει να φέρεται, το φρόντισα εγώ αυτό. Ο βασιλιάς είναι επιρρεπής στις σαρκικές απολαύσεις και στον κεραυνοβόλο έρωτα. Τον πρώτο καιρό θα παθιαστεί μαζί της επειδή θα είναι κάτι νέο γι' αυτόν, και επίσης παρθένα".
   Ο αδελφός μου πετάγεται όρθιος. "Ντροπή!" λέει με τα μάγουλά του φλογισμένα, και όχι μόνο από τη θέρμη της φωτιάς. Όλες οι ομιλίες σταματούν στο άκουσμα του ξεσπάσματός του, αλλά αμέσως όλοι κοιτάζουν αλλού. Σηκώνομαι αθόρυβα από το σκαμνί μου και αποσύρομαι στο πίσω μέρος του δωματίου. Αν έχει τα νεύρα του, καλύτερα να εξαφανιστώ. 
   "Δεν ήθελα να πω κάτι κακό, γιε μου", σπεύδει να τον κατευνάσει η μητέρα μου. "Απλώς εννοούσα ότι θα πράξει το καθήκον της και θα τον ικανοποιήσει..."
   "Δεν αντέχω να τη σκέφτομαι..." Δεν ολοκληρώνει τη φράση του. "Δεν το ανέχομαι! Δεν πρέπει να παρουσιαστεί τολμηρή!" λέει μέσα από τα δόντια του. "Πρέπει να της μιλήσεις. Δεν πρέπει να κάνει τίποτε απρεπές. Δεν πρέπει να κάνει τίποτε ανάρμοστο. Πρέπει να την προειδοποιήσεις ότι οφείλει να είναι πρωτίστως αδελφή μου και κόρη σου και μετά σύζυγος. Πρέπει να συμπεριφέρεται με ψυχρότητα, με αξιοπρέπεια. Δεν θα γίνει μία από τις πόρνες του, δεν θα συμπεριφέρεται σαν ξεδιάντροπη, λυσσασμένη..."
   "Όχι, όχι", λέει με σιγανή φωνή η μητέρα μου. "Φυσικά όχι. Δεν είναι τέτοιο κορίτσι, γιε μου. Ξέρεις με πόση αυστηρότητα την ανέθρεψα και της έμαθα να φοβάται τον Θεό και να σέβεται τους ανωτέρους της".
   "Να της το ξαναπείς", φωνάζει ο αδελφός μου. Δεν ηρεμεί με τίποτα, πρέπει να φύγω. Θα γινόταν έξω φρενών αν ήξερε ότι τον είδα σε τέτοια κατάσταση. Απλώνω το χέρι πίσω μου και ψηλαφίζω την καθησυχαστική ζεστασιά της βαριάς ταπισερί που καλύπτει τον τοίχο. Πισωπατώ αθόρυβα, δεν ξεχωρίζω σχεδόν από τις σκιές χάρη στο σκούρο φόρεμά μου. 
   "Την είδα όταν ήταν εδώ εκείνος ο ζωγράφος", συνεχίζει με πνιχτή φωνή ο αδελφός μου. "Πώς κορδωνόταν με ματαιοδοξία, πώς προσπαθούσε να ξεχωρίσει. Πόσο σφιχτά... πόσο σφιχτά... αυτά που φορούσε. Τα στήθη της... σε κοινή θέα... προσπαθούσε να φανεί ποθητή. Έχει ροπή στην αμαρτία, μητέρα. Είναι επιρρεπής... ο χαρακτήρας της είναι..." Δεν μπορεί να ξεστομίσει τη λέξη.
   "Όχι, όχι", λέει μαλακά η μητέρα. "Θέλει μόνο να τιμήσει την οικογένειά της".
   "...φιλήδονη".
   Η λέξη ακούγεται ξεκομμένη, σκίζει τη σιωπή μέσα στο δωμάτιο, σαν να αναφέρεται στην οποιαδήποτε, σαν να αναφέρεται στην αδελφή μου και όχι σε μένα. 
   Έχω φτάσει πια στην πόρτα και ανασηκώνω αθόρυβα το μάνταλο, ενώ με το άλλο δάχτυλο πνίγω τον ήχο του γλωσσιδιού. Τρεις από τις γυναίκες της Αυλής σηκώνονται διακριτικά και στέκονται μπροστά μου προκειμένου να μη γίνει αντιληπτή η έξοδός μου από τους δύο που κάθονται δίπλα στη φωτιά. Η πόρτα ανοίγει αθόρυβα πάνω στους καλολαδωμένους μεντεσέδες της. Το ψυχρό ρεύμα κάνει τις φλόγες των κεριών πλάι στη φωτιά να αναπηδήσουν, αλλά ο αδελφός και η μητέρα μου κάθονται αντικριστά και είναι τόσο απορροφημένοι στη φρίκη αυτής της μίας λέξης, που δεν γυρίζουν να κοιτάξουν.
   "Είσαι σίγουρος;" ακούω να τον ρωτάει.
   Κλείνω την πόρτα πριν ακούσω την απάντησή του και πηγαίνω γρήγορα και αθόρυβα στο δωμάτιό μας, όπου οι κυρίες επί των τιμών κάθονται δίπλα στη φωτιά και παίζουν χαρτιά με την αδελφή μου. Τα πετούν άρον άρον κάτω από το τραπέζι όταν ανοίγω απότομα την πόρτα και μπαίνω μέσα, αλλά ξεσπούν σε γέλια όταν βλέπουν ότι είμαι εγώ, ανακουφισμένες που δεν τις τσάκωσαν να χαρτοπαίζουν -η χαρτοπαιξία είναι απαγορευμένη απόλαυση για τις ανύπαντρες γυναίκες στην επικράτεια του αδελφού μου.
   "Πάω για ύπνο, έχω πονοκέφαλο, να μη με ενοχλήσει κανείς", λέω απότομα.
   Η Αμαλία γνέφει. "Ας το ελπίσουμε", λέει με συνωμοτικό ύφος. "Τι έκανες πάλι;"
   "Τίποτα", λέω. "Τίποτα, όπως πάντα".
   Πηγαίνω βιαστικά στο ιδιαίτερο δωμάτιο, πετάω άρον άρον τα ρούχα μου μέσα στο μπαούλο στα πόδια του κρεβατιού, ξαπλώνω μόνο με την καμιζόλα μου, τραβάω την κουρτίνα γύρω από το κρεβάτι και κουκουλώνομαι. Τουρτουρίζω ανάμεσα στα κρύα λινά σκεπάσματα και περιμένω να έρθει η διαταγή που ξέρω ότι δεν θα αργήσει.
   Δεν περνάνε παρά ελάχιστες στιγμές και η Αμαλία ανοίγει την πόρτα. "Πρέπει να πας στο δωμάτιο της μητέρας", λέει με θριαμβευτικό τόνο.
   "Πες της ότι είμαι αδιάθετη. Έπρεπε να πεις ότι έπεσα για ύπνο".
   "Της το είπα. Είπε να σηκωθείς, να ρίξεις πάνω σου μια κάπα και να πας. Τι έκανες πάλι;"
   Κοιτάζω κατσουφιασμένη το λαμπερό χαμόγελό της. "Τίποτα". Σηκώνομαι απρόθυμα από το κρεβάτι. "Τίποτα. Όπως πάντα, δεν έκανα τίποτα". Ξεκρεμάω την κάπα μου από τον γάντζο πίσω από την πόρτα και δένω τις κορδέλες από το σαγόνι ως τα γόνατα.
   "Του αντιμίλησες;" ρωτάει με χαιρεκακία η Αμαλία. "Γιατί του φέρνεις συνεχώς αντιρρήσεις;"
   Βγαίνω από το δωμάτιο χωρίς να απαντήσω, διασχίζω τα σιωπηλά διαμερίσματα και κατεβαίνω τα σκαλιά που οδηγούν στο δωμάτιο της μητέρας μου, στον κάτω όροφο.
   Στην αρχή μου φαίνεται πως είναι ολομόναχη, αλλά τότε παρατηρώ τη μισόκλειστη πόρτα του υπνοδωματίου της. Δεν χρειάζεται να τον ακούσω ή να τον δω, ξέρω ότι είναι εκεί και παρακολουθεί.
   Στην αρχή η μητέρα μου έχει την πλάτη γυρισμένη σε εμένα, αλλά όταν γυρίζει, βλέπω ότι κρατάει στο χέρι της τη βίτσα και ότι η έκφρασή της είναι αυστηρή. 
   "Δεν έκανα τίποτα", λέω αμέσως.
   Η μητέρα αναστενάζει εκνευρισμένη. "Είναι τρόπος αυτός να μπαίνεις στο δωμάτιο, παιδί μου;"
   Χαμηλώνω το κεφάλι. "Με συγχωρείτε, μητέρα", λέω με σιγανή φωνή.
   "Είμαι δυσαρεστημένη μαζί σου", λέει.
  Σηκώνω τα μάτια μου. "Λυπάμαι γι' αυτό. Πώς σας στενοχώρησα;"
   "Κλήθηκες να εκτελέσεις ένα ιερό καθήκον, πρέπει να οδηγήσεις τον σύζυγό σου στη Μεταρρυθμισμένη εκκλησία".
   Γνέφω καταφατικά.
   "Κλήθηκες να αναλάβεις μια θέση ύψιστης τιμής και αξιοπρέπειας και οφείλεις να συμμορφώσεις αναλόγως τη συμπεριφορά σου".
   Αναντίρρητα. Χαμηλώνω πάλι το κεφάλι.
   "Έχεις ανυπάκουο πνεύμα", συνεχίζει.
   Είναι αλήθεια.
   "Στερείσαι τις αρετές που αρμόζουν σε μια γυναίκα: υποταγή, υπακοή, ευπείθεια".
   Αλήθεια και αυτό.
   "Και φοβάμαι ότι έχεις έκλυτο χαρακτήρα", λέει με πολύ σιγανή φωνή.
   "Αυτό όχι, μητέρα", λέω το ίδιο σιγανά. "Αυτό δεν είναι αλήθεια".
   "Έτσι είναι. Ο βασιλιάς της Αγγλίας δεν θα ανεχτεί μια έκλυτη σύζυγο. Η βασίλισσα της Αγγλίας πρέπει να έχει αψεγάδιαστο χαρακτήρα. Πρέπει να είναι αμέμπτου ηθικής".
   "Μητέρα, δεν..."
   "Άννα, σκέψου λίγο!" λέει και για πρώτη φορά διακρίνω έναν τόνο ειλικρίνειας στη φωνή της. "Σκέψου το! Έβαλε να εκτελέσουν την Άννα Μπολέυν για απιστία, την κατηγόρησε ότι αμάρτησε με τη μισή Αυλή, ότι ο αδελφός της ήταν ένας από τους εραστές της. Πρώτα την έκανε βασίλισσα και στη συνέχεια την απέπεμψε με το έτσι θέλω, χωρίς στοιχεία ή αποδείξεις. Την κατηγόρησε για αιμομιξία, μαγεία, για τα ειδεχθέστερα εγκλήματα. Ο άνθρωπος αυτός φοβάται μην πληγεί η υπόληψή του. Η επόμενη βασίλισσα της Αγγλίας πρέπει να είναι πρόσωπο πέραν κάθε υποψίας. Δεν μπορούμε να εγγυηθούμε για την ασφάλειά σου, αν υπάρξει η παραμικρή αμφιβολία για το πρόσωπό σου!"
   "Μητέρα..."
   "Φίλα τη βέργα", λέει πριν προλάβω να αντιδράσω.
   Ακουμπώ τα χείλη μου πάνω στο ξύλο που κρατάει μπροστά μου. Πίσω από την πόρτα του υπνοδωματίου της τον ακούω να αναστενάζει σιγανά, πολύ σιγανά.
   "Βάλε τα χέρια σου πάνω στο κάθισμα", με προστάζει.
   Σκύβω και σφίγγω τις πλευρές της καρέκλας. Με φινετσάτες κινήσεις, σαν κυρία που σηκώνει το μαντίλι της, η μητέρα πιάνει τον ποδόγυρο της κάπας μου και την ανασηκώνει πάνω από τους μηρούς μου και ύστερα ανασηκώνει τη νυχτικιά μου, ξεγυμνώνοντας τους γλουτούς μου. Αν ο αδελφός μου αποφασίσει να κοιτάξει από τη μισάνοιχτη πόρτα, θα με δει έτσι εκτεθειμένη, σαν κοπέλα σε οίκο ακολασίας. Η βέργα σκίζει σφυρίζοντας τον αέρα και νιώθω το ξαφνικό τσίμπημα της βουρδουλιάς πάνω στους μηρούς μου. Μου ξεφεύγει μια κραυγή και δαγκώνω τα χείλη μου. Μακάρι να ήξερα πόσες ξυλιές θα πρέπει να δεχτώ. Σφίγγω τα δόντια μου και περιμένω την επόμενη. Πρώτα το σφύριγμα του αέρα και ύστερα τον κοφτερό πόνο, σαν σπαθιά σε ατιμωτική μονομαχία. Δύο. Ο ήχος της επόμενης βουρδουλιάς έρχεται πολύ γρήγορα, πριν προλάβω να προετοιμαστώ και μου ξεφεύγει άλλη μια κραυγή πόνου, ενώ τα δάκρυά μου αρχίζουν να κυλούν καυτά και γρήγορα σαν αίμα.
   "Σήκω πάνω, Άννα", μου λέει ψυχρά και μου κατεβάζει τη νυχτικιά και την κάπα.
   Τα δάκρυα τρέχουν στο πρόσωπό μου και ακούω τα παιδιάστικα αναφιλητά μου.
   "Πήγαινε στο δωμάτιό σου και διάβασε τη Βίβλο", μου λέει. "Σκέψου ιδιαίτερα το βασιλικό πεπρωμένο που σε καλεί. Η γυναίκα του Καίσαρα, Άννα. Η γυναίκα του Καίσαρα".
   Είμαι υποχρεωμένη να υποκλιθώ. Η αδέξια κίνηση μου προξενεί ένα κύμα πόνου και κλαψουρίζω σαν δαρμένο κουτάβι. Πηγαίνω στην πόρτα και την ανοίγω. Ο άνεμος μου παίρνει την πόρτα από το χέρι και στο απότομο ρεύμα που δημιουργείται ανοίγει αναπάντεχα διάπλατα η εσωτερική πόρτα του υπνοδωματίου της μητέρας. Στη σκιά στέκει ο αδελφός μου, με το πρόσωπο τραβηγμένο, σαν να δέχτηκε αυτός τις βουρδουλιές, και τα χείλη σφιγμένα, σαν να προσπαθεί να μη φωνάξει. Για μια φριχτή στιγμή οι ματιές μας διασταυρώνονται και με κοιτάζει με πρόσωπο παραμορφωμένο από μια απεγνωσμένη ανάγκη. Χαμηλώνω τα μάτια και του γυρίζω την πλάτη, σαν να μην τον είδα, σαν να είμαι τυφλή. Ό,τι και αν θέλει από μένα, δεν θέλω να το ακούσω. Βγαίνω παραπατώντας από το δωμάτιο, με τη νυχτικιά μου να κολλάει από το αίμα που έχει τρέξει στο πίσω μέρος των μηρών μου. Θα έδινα τα πάντα για να φύγω μακριά τους.


Τζέην Μπολέυν, ανάκτορα του Γκρίνουιτς
Δεκέμβριος 1539
   Δόξα τω Θεώ, είμαι πάλι στο Γκρίνουιτς, το πιο όμορφο από τα βασιλικά ανάκτορα, πίσω στα διαμερίσματα της βασίλισσας, εκεί όπου ανήκω. Την τελευταία φορά που ήμουν εδώ περιποιούμουν την Τζέην Σέυμουρ που καιγόταν στον πυρετό και ζητούσε τον Ερρίκο, ο οποίος δεν ήρθε ποτέ· τώρα όμως τα δωμάτια έχουν ξαναβαφτεί, η θέση μου στο παλάτι αποκαταστάθηκε και η Τζέην Σέυμουρ έχει περάσει στη λήθη. Μόνο εγώ έχω μείνει ζωντανή. Επέζησα από την πτώση της βασίλισσας Αικατερίνης, την ατίμωση της βασίλισσας Άννας και τον θάνατο της βασίλισσας Τζέην. Μου φαίνεται σαν θαύμα που επέζησα, αλλά να με πάλι εδώ, πίσω στην Αυλή, μία από τις ελάχιστες εκλεκτές, τις ελάχιστες πολύ εκλεκτές. Θα υπηρετήσω τη νέα βασίλισσα όπως υπηρέτησα τις προκατόχους της, με αγάπη και αφοσίωση, καιροφυλακτώντας για τυχόν προσωπικές ευκαιρίες. Θα έχω και πάλι τη δυνατότητα να μπαινοβγαίνω στα ωραιότερα διαμερίσματα των ωραιότερων παλατιών της χώρας. Βρίσκομαι και πάλι εκεί όπου ανήκω λόγω καταγωγής και ανατροφής.
   Mερικές φορές ξεχνάω όλα όσα συνέβησαν. Μερικές φορές ξεχνάω ότι είμαι μια τριαντάχρονη χήρα και ότι έχω έναν γιο που ζει μακριά μου. Νομίζω ότι είμαι πάλι νέα, με έναν σύζυγο που λατρεύω, και ότι έχω όλο το μέλλον μπροστά μου. Νιώθω ότι ξαναβρέθηκα στο κέντρο του κόσμου μου. Μπορώ να πω σχεδόν ότι ξαναγεννήθηκα.
   Ο βασιλιάς σχεδιάζει χριστουγεννιάτικο γάμο και οι κυρίες επί των τιμών της βασίλισσας συγκεντρώνονται εδώ για τους εορτασμούς. Χάρη στον κύριό μου, τον δούκα, είμαι κι εγώ μία από αυτές. Ξαναβρίσκομαι ανάμεσα στους φίλους και στους αντιπάλους που γνωρίζω από τα παιδικά μου χρόνια. Κάποιοι με καλωσορίζουν με ειρωνικά χαμόγελα και συγκαλυμμένες προσβολές, κάποιοι με κοιτάζουν με μισό μάτι. Όχι ότι αγαπούσαν την Άννα -όχι βέβαια- αλλά τους τρόμαξε η πτώση της και θυμούνται ότι μόνο εγώ γλίτωσα, σαν από θαύμα. Γι' αυτό, όταν με βλέπουν, σταυροκοπιούνται και ξεθάβουν παλιά κουτσομπολιά εναντίον μου.
   Η Μπέσυ Μπλάουντ, πρώην ερωμένη του βασιλιά, η οποία καλοπαντρεύτηκε με τον λόρδο Κλίντον, με καλωσορίζει ευγενικά. Οι άλλες γυναίκες βλέπουν την Μπέσυ να με χαιρετάει και με πλησιάζουν και αυτές: Σέυμουρ, Πέρσυ, Κουλπέπερ, Νέβιλ. Όλες οι ισχυρές οικογένειες του τόπου κάνουν τα αδύνατα δυνατά για να εξασφαλίσουν στις κόρες τους μια θέση στον στενό κύκλο της Αυλής της βασίλισσας. Κάποιες ξέρουν άσχημα πράγματα για μένα και κάποιες υποψιάζονται ακόμα χειρότερα. Δεν με ενδιαφέρει. Έχω αντιμετωπίσει πολύ χειρότερα από την κακία κάποιων φθονερών γυναικών και εξάλλου είμαι συγγενής των περισσότερων και αντίπαλος όλων. Αν θελήσει καμιά τους να μου προκαλέσει μπελάδες, καλά θα κάνει να θυμάται ότι χαίρω της προστασίας του δούκα και ότι μόνο ο Τόμας Κρόμγουελ είναι πιο ισχυρός από μας.
   Αυτή που τρέμω να συναντήσω, αυτή που δεν θέλω σε καμία περίπτωση να δω είναι η Κάθριν Κάρεϋ, η κόρη της Μαρίας Μπολέυν, της στρυφνής κουνιάδας μου. Η Κάθριν είναι ένα δεκαπεντάχρονο παιδί και δεν θα έπρεπε να τη φοβάμαι, αλλά η μητέρα της είναι πραγματικός φόβος και τρόμος και ποτέ δεν με πολυσυμπάθησε. Ο δούκας εξασφάλισε μια θέση στην Αυλή για τη μικρή Κάθριν και διέταξε τη μητέρα της να τη στείλει στην πηγή όλων των εξουσιών και του πλούτου, και η Μαρία, η απρόθυμη Μαρία, υπάκουσε. Φαντάζομαι με πόση απροθυμία θα αγόρασε φορέματα στην κόρη της και θα έβαλε να της φτιάξουν τα μαλλιά και θα της έμαθε πώς να υποκλίνεται και να χορεύει. Η Μαρία είδε την οικογένειά της να εξυψώνεται στα ουράνια χάρη στην ομορφιά και στο πνεύμα της αδελφής και του αδελφού της και ύστερα είδε τα κομματιασμένα πτώματά τους να παραχώνονται μέσα σε μικροσκοπικά φέρετρα. Η Άννα αποκεφαλίστηκε και το σώμα της τοποθετήθηκε σαβανωμένο μέσα σε κουτί, ενώ το κεφάλι της μπήκε σε καλάθι. Ο καλός μου Τζωρτζ... αλλά δεν αντέχω να το σκέφτομαι.
   Αρκεί να πω ότι η Μαρία με κατηγορεί για όλα τα δεινά που τη βρήκαν και για τις απώλειές της, με κατηγορεί για τον χαμό του αδελφού και της αδελφής της, χωρίς να αναλογιστεί ποτέ τι ρόλο έπαιξε η ίδια στην οικογενειακή τραγωδία μας. Θαρρείς και μπορούσα να τους σώσω, θαρρείς και δεν έκανα ό,τι περνούσε από το χέρι μου μέχρι την τελευταία μέρα, ως την ύστατη στιγμή, εκεί στο ικρίωμα, όταν δεν μπορούσε πια να κάνει κανείς τίποτα.
   Η Κάθριν Κάρεϋ είναι δεκαπέντε χρόνων και θα μείνει με τις άλλες νεαρές δεσποινίδες: την κοινή ξαδέλφη μας Αικατερίνη Χάουαρντ, την Ανν Μπάσετ, τη Μαίρη Νόρις· μαζί με όλες αυτές τις φιλόδοξες νεαρές που δεν ξέρουν τίποτα και που ελπίζουν τα πάντα. Κι εγώ θα τις καθοδηγώ και θα τις συμβουλεύω από τη θέση της γυναίκας που έχει υπηρετήσει και παλαιότερες βασίλισσες. Η Κάθριν Κάρεϋ δεν θα μιλήσει στις φίλες της για τις μέρες που πέρασε στον Πύργο με τη θεία της Άννα Μπολέυν, για τις συμφωνίες της τελευταίας στιγμής, για τις υποσχέσεις στα σκαλιά του ικριώματος, για τη χάρη που υποσχέθηκαν ότι θα της δώσουν αλλά που δεν δόθηκε ποτέ. Δεν θα τους πει ότι όλοι μας -συμπεριλαμβανομένης της αγίας μητέρας της- αφήσαμε την Άννα να πάει στη λαιμητόμο. Μπορεί να μεγάλωσε σαν Κάρεϋ, αλλά είναι πέρα για πέρα μια Μπολέυν -η νόθα κόρη του βασιλιά- και μια Χάουαρντ, και ξέρει ότι θα πρέπει να κρατήσει το στόμα της κλειστό.
   Απούσης της νέας βασίλισσας, πρέπει να εγκατασταθούμε στα διαμερίσματα χωρίς αυτή και να περιμένουμε. Επειδή ο καιρός ήταν κακός, το ταξίδι της από την Κλεβ στο Καλαί καθυστέρησε. Υπάρχει η πεποίθηση ότι δεν θα καταφέρει να φτάσει εγκαίρως ώστε να πραγματοποιηθεί ο χριστουγεννιάτικος γάμος. Αν μου δινόταν η ευκαιρία να τη συμβουλέψω, θα της έλεγα να αψηφήσει κάθε κίνδυνο και να έρθει με πλοίο. Ξέρω ότι το ταξίδι είναι μακρύ και ότι ο διάπλους του στενού της Μάγχης μπορεί να είναι επικίνδυνος τον χειμώνα, αλλά μια νύφη δεν επιτρέπεται να αργεί στο γάμο της· πόσο μάλλον που στον συγκεκριμένο βασιλιά δεν αρέσει η αναμονή. Δεν του αρέσει η ματαίωση των σχεδίων του.
   Δεν είναι πλέον ο πρίγκιπας που γνώρισα όταν πρωτοπήγα στην Αυλή. Τότε ήταν ο νεαρός σύζυγος μιας όμορφης νύφης, ο χρυσός βασιλιάς. Τον χαρακτήριζαν ως τον ομορφότερο πρίγκιπα του χριστιανικού κόσμου, και δεν ήταν υπερβολή. Η Μαρία Μπολέυν ήταν ερωτευμένη μαζί του, η Άννα ήταν ερωτευμένη μαζί του, εγώ ήμουν ερωτευμένη μαζί του. Δεν υπήρχε κορίτσι στην Αυλή, ούτε σε ολόκληρη τη χώρα, που να μπορούσε να του αντισταθεί. Αλλά μετά στράφηκε ενάντια στη σύζυγό του, τη βασίλισσα Αικατερίνη, μια καλή γυναίκα, και η Άννα τού έμαθε πώς να είναι σκληρόκαρδος. Η Αυλή της -η σπινθηροβόλα, νεανική, αμείλικτη Αυλή της- καταδίωξε τη βασίλισσα και την καταδίκασε στη δυστυχία, ενώ έκανε τον βασιλιά να χορεύει στον αιρετικό ρυθμό μας. Τον ξεγελάσαμε, του φυτέψαμε στο μυαλό την ιδέα ότι η βασίλισσα του είπε ψέματα και ότι ο Γούλου τον πρόδωσε. Αλλά μετά, το καχύποπτο μυαλό του ξέφυγε από τον έλεγχό μας. Ο βασιλιάς άρχισε να υποπτεύεται κι εμάς. Ο Κρόμγουελ τον έπεισε ότι η Άννα τον είχε προδώσει και οι Σέυμουρ μας κατηγόρησαν ως συνωμότες. Στο τέλος, ο βασιλιάς έχασε κάτι πολύ πιο σημαντικό από μία σύζυγο -ή έστω δύο: έχασε την αίσθηση της εμπιστοσύνης. Του μάθαμε την καχυποψία. Και έτσι, εκείνος ο χρυσός νέος έδωσε τη θέση του στο σημερινό βασιλιά, που περιτριγυρίζεται από ανθρώπους που τον τρέμουν και έχει μετατραπεί σε δυνάστη. Έχει γίνει επικίνδυνος και μοχθηρός σαν βασανισμένη αρκούδα. Είπε στην πριγκίπισσα Μαρία ότι θα τη σκοτώσει έτσι και τον αψηφήσει και ύστερα την ανακήρυξε νόθα και της αφαίρεσε τον τίτλο της πριγκίπισσας. Όσο για την πριγκίπισσα Ελισάβετ, την απόγονο των Μπολέυν και ανιψιά μου, την ανακήρυξε νόθα, ενώ η γκουβερνάντα της λέει ότι το παιδί δεν έχει καν ρούχα να φορέσει.
   Και τέλος, είναι και όλα αυτά που έγιναν με τον Ερρίκο Φιτζρόυ, τον γιο του: τη μία μέρα αναγνωρίστηκε ως νόμιμος γιος του βασιλιά και ανακηρύχθηκε πρίγκιπας της Ουαλίας και την αμέσως επόμενη έπεσε νεκρός από μυστηριώδη ασθένεια και ζητήθηκε από τον κύριό μου, τον δούκα, να τον θάψουν μέσα στα άγρια μεσάνυχτα. Όλα τα πορτρέτα του καταστράφηκαν και απαγορεύτηκε κάθε αναφορά στο όνομά του. Τι σόι άνθρωπος βλέπει τον γιο του να πεθαίνει και να θάβεται χωρίς να λέει λέξη; Τι σόι πατέρας λέει στις δύο μικρές του κόρες ότι δεν είναι παιδιά του; Τι σόι άνθρωπος στέλνει τους φίλους και τη σύζυγό του στη λαιμητόμο και όταν πληροφορείται το θάνατό τους συνεχίζει να χορεύει; Τι σόι άνθρωπος είναι αυτός στον οποίο δώσαμε απόλυτη εξουσία πάνω στις ζωές και στις ψυχές μας;
   Και το χειρότερο από όλα: οι ενάρετοι ιερείς που κρεμάστηκαν από τα δοκάρια των εκκλησιών τους, οι πιστοί που οδηγήθηκαν στην πυρά με τα μάτια χαμηλωμένα και τη σκέψη τους στα ουράνια, οι εξεγέρσεις σε Βορρά και Ανατολή· και ο βασιλιάς να εγγυάται στους εξεγερμένους να τον εμπιστευτούν, ότι θα δεχτεί να τους ακούσει· και ύστερα η φριχτή προδοσία που οδήγησε χιλιάδες ανόητους σε ολόκληρη τη χώρα στην αγχόνη και μετέτρεψε τον κύριό μου, τον δούκα του Νόρφολκ, σε σφαγέα των συμπατριωτών του. Αυτός ο βασιλιάς έχει σκοτώσει και συνεχίζει να σκοτώνει χιλιάδες υπηκόους του. Ο έξω κόσμος λέει ότι ο βασιλιάς έχει τρελαθεί και περιμένουν ότι θα επαναστατήσουμε. Όμως εμείς, ίδιοι με τρομαγμένα σκυλιά στο λάκκο με τις αρκούδες, δεν τολμάμε να κάνουμε τίποτα, παρά μόνο τον κοιτάζουμε και γρυλίζουμε.
   Όπως και να έχει, προς το παρόν είναι ευδιάθετος, παρά την αργοπορία της νέας βασίλισσας. Παρότι δεν παρουσιάστηκα ακόμα μπροστά του, με πληροφόρησαν ότι θα με δεχτεί με ευγένεια, μαζί με τις υπόλοιπες κυρίες επί των τιμών. Την ώρα που παίρνει το δείπνο του μπαίνω κρυφά στα διαμερίσματά του για να δω το πορτρέτο της νέας βασίλισσας, το οποίο φυλάει στην αίθουσα ακροάσεων. Ο χώρος είναι άδειος, το πορτρέτο είναι τοποθετημένο πάνω σε καβαλέτο και φωτίζεται από μεγάλα τετράγωνα κεριά. Οφείλω να ομολογήσω ότι είναι γλυκιά. Έχει τίμιο πρόσωπο, ευθύ βλέμμα και όμορφα μάτια. Με την πρώτη ματιά καταλαβαίνω γιατί του άρεσε. Το πρόσωπό της δεν διαθέτει καμία γοητεία, κανέναν αισθησιασμό. Δεν φαίνεται τσαχπίνα, επικίνδυνη ή φιλήδονη. Δεν έχει καμία φινέτσα. Δείχνει νεότερη από είκοσι τεσσάρων χρόνων· κάπως αργόστροφη, τολμώ να πω. Δεν θα είναι σαν τη βασίλισσα Άννα, αυτό είναι σίγουρο. Δεν είναι μια γυναίκα που θα κάνει την Αυλή και τη χώρα άνω κάτω, χορεύοντάς τους στο ταψί. Δεν είναι από τις γυναίκες που εμπνέουν παράφορο πάθος στους άντρες, που απαιτούν να τους αφιερώνουν ερωτικά ποιήματα. Και βέβαια, αυτό ακριβώς θέλει πλέον ο βασιλιάς: να μην αγαπήσει ποτέ ξανά μια γυναίκα σαν την Άννα.
   Η Άννα του έκοψε, ίσως για πάντα, κάθε διάθεση για ερωτικές περιπέτειες. Έβαλε φωτιά στα θεμέλια της Αυλής του, ώσπου όλα παραδόθηκαν στις φλόγες. Ο βασιλιάς μοιάζει με κάποιον που κάηκε από το χυλό και τώρα φυσάει και το γιαούρτι, ενώ κι εγώ είδα το σπίτι μου να γίνεται στάχτη. Δεν θέλει να ξαναπαντρευτεί μια θελκτική ερωμένη κι εγώ δεν θέλω να ξαναμυρίσω καπνό στη ζωή μου. Επιθυμεί να έχει στο πλευρό του μια σταθερή σύζυγο και μετά μπορεί να ψάξει αλλού για να βρει τον έρωτα, τον κίνδυνο και τη σαγήνη. 
   "Ωραία ζωγραφιά", λέει μια αντρική φωνή πίσω μου και όταν γυρίζω, αντικρίζω τα σκούρα μαλλιά και το μακρύ, ωχρό πρόσωπο του θείου μου, του Τόμας Χάουαρντ, του δούκα του Νόρφολκ, του ισχυρότερου άντρα της χώρας μετά τον βασιλιά.
   Υποκλίνομαι βαθιά. "Πράγματι, κύριε", λέω.
   Γνέφει και τα σκούρα μάτια του με κοιτάζουν σταθερά. "Πιστεύεις ότι της μοιάζει;"
   "Θα το μάθουμε πολύ σύντομα, κύριε".
   "Εμένα πρέπει να ευχαριστήσεις για τη θέση σου στην Αυλή της", μου πετάει αδιάφορα. "Εγώ το κανόνισα".
   "Ευχαριστώ πάρα πολύ. Σας χρωστάω την ίδια μου τη ζωή. Η επιθυμία σας είναι διαταγή".
   Γνέφει. Δεν μου έχει δείξει ποτέ καλοσύνη, παρά μόνο μία φορά, όταν μου έκανε εκείνη τη μεγάλη χάρη και με γλίτωσε από τη φωτιά που κατέκαψε την Αυλή. Είναι τραχύς άνθρωπος, λιγομίλητος. Λένε ότι μόνο μία γυναίκα αγάπησε στη ζωή του -την Αικατερίνη της Αραγώνας- και παρ' όλα αυτά έμεινε αμέτοχος βλέποντάς τη να οδηγείται στη φτώχεια, στην παραμέληση και στο θάνατο προκειμένου να βάλει την ανιψιά του στη θέση της. Επομένως, δεν έχει έτσι κι αλλιώς μεγάλη αξία το να κερδίσεις τη συμπάθειά του.
   "Θα μου αναφέρεις ό,τι συμβαίνει στα διαμερίσματά της", λέει δείχνοντας με ένα νεύμα το πορτρέτο. "Όπως έκανες πάντα". Μου δίνει το μπράτσο του και μου κάνει την τιμή να με συνοδεύσει στο δείπνο. Υποκλίνομαι πάλι γιατί ξέρω ότι του αρέσουν οι επιδείξεις σεβασμού και ακουμπώ ανάλαφρα το χέρι μου πάνω στο μανίκι του. "Θέλω να μαθαίνω αν ικανοποιεί τον βασιλιά, πότε θα συλλάβει, ποιον βλέπει, πώς συμπεριφέρεται, καθώς και αν θα φέρει στην Αυλή Λουθηρανούς ιερείς. Τέτοια πράγματα. Καταλαβαίνεις".
   Καταλαβαίνω. Προχωράμε μαζί προς την πόρτα.
   "Πιστεύω ότι θα προσπαθήσει να τον επηρεάσει στο θέμα της πίστης", λέει. "Δεν μπορούμε να ανεχτούμε κάτι τέτοιο. Δεν θα τον αφήσουμε να στραφεί ακόμα περισσότερο στη Μεταρρύθμιση. Θα πρέπει να κοιτάξεις τη βιβλιοθήκη της για να δεις αν διαβάζει απαγορευμένα γραπτά. Επίσης, θα πρέπει να έχεις το νου σου στις κυρίες επί των τιμών σε περίπτωση που μας κατασκοπεύουν και στέλνουν αναφορές στην Κλεβ. Αν κάποια εκφράσει οποιαδήποτε αιρετική άποψη, θέλω να το μάθω αμέσως. Ξέρεις τι πρέπει να κάνεις".
   Όντως ξέρω. Μέχρι και το τελευταίο μέλος αυτής της εκτεταμένης οικογένειας γνωρίζει ποιο είναι το χρέος του. Όλοι μας πασχίζουμε από κοινού να διαφυλάξουμε την εξουσία και την περιουσία του Οίκου των Χάουαρντ.
   Καθώς πλησιάζουμε στην αίθουσα συμποσίων, ακούω τις φωνές και τη φασαρία των παρευρισκομένων, καθώς παραταγμένοι υπηρέτες με μεγάλες κανάτες κρασί και πιατέλες φορτωμένες κρέατα σερβίρουν τους εκατοντάδες ανθρώπους που δειπνούν κάθε μέρα μαζί με τον βασιλιά. Στον εξώστη πάνω από τη σάλα βρίσκονται εκείνοι που έχουν έρθει για να παρακολουθήσουν αυτό το τεράστιο τέρας: την Αυλή των ευγενών -ένα τέρας με εκατό στόματα, εκατομμύρια πλεκτάνες και διακόσια μάτια καρφωμένα στον βασιλιά, τη μοναδική πηγή πλούτου, δύναμης και προνομίων.
   "Θα δεις ότι έχει αλλάξει", μου λέει στο αυτί ο δούκας. "Δεν ευχαριστιέται εύκολα".
   Συλλογίζομαι το κακομαθημένο αγόρι που μπορούσες να του αποσπάσεις την προσοχή με ένα αστείο, ένα στοίχημα ή μια πρόκληση. "Ανέκαθεν ήταν άστατος".
   "Τώρα είναι πολύ χειρότερος", λέει ο κύριός μου. "Οι διαθέσεις του αλλάζουν απροειδοποίητα, γίνεται βίαιος· σε κλάσματα του δευτερολέπτου μπορεί να ξεσπάσει στον Κρόμγουελ και να τον χτυπήσει στο πρόσωπο. Μπορεί να εξοργιστεί με κάτι και να του ανέβει το αίμα στο κεφάλι. Κάτι που τον ευχαριστεί το πρωί μπορεί να τον εξοργίζει το βράδυ. Θέλω να είσαι προετοιμασμένη".
   Γνέφω. "Τον σερβίρουν γονατιστοί τώρα πια", λέω παρατηρώντας την καινούρια μόδα.
   Ο δούκας γελάει κοφτά. "Και τον αποκαλούν «μεγαλειότατο»", λέει. "Ο τίτλος «εξοχότατος» αρκούσε στους Πλανταγενέτες, αλλά όχι σε αυτόν τον βασιλιά. Πρέπει να τον αποκαλούμε «μεγαλειότατο», σαν να είναι θεός".
   "Και ο κόσμος δέχεται να του κάνει τέτοια τιμή;"ρωτάω απορημένη.
   "Το ίδιο θα κάνεις κι εσύ", μου λέει. "Αν ο Ερρίκος θέλει να του φέρονται σαν θεό, κανείς δε θα τολμήσει να τον αψηφήσει".
   "Οι λόρδοι;" απορώ, καθώς συλλογίζομαι τους περήφανους ισχυρούς άντρες του βασιλείου που χαιρέτιζαν τον πατέρα αυτού του ανθρώπου σαν ίσοι προς ίσον, χάρη στην πίστη των οποίων πήρε το θρόνο του ο Ερρίκος. 
   "Θα δεις", λέει βλοσυρά ο κύριός μου. "Άλλαξαν τους νόμους περί προδοσίας ώστε ακόμα και το να σκεφτείς να του αντιταχθείς τιμωρείται με θάνατο. Κανείς δεν τολμάει να του εναντιωθεί από φόβο μην του χτυπήσουν την πόρτα τα μεσάνυχτα και τον οδηγήσουν στον Πύργο του Λονδίνου για ανάκριση και αφήσει τη γυναίκα του χήρα χωρίς καν δίκη".
   Κοιτάζω το τραπέζι του βασιλιά και βλέπω έναν τεράστιο όγκο καθισμένο στο θρόνο, να μπουκώνεται και με τα δύο χέρια. Δεν έχω ξαναδεί πιο χοντρό άνθρωπο στη ζωή μου. Οι ώμοι του είναι αποκρουστικοί, ο λαιμός του θυμίζει βόδι, τα χαρακτηριστικά του είναι παραμορφωμένα από το λίπος, τα δάχτυλά του μοιάζουν με χοντρά λουκάνικα.
   "Θεέ μου, έχει πρηστεί σαν κτήνος!" αναφωνώ. "Τι του συνέβη; Είναι άρρωστος; Δεν τον αναγνωρίζω. Δεν είναι ο πρίγκιπας που ήταν κάποτε".
   "Είναι επικίνδυνος", λέει ο κύριός μου με φωνή σαν ψίθυρο. "Για τον εαυτό του εξαιτίας των υπερβολών του και για τους άλλους εξαιτίας της οξυθυμίας τους. Να είσαι προετοιμασμένη". 
   Καταφέρνω να κρύψω την ταραχή μου και πηγαίνω στο τραπέζι που κάθονται οι κυρίες επί των τιμών της βασίλισσας, όπου μου κάνουν χώρο και με χαιρετούν με τ' όνομά μου, ενώ πολλές με προσφωνούν ξαδέλφη. Νιώθω τα μικρά γουρουνίσια μάτια του βασιλιά καρφωμένα πάνω μου και υποκλίνομαι βαθιά προς το μέρος του προτού καθίσω στη θέση μου. Κανείς άλλος δεν δίνει σημασία στο κτήνος που έχει πάρει τη θέση του πρίγκιπα. Είναι σαν να βρισκόμαστε μέσα σε παραμύθι και μας έχουν κάνει μάγια για να μη βλέπουμε σε τι τέρας έχει μεταμορφωθεί ο βασιλιάς.
   Αρχίζω να τρώω από την κοινή πιατέλα, ενώ γεμίζουν την κούπα μου με φίνο κρασί. Κοιτάζω τα πρόσωπα της Αυλής τριγύρω μου. Είμαι στο σπίτι μου, ανάμεσα σε ανθρώπους που γνωρίζω όλη μου τη ζωή. Χάρη στις προσπάθειες του δούκα να εξασφαλίσει επωφελείς γάμους για όλες τις απογόνους των Χάουαρντ, συγγενεύω με τις περισσότερες από αυτές και όπως οι περισσότερες, έτσι κι εγώ έχω υπηρετήσει πολλές βασίλισσες. 'Όπως οι περισσότερες, έτσι κι εγώ ακολούθησα τις επιταγές της εκάστοτε βασίλισσας όσον αφορά τον τρόπο κόμμωσης -τριγωνική κουάφ, εγγλέζικη κουάφ, γαλλική κουάφ- και προσευχής -παπιστές, μεταρρυθμιστές, αγγλικανοί. Κουτσομιλώ ισπανικά, μιλώ άπταιστα γαλλικά και έχω καθίσει ώρες σιωπηλή ράβοντας ρούχα για τους φτωχούς. Έμαθα και είδα πολλά υπηρετώντας τις προηγούμενες βασίλισσες της Αγγλίας. Και πολύ σύντομα θα δω και την επόμενη και θα μάθω τα πάντα γι' αυτή: τα μυστικά, τις ελπίδες και τα ελαττώματά της. Θα την παρακολουθώ και θα ενημερώνω τον κύριό μου, τον δούκα. Και ίσως, ακόμα και μέσα σε μια Αυλή που τρέμει έναν βασιλιά που έχει μετατραπεί σε τύραννο, ακόμα και χωρίς τον σύζυγό μου, ακόμα και χωρίς την Άννα, γευτώ και πάλι την ευτυχία.


Άννα, Καλαί
Δεκέμβριος 1539
   Το ταξίδι μου είναι μεγάλο και στο μεταξύ έχω αρχίσει να μαθαίνω τι με περιμένει όταν θα γίνω βασίλισσα. Οι Αγγλίδες κυρίες που έστειλε ο βασιλιάς να με συνοδεύσουν μου μιλάνε κάθε μέρα αγγλικά, ενώ ο λόρδος του Σαουθάμπτον βρίσκεται διαρκώς δίπλα μου, σε κάθε πόλη από όπου περνάμε, και με καθοδηγεί δίνοντάς μου πολύ χρήσιμες συμβουλές. Ο κόσμος εδώ είναι πολύ τυπικός και σοβαρός και τα πάντα πρέπει να γίνονται με τυπικότητα, σύμφωνα με αυστηρούς κανόνες. Μαθαίνω να κρύβω τον ενθουσιασμό μου μπροστά στις θερμές εκδηλώσεις υποδοχής, τις μουσικές και τα πλήθη που συγκεντρώνονται παντού για να με δουν. Δεν θέλω να συμπεριφέρομαι σαν επαρχιώτισσα αδελφή ενός ήσσονος δούκα, αλλά σαν πραγματική βασίλισσα της Αγγλίας.
   Σε κάθε πόλη βγαίνουν άνθρωποι στους δρόμους για να με υποδεχτούν, φωνάζοντας το όνομά μου και φέρνοντάς μου λουλούδια και δώρα. Στις περισσότερες πόλεις μου δίνουν όρκους πίστης και μου δωρίζουν πουγκιά με χρυσάφι ή πολύτιμα κοσμήματα. Αλλά η άφιξή μου στο λιμάνι του Καλαί, την πρώτη εγγλέζικη πόλη που συναντώ, ξεπερνάει κάθε προηγούμενο. Είναι ένα ισχυρό αγγλικό κάστρο, με μια μεγάλη περιτειχισμένη πόλη γύρω του, που χτίστηκε για να αποκρούει τις εχθρικές επιθέσεις της Γαλλίας έξω από τις καλά φυλασσόμενες πύλες του. Μπαίνουμε από τη νότια πύλη που βλέπει στο δρόμο που οδηγεί στο βασίλειο της Γαλλίας, εκεί μας υποδέχεται ο Άγγλος λόρδος Λάιλ, καθώς και δεκάδες άλλοι ευγενείς. Είναι όλοι τους εξαίσια ντυμένοι και συνοδεύονται από μια μικρή στρατιά ακολούθων με κόκκινες και μπλε λιβρέες.
   Δοξάζω τον Θεό που μου έστειλε τον λόρδο Λάιλ για φίλο και σύμβουλο σε τούτες τις δύσκολες μέρες, γιατί είναι ένας καλοσυνάτος άνθρωπος που μου θυμίζει κάπως τον πατέρα μου. Χωρίς αυτόν θα είχα μείνει άφωνη από τον τρόμο, όπως και από τα ελλιπή αγγλικά μου. Είναι ντυμένος βασιλικά και τον συνοδεύουν τόσοι Άγγλοι ευγενείς, που νομίζω ότι απλώνεται μπροστά μου μια θάλασσα από γούνες και βελούδα. Ωστόσο, σφίγγει το παγωμένο χέρι μου με ζεστασιά και μου χαμογελάει και μου λέει: "Κουράγιο". Και παρότι δεν καταλαβαίνω τη σημασία της λέξης μέχρι να μου τη μεταφράσει η διερμηνέας μου, εντούτοις στο πρόσωπό του αναγνωρίζω έναν φίλο. Του χαμογελάω αδύναμα και αυτός περνάει το χέρι μου στο μπράτσο του και με οδηγεί στην πλατιά λεωφόρο που βγάζει στο λιμάνι. Οι καμπάνες ηχούν το καλωσόρισες και οι δρόμοι κατακλύζονται από γυναικόπαιδα που ήρθαν να με δουν, ενώ μαθητευόμενοι και υπηρέτες αλαλάζουν "Ζήτω η Άννα της Κλεβ!" όταν περνώ από μπροστά τους.
   Στο λιμάνι είναι αγκυροβολημένα δύο τεράστια πλοία: το ένα είναι του βασιλιά και ονομάζεται Σουϊπστέικ, όνομα που έχει σχέση με τον τζόγο, ενώ το άλλο ονομάζεται Λέων. Με το που με βλέπουν να πλησιάζω υψώνουν σημαίες ενώ συγχρόνως ηχούν σάλπιγγες. Τα πλοία έχουν σταλεί από την Αγγλία για να με μεταφέρουν στο βασιλιά και τα συνοδεύει ένας τεράστιος στόλος. Οι κανονιέρηδες ρίχνουν ομοβροντίες και σε λίγη ώρα ολόκληρη η πόλη πνίγεται από την κάπνα και τον θόρυβο. Όμως είναι μεγάλη η φιλοφρόνηση που μου κάνουν, οπότε χαμογελώ και προσπαθώ να μη μορφάσω. Ύστερα πηγαίνουμε στο Στέιπλ Χωλ, όπου ο δήμαρχος και οι έμποροι της πόλης με καλωσορίζουν με μακροσκελείς ομιλίες και δύο πουγκιά χρυσάφι, ενώ η λαίδη Λάιλ, που έχει έρθει να με καλωσορίσει μαζί με τον σύζυγό της, μου παρουσιάζει τις κυρίες επί των τιμών μου.
   Έπειτα με συνοδεύουν όλοι μαζί στον οίκο του βασιλιά, το Τσέκερς, όπου στέκομαι όρθια καθώς οι ευγενείς έρχονται μπροστά μου ένας - ένας, μου συστήνονται, με καλωσορίζουν και υποκλίνονται. Είμαι τόσο εξαντλημένη και φορτισμένη από τα γεγονότα της ημέρας, που νιώθω τις δυνάμεις μου να με εγκαταλείπουν, όμως αυτοί συνεχίζουν να έρχονται ο ένας μετά τον άλλον. Η λαίδη Λάιλ στέκεται δίπλα μου και μου ψιθυρίζει τα ονόματα και μερικές πληροφορίες για τον καθένα τους, αν και δεν καταλαβαίνω τα λόγια της. Άλλωστε, έχουν μαζευτεί τόσα πολλά άγνωστα πρόσωπα γύρω μου, που μου είναι αδύνατον να τα θυμάμαι όλα. Έχει μαζευτεί ένα τεράστιο ετερόκλητο πλήθος ανθρώπων, αλλά όλοι χαμογελούν ευγενικά και υποκλίνονται με άπειρο σεβασμό. Ξέρω ότι θα έπρεπε να νιώθω χαρά με όλη αυτή την προσοχή, όχι κούραση.
   Αφού περνάνε από μπροστά μου μέχρι και η τελευταία κυρία, δεσποινίδα, υπηρέτης και ακόλουθος και μπορώ πλέον να αποσυρθώ χωρίς να θεωρηθεί αγένεια, ζητώ να πάω στο ιδιαίτερο δωμάτιό μου πριν από το δείπνο, και η διερμηνέας μου τους το μεταφέρει. Αλλά ούτε τότε βρίσκω ησυχία. Με το που μπαίνουμε στα ιδιαίτερα διαμερίσματά μου, βλέπω ότι περιμένουν να μου συστηθούν ακόμα περισσότερα άγνωστα πρόσωπα -υπηρέτες και μέλη του προσωπικού μου. Είμαι τόσο εξουθενωμένη από όλες αυτές τις συστάσεις, που ζητώ να αποσυρθώ στο υπνοδωμάτιό μου, αλλά ούτε εκεί μένω μόνη μου. Με ακολουθούν η λαίδη Λάιλ και μερικές ακόμα κυρίες και δεσποινίδες επί των τιμών που θέλουν να βεβαιωθούν ότι έχω όλα όσα χρειάζομαι. Καμιά δεκαριά γυναίκες μπαίνουν μαζί μου στο δωμάτιο και δοκιμάζουν το κρεβάτι, ισιώνουν τις κουρτίνες και στέκονται γύρω μου κοιτάζοντάς με. Βυθισμένη σε απόλυτη απόγνωση, λέω ότι θέλω να προσευχηθώ και μπαίνω στο διπλανό καμαράκι κλείνοντας πίσω μου την πόρτα.
   Τις ακούω να στέκονται απέξω, σαν θεατές που περιμένουν να βγει ο γελωτοποιός για να πετάξει μπάλες στον αέρα ή να κάνει μαγικά κόλπα: κάπως παραξενεμένες με την καθυστέρηση, αλλά παρ' όλα αυτά ευδιάθετες. Ακουμπώ την πλάτη μου στην πόρτα και αγγίζω το μέτωπό μου με την ανάστροφη του χεριού μου. Κρυώνω και ιδρώνω συγχρόνως, σαν να έχω πυρετό. Πρέπει να τα καταφέρω. Ξέρω ότι μπορώ να τα καταφέρω. Ξέρω ότι μπορώ να γίνω βασίλισσα της Αγγλίας, και μάλιστα καλή. Θα μάθω τη γλώσσα· ήδη καταλαβαίνω τα περισσότερα από όσα μου λένε, αν και δυσκολεύομαι να μιλήσω. Θα μάθω όλα αυτά τα καινούρια ονόματα και τους τίτλους τους και τις σωστές προσφωνήσεις, ώστε να μη χρειάζεται να στέκομαι αιωνίως σαν μαριονέτα με έναν κουκλοπαίκτη δίπλα μου να μου λέει τι να κάνω. Μόλις φτάσω στην Αγγλία, θα φροντίσω να παραγγείλω μερικά καινούρια ρούχα. Μπροστά στις Αγγλίδες κυρίες, οι Γερμανίδες κυρίες μου κι εγώ μοιάζουμε σαν χοντρές πάπιες δίπλα σε κύκνους. Οι Αγγλίδες κυρίες περιφέρονται μισόγυμνες μέσα στις ανάλαφρες τουαλέτες τους, χωρίς να καλύπτουν καν τα μαλλιά τους, ενώ εμείς μοιάζουμε φασκιωμένες, σαν ογκώδη πακέτα από καμπότο. Θα μάθω να ντύνομαι κομψά, θα μάθω να φέρομαι χαριτωμένα, θα μάθω να είμαι βασίλισσα. Και σίγουρα θα μάθω πώς να συναντώ εκατό ανθρώπους χωρίς να ιδροκοπώ από τον φόβο.
   Άξαφνα μου έρχεται η σκέψη ότι η συμπεριφορά μου θα πρέπει να τους φαίνεται πολύ παράξενη. Πρώτα λέω ότι θέλω να ντυθώ για το δείπνο και ύστερα πηγαίνω και κλείνομαι σε ένα καμαράκι, οι διαστάσεις του δεν ξεπερνούν αυτές μιας ντουλάπας, αφήνοντάς τις να περιμένουν απέξω. Θα πρέπει να με πήραν για θρησκόληπτη ή, το χειρότερο, μπορεί να κατάλαβαν ότι είμαι ανυπόφορα ντροπαλή. Μόλις το συνειδητοποιώ παγώνω. Νιώθω σαν ανόητη χωριατοπούλα. Δεν ξέρω πώς θα βρω το κουράγιο να βγω εκεί έξω.
   Κολλάω το αφτί μου πάνω στην πόρτα. Στο δωμάτιο απέξω έχει πέσει απόλυτη ησυχία. Ίσως κουράστηκαν να με  περιμένουν. Ίσως έφυγαν για να πάνε να αλλάξουν πάλι ρούχα. Ανοίγω διστακτικά την πόρτα και κοιτάζω από τη χαραμάδα.
   Μόνο μία κυρία έχει απομείνει μέσα στο δωμάτιο. Κάθεται στο παράθυρο και ατενίζει ήρεμα τον περίβολο από κάτω. Με το που ακούει το προδοτικό τρίξιμο της πόρτας σηκώνει το κεφάλι της. Το πρόσωπό της είναι καλοσυνάτο και φανερώνει ενδιαφέρον.
   "Λαίδη Άννα;" λέει. Σηκώνεται όρθια και υποκλίνεται μπροστά μου.
   "Δεν..."
   "Είμαι η Τζέην Μπολέυν", λέει μαντεύοντας ότι δεν θυμάμαι ούτε ένα όνομα από την πρωινή κοσμοσυρροή. "Είμαι μία από τις κυρίες επί των τιμών σας".
   Με το που ξεστομίζει το όνομά της τα χάνω εντελώς. Πρέπει να είναι συγγενής της Άννας Μπολέυν· αλλά τι δουλειά έχει στο δωμάτιό μου; Δεν μπορεί να βρίσκεται εδώ για να με υπηρετήσει; Σίγουρα θα έπρεπε να είναι στην εξορία ή σε δυσμένεια;
   Κοιτάζω γύρω μου αναζητώντας μια διερμηνέα, αλλά μου χαμογελάει κουνώντας το κεφάλι της. Δείχνει τον εαυτό της και λέει "Τζέην Μπολέυν" και ύστερα προσθέτει, πολύ αργά και σταθερά: "Θα είμαι φίλη σας".
   Και την καταλαβαίνω. Το χαμόγελό της είναι ζεστό, το πρόσωπό της ευθύ. Συνειδητοποιώ ότι εννοεί πως θα είναι φίλη μου και στη σκέψη ότι έχω μία έμπιστη φίλη μέσα σε τούτη τη λαοθάλασσα από νέα πρόσωπα μου φέρνει έναν κόμπο στο λαιμό. Βλεφαρίζω γρήγορα προσπαθώντας να συγκρατήσω τα δάκρυά μου και της δίνω το χέρι μου για να το σφίξει, σαν να ήμουν μια απλοϊκή χωριάτισσα στην αγορά.
   "Μπολέυν;" τραυλίζω.
   "Ναι", μου λέει σφίγγοντάς μου το χέρι. "Ξέρω πόσο τρομακτικό είναι να είσαι βασίλισσα της Αγγλίας. Ποιος άλλος μπορεί να γνωρίζει καλύτερα από μένα τις δυσκολίες αυτού του ρόλου; Θα είμαι φίλη σας", επαναλαμβάνει. "Μπορείτε να μου έχετε εμπιστοσύνη". Μου σφίγγει ζεστά το χέρι και την πιστεύω. Χαμογελάμε η μία στην άλλη.



Τζέην Μπολέυν, Καλαί
Δεκέμβριος 1539
   Δεν πρόκειται να του αρέσει η καημενούλα· ούτε τώρα ούτε σε χίλια χρόνια. Μου κάνει εντύπωση που δεν τον προειδοποίησαν οι πρεσβευτές του. Ήταν τόσο προσκολλημένοι στην ιδέα της δημιουργίας μιας προτεσταντικής συμμαχίας ενάντια στους καθολικούς βασιλείς της Γαλλίας και της Ισπανίας, που δεν έδωσαν καμία σημασία στα ιδιαίτερα γούστα του βασιλιά Ερρίκου.
   Η καημενούλα δεν μπορεί να κάνει τίποτα για να γίνει το είδος της γυναίκας που τον ελκύει. Του αρέσουν οι εύστροφες, φινετσάτες, χαμογελαστές γυναίκες, που με ένα βλέμμα σου υπόσχονται τα πάντα. Ακόμα και η ήσυχη και πειθήνια Τζέην Σέυμουρ εξέπεμπε μια ζεστασιά που υποδήλωνε αισθησιακή φύση. Αυτή εδώ όμως μοιάζει με αδέξιο παιδί, με βλέμμα ειλικρινές και φιλικό χαμόγελο. Κάθε φορά που κάποιος υποκλίνεται μπροστά της χαίρεται σαν παιδί, ενώ όταν αντίκρισε τα πλοία στο λιμάνι, φάνηκε έτοιμη να χτυπήσει παλαμάκια. Όταν κουράζεται ή φορτίζεται, χλωμιάζει σαν μουτρωμένο παιδί και φαίνεται έτοιμη να βάλει τα κλάματα. Όταν ταράζεται, η μύτη της κοκκινίζει, σαν χωριάτισσας στο κρύο. Αν δεν ήταν τόσο τραγική η κατάσταση, θα ήταν για γέλια: πώς γίνεται να πάρει τη θέση της Άννας Μπολέυν αυτό το άχαρο κορίτσι; Πώς φαντάστηκαν ποτέ ότι θα καταφέρει να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων;
   Ωστόσο, αυτή ακριβώς η αδεξιότητά της είναι το κλειδί για να την πλησιάσω. Μπορώ να γίνω φίλη της, η καλύτερη φίλη και σύμμαχός της. Η καημενούλα θα χρειαστεί μια φίλη, μια φίλη που ξέρει πώς λειτουργεί η βασιλική Αυλή της χώρας μας. Μπορώ να της μάθω όλα όσα πρέπει να ξέρει, να της διδάξω τα πράγματα που πρέπει να μάθει. Εγώ που έζησα στο επίκεντρο της λαμπρότερης Αυλής που γνώρισε ποτέ η Αγγλία και την είδα να γίνεται παρανάλωμα του πυρός, είμαι ιδανική γι' αυτή τη θέση. Ποια άλλη θα μπορούσε να διασφαλίσει την ασφάλεια της βασίλισσας καλύτερα από μένα, που είδα μια προηγούμενη βασίλισσα να καταστρέφεται παίρνοντας και την οικογένειά της μαζί; Υποσχέθηκα να είμαι φίλη της καινούριας βασίλισσας και μπορώ να τιμήσω την υπόσχεσή μου. Είναι νέα, μόλις είκοσι τεσσάρων χρόνων, αλλά θα ωριμάσει. Είναι αδαής, αλλά μπορεί να μάθει. Ο χρόνος θα γιατρέψει την απειρία της. Μπορώ να κάνω πολλά γι' αυτή την ιδιόμορφη νεαρή γυναίκα. Θα είναι χαρά μου, καθώς και μεγάλη ευκαιρία, να γίνω οδηγός και μέντοράς της.


Άννα, Καλαί
Δεκέμβριος 1539
   Δόξα τω Θεώ, μετά από πολυήμερη καθυστέρηση ο καιρός μας επιτρέπει επιτέλους να διασχίσουμε τη Μάγχη. Ευχόμουν ότι πριν από την αναχώρησή μας θα λάμβανα γράμμα από την πατρίδα, αλλά παρότι αναγκαστήκαμε να περιμένουμε ατελείωτα για ευνοϊκό καιρό για τον διάπλου, εντούτοις δε μου έγραψε κανείς. Περίμενα ότι η μητέρα μου θα μου έγραφε· έστω και αν δεν της λείπω, περίμενα ότι θα ήθελε να μου στείλει κάποιες νουθεσίες. Περίμενα ότι η Αμαλία θα ήθελε να επισκεφθεί κιόλας την Αγγλία, οπότε θα μου έγραφε ένα γράμμα αδελφικών χαιρετισμών. Μου έρχεται να βάλω τα γέλια όταν σκέφτομαι πόσο κακοδιάθετη πρέπει να είμαι για να λαχταρώ γράμμα από την Αμαλία.
   Για το μόνο που ήμουν σίγουρη ήταν ότι θα λάμβανα γράμμα από τον αδελφό μου. Δεν προλάβαμε να συμφιλιωθούμε κατά το μακρύ διάστημα της προετοιμασίας για την αναχώρησή μου και αποχωριστήκαμε τρέφοντας ο ένας για τον άλλον τα ίδια συναισθήματα που είχαμε σε όλη μας τη ζωή: εγώ δυσαρέσκεια και φόβο για τη δύναμή του και αυτός έναν εκνευρισμό που δεν μπορεί να εξωτερικεύσει. Περίμενα ότι θα μου έγραφε για να μου αναθέσει δουλειές στην αγγλική Αυλή· στο κάτω κάτω δεν θα πρέπει να εκπροσωπήσω τη χώρα και τα συμφέροντά μας; Παρ' όλα αυτά, στο ταξίδι μου με συνοδεύουν ένα σωρό άρχοντες της Κλεβ, στους οποίους θα έχει σίγουρα μιλήσει. Μάλλον αποφάσισε ότι δεν είμαι ικανή να φέρω εις πέρας τις δουλειές του.
   Περίμενα ότι θα μου έγραφε για να μου υποδείξει τουλάχιστον κανόνες συμπεριφοράς. Σε όλη τη ζωή του με εξουσίαζε, οπότε δεν περίμενα ότι θα με άφηνε να φύγω έτσι απλά. Αλλά φαίνεται ότι λυτρώθηκα επιτέλους από δαύτον. Αντί να χαίρομαι όμως, νιώθω ανήσυχη. Είναι παράξενο που έφυγα από την οικογένειά μου και που κανείς τους δεν μου έστειλε έστω μια ευχή για καλό ταξίδι.

   Η αναχώρηση από ένα αγγλικό λιμάνι πάνω σε ένα αγγλικό πλοίο συμβολίζει το ξεκίνημα μιας καινούριας ζωής. Οι περισσότεροι συμπατριώτες μου από την Κλεβ δεν θα έρθουν μαζί μου, οπότε αποχαιρετιόμαστε στο λιμάνι και μετά επιβιβάζομαι στο πλοίο και σαλπάρουμε. Τα πλοία ρυμουλκούνται έξω από το λιμάνι και σηκώνουν πανιά και πιάνουν τον άνεμο και τα ιστία αρχίζουν να τεζάρουν και το πλοίο ανασηκώνεται σαν να ετοιμάζεται να πετάξει, και τώρα, αυτή τη στιγμή, νιώθω πραγματικά σαν βασίλισσα που πηγαίνω στη χώρα μου, σαν βασίλισσα του παραμυθιού.
   Πηγαίνω στην πλώρη και ατενίζω από την κουπαστή το νερό, τους άσπρους αφρούς στην επιφάνεια της μαύρης θάλασσας, και αναρωτιέμαι πότε θα αντικρίσω την καινούρια πατρίδα μου, το βασίλειό μου, την Αγγλία μου. Παντού ολόγυρά μου λάμπουν τα φωτάκια των άλλων πλοίων που πλέουν μαζί μας. Ο στόλος της βασίλισσας αποτελείται από πενήντα μεγάλα πλοία. Εκείνη τη στιγμή αρχίζω να συνειδητοποιώ πόσο πλούσια και ισχυρή είναι η καινούρια χώρα μου.
   Θα ταξιδεύουμε όλη μέρα. Λένε ότι η θάλασσα είναι ήρεμη, αλλά τα κύματα μου φαίνονται πολύ ψηλά και επικίνδυνα. Τα μικρότερα πλοία σκαρφαλώνουν τα υδάτινα τείχη και μετά προσθαλασσώνονται στο κοίλο ανάμεσα στα κύματα. Μερικές φορές χάνουμε εντελώς από τα μάτια μας τα άλλα πλοία του στόλου. Τα πανιά φουσκώνουν και τρίζουν, έτοιμα να σκιστούν θαρρείς, και οι Άγγλοι ναυτικοί τραβούν σκοινιά και τρέχουν γύρω γύρω στο κατάστρωμα σαν παράφρονες. Βλέπω την αυγή να χαράζει, έναν ήλιο γκρίζο πάνω από μια γκρίζα θάλασσα και νιώθω την απεραντοσύνη του νερού ολόγυρα και από κάτω μου. Μόνο τότε πάω στην καμπίνα μου να ξεκουραστώ. Κάποιες από τις κυρίες υποφέρουν από ναυτία, αλλά εγώ νιώθω καλά. Η λαίδη Λάιλ κάθεται μερικές ώρες μαζί μου, όπως και μερικές κυρίες ακόμα, ανάμεσά τους και η Τζέην Μπολέυν. Θα πρέπει να μάθω τα ονόματα και των υπολοίπων. Η μέρα κυλάει αργά. Ανεβαίνω στο κατάστρωμα, αλλά το μόνο που βλέπω είναι τα άλλα πλοία γύρω μας· σχεδόν μέχρι εκεί που φτάνει το μάτι μου βλέπω τον αγγλικό στόλο να μου κρατάει συντροφιά. Θα έπρεπε να νιώθω περήφανη για την τιμή που μου κάνουν, αλλά πάνω από όλα νιώθω άβολα που είμαι το επίκεντρο και η αιτία όλης αυτής της αναστάτωσης και της δραστηριότητας. Οι ναυτικοί του πλοίου βγάζουν τους σκούφους τους και υποκλίνονται κάθε φορά που βγαίνω από την καμπίνα, ενώ δύο από τις κυρίες είναι υποχρεωμένες να με συνοδεύουν παντού, έστω και αν θέλω να πάω μόνο μέχρι την πλώρη του πλοίου. Ύστερα από λίγο, όλη αυτή η προσοχή με κάνει να νιώθω εξαιρετικά άβολα και τελικά αποφασίζω να καθίσω ήσυχη στην καμπίνα και να παρακολουθώ το σκαμπανέβασμα των κυμάτων μέσα από το μικρό παράθυρο, αντί να ξεβολεύω τους πάντες γύρω μου κόβοντας βόλτες στο κατάστρωμα.
   Η πρώτη εικόνα της Αγγλίας που βλέπω είναι μια σκούρα σκιά πάνω από τα νερά που σκοτεινιάζουν. Νυχτώνει την ώρα που φτάνουμε σε ένα μικρούτσικο λιμάνι που ονομάζεται Ντηλ. Παρότι έχει σκοτεινιάσει και ο καιρός είναι βροχερός, με υποδέχονται ακόμα περισσότερα εξέχοντα πρόσωπα. Με πηγαίνουν στο κάστρο για να ξεκουραστώ και να φάω και εκεί περιμένουν εκατοντάδες -κυριολεκτικά εκατοντάδες- άνθρωποι που τρέχουν να μου φιλήσουν το χέρι και να με καλωσορίσουν στη χώρα μου. Μέσα σε μια παραζάλη, συναντώ λόρδους και αριστοκράτισσες, έναν επίσκοπο, τον διοικητή του κάστρου, μερικές ακόμα κυρίες επί των τιμών και κάποιες δεσποινίδες που θα με συνοδεύσουν. Είναι προφανές ότι δεν θα ξαναμείνω ποτέ μόνη σε όλη τη ζωή μου.
   Μόλις ολοκληρώνουμε το δείπνο, ξεκινάμε και πάλι το ταξίδι. Υπάρχει αυστηρό, προκαθορισμένο πλάνο για το πού θα μένουμε και πού θα δειπνούμε, αλλά παρ' όλα αυτά με ρωτούν με μεγάλη ευγένεια αν είμαι έτοιμη να συνεχίσω το ταξίδι. Δεν αργώ να καταλάβω ότι αυτή η ερώτηση δε σημαίνει αν θέλω να φύγω. Σημαίνει ότι το πρόγραμμα ορίζει πως πρέπει να φύγουμε και ότι απλώς περιμένουν να δώσω τη συγκατάθεσή μου.
   Παρότι είναι νύχτα και είμαι τόσο κουρασμένη που θα έδινα ό,τι έχω και δεν έχω για να ξεκουραστώ εδώ, ανεβαίνω λοιπόν στο φορητό ανάκλιντρο που με πόνο ψυχής μου παραχώρησε ο αδελφός μου, ενώ οι άρχοντες και οι αρχόντισσες ανεβαίνουν στα άλογά τους και παίρνουμε όλοι μαζί τον δρόμο μες στο σκοτάδι. Στρατιώτες μας συνοδεύουν, μπροστά και πίσω μας, έτσι που μοιάζουμε με στρατιά εισβολέων. Αναγκάζομαι να υπενθυμίσω στον εαυτό μου ότι είμαι πλέον βασίλισσα και ότι εφόσον αυτός είναι ο τρόπος που ταξιδεύουν και εξυπηρετούνται οι βασίλισσες, τότε θα πρέπει να τον συνηθίσω και δεν είναι σωστό να λαχταρώ ένα ήσυχο κρεβάτι και ένα γεύμα μακριά από βλέμματα ανθρώπων που παρακολουθούν την κάθε μου κίνηση.
   Περνάμε τη νύχτα στο Ντόβερ. Την επόμενη μέρα είμαι τόσο κουρασμένη, που δεν μπορώ να σηκωθώ από το κρεβάτι μου, αλλά μισή ντουζίνα δεσποινίδες επί των τιμών κρατούν το μεσοφόρι και το φόρεμά μου, τη βούρτσα και την κουάφ μου. Πίσω τους περιμένουν ακόμα περισσότερες δεσποινίδες και πίσω από αυτές οι κυρίες επί των τιμών. Και τότε έρχεται μήνυμα από τον δούκα του Σάφοκ που ρωτάει αν θα ήθελα να συνεχίσω το ταξίδι για το Καντέρμπουρυ αμέσως μόλις προσευχηθώ και προγευματίσω. Καταλαβαίνω αμέσως ότι δεν βλέπει την ώρα να φύγουμε και ότι θα πρέπει να βιαστώ να πω τις προσευχές μου και να φάω, οπότε απαντώ ότι θα το ήθελα πολύ και ότι βιάζομαι κι εγώ να συνεχίσω το ταξίδι μου.
   Είναι προφανές ότι λέω ψέματα, γιατί όλη νύχτα δε σταμάτησε να βρέχει και η βροχή δυναμώνει και έχει αρχίσει να πέφτει χαλάζι. Ωστόσο, όλοι προτιμούν να πιστέψουν ότι βιάζομαι να δω τον βασιλιά, οπότε οι κυρίες επί των τιμών με ντύνουν όσο πιο βαριά μπορούν και αναχωρούμε από το κάστρο κάτω από θυελλώδη άνεμο, παίρνοντας τον δρόμο που ονομάζεται Γουότλινγκ Στρητ και οδηγεί στην πόλη του Καντέρμπουρυ.
   Ο αρχιεπίσκοπος Τόμας Κράνμερ -ένας ευγενικός άνθρωπος με καλοσυνάτο χαμόγελο- με υποδέχεται αυτοπροσώπως στο δρόμο έξω από την πόλη και συνοδεύει με το άλογό του το φορητό μου ανάκλιντρο για το τελευταίο χιλιόμετρο της διαδρομής. Κοιτάζω το τοπίο μέσα από την ορμητική βροχή· αυτό το δρόμο ακολουθούσαν οι πιστοί που πήγαιναν να προσκυνήσουν τον βωμό του Αγίου Τόμας Μπέκετ στον καθεδρικό ναό της πόλης. Βλέπω τον οβελίσκο της εκκλησίας πολύ προτού αντικρίσω τα τείχη της πόλης, τόσο ψηλός και όμορφος είναι· το φως πέφτει πάνω του μέσα από τα σκοτεινά σύννεφα, θαρρείς και το χέρι του Θεού αγγίζει αυτόν τον ιερό τόπο. Ο δρόμος εδώ είναι στρωμένος και τα περισσότερα οικήματα κατά μήκος του χτίστηκαν για να φιλοξενούν τους προσκυνητές που καταφθάνουν από όλες τις γωνιές της Ευρώπης για να προσευχηθούν σε τούτο τον πανέμορφο ναό. Πριν από λίγα χρόνια αποτελούσε έναν από τους σπουδαιότερους ιερούς τόπους του κόσμου.
   Αλλά αυτό άλλαξε πια. Η μητέρα μου με προειδοποίησε να μη σχολιάσω τις μεγάλες αλλαγές που ακούσαμε ότι έκανε ο βασιλιάς, ούτε όλα όσα θα δω με τα μάτια μου, όσο και αν με σοκάρουν. Οι επίτροποι του βασιλιά πήγαν στο βωμό του σπουδαίου αγίου και πήραν τον θησαυρό που είχε τοποθετηθεί εκεί. Πήγαν στην κρύπτη και βεβήλωσαν το φέρετρο που περιείχε το λείψανο του αγίου. Λέγεται ότι πήραν το μαρτυρικό του σώμα και το πέταξαν στο σωρό των απορριμάτων έξω από τα τείχη της πόλης, τόσο αποφασισμένοι ήταν να καταστρέψουν αυτόν τον ιερό τόπο.
   Ο αδελφός μου θα έλεγε ότι καλά έκαναν οι Άγγλοι που γύρισαν τις πλάτες τους στις δεισιδαιμονίες και τις παπικές πρακτικές, αλλά ο αδελφός μου δεν βλέπει ότι τα σπίτια που κάποτε φιλοξενούσαν προσκυνητές έχουν μετατραπεί σε οίκους ανομίας και πανδοχεία ούτε ότι οι δρόμοι που οδηγούν στο Καντέρμπουρυ είναι γεμάτοι ζητιάνους που δεν έχουν πού την κεφαλή κλίναι. Ο αδελφός μου δεν ξέρει ότι τα μισά οικήματα του Καντέρμπουρυ ήταν νοσοκομεία για τους φτωχούς και τους αρρώστους ούτε ότι η Εκκλησία κάλυπτε τα έξοδα των φτωχών προσκυνητών που ήθελαν να μείνουν εδώ και να ξαναβρούν την υγεία τους ούτε ότι οι καλόγριες και οι μοναχοί αφιέρωναν τη ζωή τους στην υπηρεσία των φτωχών. Οι στρατιώτες μας είναι πλέον αναγκασμένοι να ανοίγουν δρόμο μέσα από ένα πλήθος ανθρώπων που ήρθαν εδώ αναζητώντας ένα ιερό καταφύγιο, το οποίο έχει πια χαθεί. Φροντίζω να μην πω λέξη όταν η πομπή μας περνάει κάτω από τις μεγάλες πύλες και ο αρχιεπίσκοπος ξεπεζεύει από το άλογό του για να με καλωσορίσει σε ένα όμορφο σπίτι, το οποίο ήταν προφανώς αβαείο, ίσως μόνο μερικούς μήνες νωρίτερα. Κοιτάζω γύρω μου την ώρα που μπαίνουμε σε μια όμορφη σάλα, όπου θα πρέπει να υποδέχονταν τους ταξιδιώτες και να δειπνούσαν οι μοναχοί. Ξέρω ότι ο αδελφός μου θέλει να κάνω ό,τι μπορώ ώστε η χώρα αυτή να απομακρυνθεί ακόμα περισσότερο από τις δεισιδαιμονίες και τον παπισμό, αλλά δεν έχει δει τις πληγές που άνοιξαν στο όνομα της Μεταρρύθμισης.
   Τα παράθυρα που ήταν κάποτε φτιαγμένα από χρωματιστό γυαλί που απεικόνιζε όμορφες ιστορίες έχουν θρυμματιστεί τόσο άτσαλα, που έχουν σπάσει μέχρι και οι πέτρες και έχουν καταστραφεί ακόμα και τα διακοσμητικά στοιχεία της λιθοδομής. Αν ένα άτακτο παιδί έκανε τέτοια ζημιά στα παράθυρα, θα το έκαναν μαύρο στο ξύλο. Ψηλά στη θολωτή οροφή υπήρχαν αγγελάκια και διάζωμα με μορφές αγίων, νομίζω, τα οποία γκρέμισε κάποιος αναίσθητος βλάκας με σφυρί. Είναι ανοησία, το ξέρω, να θρηνείς για πράγματα από πέτρα· αλλά οι άνθρωποι που εκτέλεσαν αυτό το θεόπνευστο έργο δεν το έκαναν με θεόπνευστο τρόπο. Θα μπορούσαν να κατεβάσουν τα αγάλματα και να αφήσουν τους τοίχους άθικτους. Αυτοί όμως έκοψαν τα κεφάλια και άφησαν τα σώματα των αγγέλων ακέφαλα. Δεν έχω ιδέα πώς υπηρετείται έτσι το θέλημα του Θεού.
   Είμαι κόρη της Κλεβ, όπου δικαίως στραφήκαμε ενάντια στον παπισμό· ωστόσο, δεν έχω ξαναδεί τέτοια ηλιθιότητα. Δεν μπορώ με τίποτα να φανταστώ ότι υπάρχουν άνθρωποι που πιστεύουν ότι είναι καλύτερος ο κόσμος όταν κάτι όμορφο καταστρέφεται και στη θέση του μένει κάτι σπασμένο.
   Στη συνέχεια με οδηγούν στα δωμάτιά μου, τα οποία ανήκαν προφανώς στον ηγούμενο. Οι τοίχοι ασβεστώθηκαν και βάφτηκαν από την αρχή και μυρίζουν ακόμα νωπό ασβέστη. Αρχίζω σιγά σιγά να συνειδητοποιώ τον πραγματικό λόγο της θρησκευτικής Μεταρρύθμισης σε αυτή τη χώρα. Αυτό το όμορφο κτίριο και η έκταση όπου βρίσκεται, τα μεγάλα κτήματα που πληρώνουν ενοίκιο και τα κοπάδια των προβάτων που δίνουν μαλλί ανήκαν όλα κάποτε στην Εκκλησία και στον πάπα. Η Εκκλησία κατείχε τις περισσότερες εκτάσεις της Αγγλίας. Τώρα όλη αυτή η περιουσία ανήκει στο βασιλιά. Για πρώτη φορά συνειδητοποιώ ότι το θέμα δεν αφορά μόνο τη λατρεία του Θεού και ότι ίσως δεν έχει καμία σχέση με τον Θεό. Αφορά και την απληστία του ανθρώπου.
   Ίσως είναι και θέμα ματαιοδοξίας. Ο Τόμας Μπέκετ ήταν ένας άγιος που αψήφησε έναν δυνάστη βασιλιά. Το σώμα του κειτόταν στην κρύπτη αυτού του πλούσιου καθεδρικού ναού, σε έναν τάφο γεμάτο χρυσάφι και πολύτιμα πετράδια, και ο βασιλιάς -ο ίδιος βασιλιάς που διέταξε το γκρέμισμα τούτου του βωμού- ερχόταν εδώ για να προσευχηθεί και να ζητήσει βοήθεια. Όμως ο βασιλιάς δεν χρειάζεται βοήθεια πια· οι εξεγερμένοι απαγχονίζονται και όλα τα πλούτη και η ομορφιά ανήκουν αποκλειστικά σε αυτόν. Ο αδελφός μου θα έλεγε ότι αυτό είναι καλό και ότι μια χώρα δεν μπορεί να έχει δύο αφέντες.
    Αλλάζω κουρασμένη φόρεμα για το δείπνο, όταν ακούω και πάλι κανονιοβολισμούς. Παρότι έχει πέσει πυκνό σκοτάδι και κοντεύουν μεσάνυχτα, η Τζέην Μπολέυν έρχεται χαμογελαστή για να μου πει ότι στη σάλα περιμένουν εκατοντάδες άνθρωποι για να με καλωσορίσουν στο Καντέρμπουρυ.
   "Πολλοί κύριοι;" τη ρωτάω με τα σπαστά αγγλικά μου.
   Αμέσως μου χαμογελάει, καταλαβαίνει ότι τρέμω στην ιδέα των μακροσκελών συστάσεων.
   "Θέλουν μόνο να σας δουν", λέει καθαρά, δείχνοντας τα μάτια της. "Αρκεί μόνο να χαιρετήσετε". Κουνάει το χέρι της για να μου δείξει τι εννοεί και γελάω με την παντομίμα που παίζουμε ενόσω μαθαίνω τη γλώσσα της.
   Δείχνω το παράθυρο. "Όμορφος τόπος", λέω.
   Γνέφει. "Τόπος του αβαείου, τόπος του Θεού".
   "Του βασιλιά τώρα;"
   Χαμογελάει με ειρωνεία. "Ο βασιλιάς είναι πλέον η κεφαλή της Εκκλησίας. Όλοι οι θησαυροί", κομπιάζει, "οι πνευματικοί θησαυροί της Εκκλησίας ανήκουν πλέον σε αυτόν".
   "Και άνθρωποι είναι χαρούμενοι;" ρωτάω. Με εκνευρίζει τόσο πολύ το γεγονός ότι δεν μπορώ να μιλήσω άνετα τη γλώσσα. "Κακοί ιερείς έφυγαν;"
   Ρίχνει μια ματιά προς την πόρτα, σαν να θέλει να βεβαιωθεί ότι δεν μας ακούει κανείς. "Οι άνθρωποι δεν είναι χαρούμενοι", λέει. "Οι άνθρωποι λάτρευαν τους βωμούς και τους αγίους και δεν ξέρουν γιατί απομακρύνονται τα κεριά. Δεν ξέρουν γιατί δεν μπορούν να προσευχηθούν για να ζητήσουν βοήθεια. Όμως δεν πρέπει να μιλήσετε σε κανέναν γι' αυτό, παρά μόνο σ' εμένα. Είναι βούληση του βασιλιά να καταστραφεί η Εκκλησία".
   Γνέφω. "Είναι προτεστάντης;" ρωτάω.
   Το ξαφνικό χαμόγελο κάνει τα μάτια της να σπιθίσουν. "Ω, όχι!" λέει. "Είναι ό,τι θέλει να είναι. Κατέστρεψε την Εκκλησία ώστε να μπορέσει να παντρευτεί την κουνιάδα μου, η οποία πίστευε στη Μεταρρύθμιση της Εκκλησίας, και ο βασιλιάς ασπάστηκε την πίστη της. Αλλά μετά την κατέστρεψε. Τώρα έχει μεταστρέψει τη χώρα και πάλι στον καθολικισμό -η Θεία Λειτουργία έχει αποκατασταθεί πλήρως σχεδόν παντού- αλλά δεν πρόκειται να επιστρέψει ποτέ την εκκλησιαστική περιουσία. Ποιος ξέρει τι θα κάνει στη συνέχεια; Ποια πίστη θα ακολουθήσει στη συνέχεια;"
   Καταλαβαίνω ελάχιστα από αυτά που λέει. Της γυρίζω την πλάτη και κοιτάζω έξω από το παράθυρο την ορμητική βροχή και το πυκνό σκοτάδι. Μου προξενεί ρίγος η σκέψη ενός βασιλιά που καθορίζει όχι μόνο την ποιότητα ζωής του λαού του, αλλά και τη φύση του Θεού που λατρεύουν. Αυτός ο βασιλιάς κατέστρεψε τον βωμό ενός από τους μεγαλύτερους αγίους της Χριστιανοσύνης, αυτός ο βασιλιάς μετέτρεψε τα σπουδαία μοναστήρια της χώρας του σε ιδιωτικές κατοικίες. Ο αδελφός μου έκανε λάθος που με διέταξε να οδηγήσω αυτόν τον βασιλιά στον ορθό δρόμο. Αυτός ο βασιλιάς θα κάνει το δικό του και μάλιστα κανείς δεν μπορεί να τον σταματήσει ή να τον επηρεάσει.
   "Πρέπει να πάμε στο δείπνο", μου λέει μαλακά η Τζέην Μπολέυν. "Μη μιλήσετε σε κανέναν γι' αυτά τα πράγματα".
   "Ναι", λέω και ανοίγω την πόρτα του ιδιαίτερου δωματίου μου, με την Τζέην Μπολέυν να ακολουθεί ένα βήμα πιο πίσω, και ξαφνικά βρίσκομαι μπροστά στα πλήθη των ανθρώπων που με περιμένουν στην αίθουσα υποδοχής απέξω, αντικρίζοντας ξανά μια θάλασσα από άγνωστα, χαμογελαστά πρόσωπα.
   Είμαι τόσο χαρούμενη που δεν βρίσκομαι πλέον μέσα στη βροχή και στο σκοτάδι, που πίνω ένα μεγάλο ποτήρι κρασί και τρώω με όρεξη, παρότι κάθομαι ολομόναχη κάτω από ένα κουβούκλιο όπου με σερβίρουν γονατιστοί υπηρέτες. Εκατοντάδες άνθρωποι δειπνούν στην ίδια σάλα, ενώ εκατοντάδες άλλοι με χαζεύουν από τα παράθυρα και τις πόρτες, θαρρείς και είμαι κάποιο εξωτικό ζώο.
   Θα το συνηθίσω· ξέρω ότι πρέπει και θα τα καταφέρω. Δεν έχει νόημα να είσαι βασίλισσα της Αγγλίας και να νιώθεις αμήχανα μπροστά στους υπηρέτες. Αυτό το κλεμμένο αβαείο δεν συγκαταλέγεται καν στα μεγαλοπρεπή παλάτια της χώρας και παρ' όλα αυτά δεν έχω ξαναδεί άλλο μέρος με τόσες επίχρυσες διακοσμήσεις, πίνακες και ταπισερί. Ρωτάω τον αρχιεπίσκοπο αν το παλάτι είναι δικό του και μου απαντάει χαμογελαστός ότι το σπίτι του βρίσκεται κοντά. Είναι σχεδόν αφάνταστος ο πλούτος αυτής της χώρας.
   Πέφτω στο κρεβάτι μου τις πρώτες πρωινές ώρες και ξυπνάω πολύ νωρίς για να συνεχίσουμε το ταξίδι. Όσο νωρίς και αν ξεκινάμε όμως, η διαδικασία της αναχώρησής μας παίρνει πάρα πολλές ώρες, καθώς κάθε μέρα έρχονται όλο και περισσότεροι άνθρωποι μαζί μας. Ο αρχιεπίσκοπος και η κουστωδία του, που αριθμεί κυριολεκτικά εκατοντάδες, ταξιδεύουν μαζί μου, ενώ στη συνοδεία μας προστίθενται σήμερα και άλλοι εξέχοντες άρχοντες που θα με συνοδεύσουν στο Ρότσεστερ. Ο κόσμος βγαίνει στους δρόμους για να με χαιρετήσει και όπου πηγαίνω χαμογελάω και κουνάω το χέρι μου.
   Μακάρι να θυμόμουν όλα τα ονόματα, αλλά κάθε φορά που κάνουμε στάση παρουσιάζεται κάποιος καινούριος, πλούσια ντυμένος κύριος, που υποκλίνεται μπροστά μου και τότε η λαίδη Λάιλ, η λαίδη του Σαουθάμπτον, ή κάποια από τις άλλες κυρίες μου ψιθυρίζουν κάτι στο αφτί κι εγώ χαμογελώ και δίνω το χέρι μου και προσπαθώ να αποστηθίσω μια νέα σειρά ονομάτων. Επίσης, μου φαίνονται όλοι ίδιοι. Είναι όλοι ντυμένοι με πλούσια βελούδα και χρυσές αλυσίδες και έχουν μαργαριτάρια ή πετράδια στα καπέλα τους. Και είναι δεκάδες εκατοντάδες· θαρρείς και ο μισός πληθυσμός της Αγγλίας έχει έρθει να μου υποβάλει τα σέβη του, και δεν μπορώ πλέον να ξεχωρίσω τον ένα από τον άλλον.
   Δειπνούμε με μεγάλη επισημότητα σε μια λαμπρή σάλα και μου παρουσιάζουν τη λαίδη Μπράουν, την επικεφαλής των κυριών επί των τιμών, η οποία μου συστήνει ονομαστικά όλες τις δεσποινίδες της Αυλής μου. Χαμογελάω σε μια ατέλειωτη σειρά από νεαρές κυρίες που ονομάζονται Αικατερίνη, ή Μαρία, ή Ελισάβετ, ή Άννα, ή Μπες, ή Μαντζ, είναι όλες χαριτωμένες και όμορφες και φορούν μικροσκοπικές κουάφ που αναδεικνύουν τα μαλλιά τους με τρόπο που ο αδελφός μου θα θεωρούσε άσεμνο και φίνα παπούτσια. Όλες τους με κοιτάζουν σαν να βλέπουν ένα άγριο λευκό γεράκι που προσγειώθηκε μέσα στο κοτέτσι. Η λαίδη Μπράουν προπάντων με κοιτάζει εμβρόντητη. Κάνω νόημα στη Λότε και της ζητάω να πει στη λαίδη Μπράουν ότι ελπίζω να με συμβουλέψει σε ό,τι αφορά το ντύσιμό μου και την αγγλική μόδα όταν φτάσουμε στο Λονδίνο. Όταν της μεταφέρει το μήνυμά μου, η λαίδη Μπράουν αναψοκοκκινίζει και γυρίζει αλλού το κεφάλι της και παύει να με κοιτάζει και τότε αρχίζω να φοβάμαι ότι πράγματι σκεφτόταν πως το ντύσιμό μου είναι πολύ αλλόκοτο και πως είμαι άσχημη.
 
Τζέην Μπολέυν, Ρότσεστερ
Δεκέμβριος 1539
   "Να τη συμβουλέψω για το ντύσιμό της!" μου λέει φουρκισμένη η λαίδη Μπράουν, θαρρείς και φταίω εγώ που η νέα βασίλισσα της Αγγλίας ντύνεται τόσο αλλόκοτα. "Μα πείτε μου, Τζέην Μπολέυν! Δεν μπορούσε να αλλάξει φόρεμα στο Καλαί;"
   "Ποιος να της το έλεγε;" ρωτάω πολύ λογικά. "Στο κάτω κάτω, ίδια είναι ντυμένες και οι κυρίες της συνοδείας της".
   "Θα μπορούσε να τη συμβουλέψει ο λόρδος Λάιλ. Θα μπορούσε να την προειδοποιήσει ότι δεν μπορεί να έρθει στην Αγγλία ντυμένη με καλογερίστικο καμπότο. Πώς μπορώ να κρατήσω σε τάξη τις δεσποινίδες επί των τιμών όταν έχουν σκάσει από τα γέλια με τα χάλια της; Παραλίγω να αναγκαστώ να χαστουκίσω την Αικατερίνη Χάουαρντ. Ούτε μία μέρα δεν είναι στη βασιλική Αυλή αυτό το παιδί και ήδη μιμείται το περπάτημα της βασίλισσας και, το χειρότερο, τη μιμείται στην εντέλεια".
   "Οι δεσποινίδες επί των τιμών είναι πάντα άτακτες. Θα τις βάλετε εσείς σε σειρά".
   "Δεν έχουμε χρόνο για μοδίστρες πριν πάει στο Λονδίνο. Θα πρέπει να συνεχίσει το ταξίδι με τα ρούχα που έχει και ας την κάνουν να μοιάζει με μπόγο. Τι κάνει τώρα;"
   "Ξεκουράζεται", λέω σφιγμένα. "Σκέφτηκα να την αφήσω να ηρεμήσει λίγο".
   "Πρόκειται να στεφθεί βασίλισσα της Αγγλίας", μου πετάει απότομα. "Από πού κι ως πού θα είναι ήρεμη η ζωή της;"
   Μένω σιωπηλή.
   "Μήπως πρέπει να μιλήσουμε στο βασιλιά; Να μιλήσω στο σύζυγό μου;" με ρωτάει με πολύ σιγανή φωνή η λαίδη Μπράουν. "Να ενημερώσουμε τον υπουργό Κρόμγουελ για τις... επιφυλάξεις μας; Θα πείτε τίποτα στον δούκα;"
   Προσπαθώ να σκεφτώ γρήγορα. Δεν υπάρχει περίπτωση να πω πρώτη κάτι εναντίον της βασίλισσας. "Ίσως πρέπει να πείτε εσείς κάτι στον σερ Άντονυ", λέω. "Ιδιαιτέρως, ως σύζυγός του".
"Να του πω ότι συμφωνούμε; Είμαι σίγουρη ότι ο λόρδος του Σαουθάμπτον συνειδητοποιεί ότι δεν είναι κατάλληλη για βασίλισσα. Είναι τόσο άχαρη! Και σχεδόν μουγκή!"
   "Δεν έχω άποψη", σπεύδω να πω.
   Βάζει τα γέλια. "Ω, Τζέην Μπολέυν, πάντα έχετε άποψη· δεν σας ξεφεύγει τίποτα".
   "Ίσως. Αλλά αν ο βασιλιάς την επέλεξε επειδή θα του εξασφαλίσει τη συμμαχία με τους προτεστάντες, αν ο λόρδος Κρόμγουελ την επέλεξε επειδή θα διασφαλίσει την ασφάλειά μας απέναντι στην Ισπανία και τη Γαλλία, τότε μπορεί να μην τον ενδιαφέρει το γεγονός ότι η κουάφ της είναι ογκώδης σαν βράχος. Μπορεί πάντα να αλλάξει κουάφ. Και δεν θα ήθελα να είμαι εγώ αυτή που θα πει στο βασιλιά ότι η γυναίκα με την οποία αρραβωνιάστηκε επισήμως δεν είναι κατάλληλη για βασίλισσα".
   Τα λόγια μου τη βάζουν σε σκέψεις. "Πιστεύετε ότι θα ήταν λάθος να την κριτικάρω;"
   Φέρνω στο νου μου το κάτωχρο κορίτσι που έτρεξε να κρυφτεί μέσα σε μια ντουλάπα στο Καλαί, τόσο ντροπαλή και τρομαγμένη που δεν άντεχε να καθίσει στο ίδιο δωμάτιο με την Αυλή της, και νιώθω την επιθυμία να την υπερασπιστώ απέναντι σε όλη αυτή την κακεντρέχεια.
   "Προσωπικά, πάντως, δεν έχω να της προσάψω τίποτα", λέω. "Είμαι κυρία επί των τιμών της και αν μου το ζητήσει, θα τη συμβουλέψω όσον αφορά τα φορέματα ή τα μαλλιά της· ωστόσο, δεν έχω να πω τίποτα κακό εναντίον της".
   "Μέχρις στιγμής τουλάχιστον", προσθέτει ψυχρά η λαίδη Μπράουν. "Μέχρι τη στιγμή που θα είναι προς το συμφέρον σας να την κριτικάρετε".
   Αφήνω τα λόγια της ασχολίαστα, γιατί την ώρα που πάω να απαντήσω ανοίγει η πόρτα και ο φρουρός αναγγέλει: "Η κυρία Κάθριν Κάρεϋ, κυρία επί των τιμών της βασίλισσας".
   Η ανιψιά μου. Ήρθε η ώρα να έρθω πρόσωπο με πρόσωπο μαζί της. Επιστρατεύω ένα χαμόγελο και απλώνω τα χέρια μου προς το μέρος της. "Μικρή μου Κάθριν!" αναφωνώ. "Πόσο μεγάλωσες!"
   Παίρνει τα χέρια μου, αλλά δεν γυρίζει το πρόσωπό της για να με φιλήσει στο μάγουλο. Με κοιτάζει βουβή, σαν να με ζυγιάζει. Την τελευταία φορά που την είδα ήταν στο ικρίωμα· στεκόταν πίσω από τη θεία της, τη βασίλισσα Άννα, και της κρατούσε την κάπα καθώς η βασίλισσα ακουμπούσε το κεφάλι της στη λαιμητόμο. Την τελευταία φορά που με είδε ήταν έξω από την αίθουσα του δικαστηρίου, όταν με κάλεσαν να καταθέσω. Θυμάμαι με πόση περιέργεια με κοιτούσε τότε, σαν να μην είχε ξαναδεί ποτέ της γυναίκα σαν εμένα.
   "Κρυώνεις; Πώς ήταν το ταξίδι σου; Θα ήθελες λίγο κρασί;"
   Την τραβάω κοντά στη φωτιά και έρχεται μαζί μου, αλλά ανόρεχτα. "Από δω η λαίδη Μπράουν", λέω. Η υπόκλισή της είναι καλή, όλο χάρη. Έχει λάβει καλή εκπαίδευση. "Πώς είναι η μητέρα σου; Ο πατέρας σου;"
   "Καλά". Η φωνή της είναι καθαρή, με μια αμυδρή υποψία επαρχιώτικης προφοράς. "Η μητέρα μου σας στέλνει ένα γράμμα".
   Το βγάζει από την τσέπη της και μου το δίνει. Το παίρνω και πηγαίνω κοντά στο φως του μεγάλου τετράγωνου κεριού που χρησιμοποιούμε στο βασιλικό οίκο. Σπάω τη σφραγίδα και διαβάζω.

   Τζέην,

   Έτσι ξεκινάει η Μαρία Μπολέυν το γράμμα της, χωρίς καμία αναφορά στον τίτλο μου, σαν να μην έχουμε το ίδιο επώνυμο, σαν να μην ήμουν η λαίδη Ρότσφορντ ενώ αυτή ζει στο Ρότσφορντ Χωλ. Σαν να μην έλαβε την κληρονομιά και το σπίτι μου, ενώ εγώ πήρα τα δικά της, δηλαδή τίποτα.

   Πριν από καιρό αποφάσισα να επιλέξω την αγάπη του συζύγου μου αντί για τη ματαιοδοξία και τον κίνδυνο της Αυλής, και ίσως να ήμαστε όλοι πολύ πιο ευτυχισμένοι αν είχατε κάνει το ίδιο εσύ και η αδελφή μου -ο Θεός ας δείξει έλεος στην ψυχή της. Δεν έχω καμία επιθυμία να επιστρέψω στην Αυλή, αλλά εύχομαι σ' εσένα και στην καινούρια βασίλισσα Άννα καλύτερη τύχη από πριν και ελπίζω οι φιλοδοξίες σου να σου φέρουν την ευτυχία που προσδοκάς και όχι αυτό που ορισμένοι θεωρούν πως σου αξίζει.
   Ο θείος μου διέταξε την παρουσία της κόρης μου στην Αυλή και σύμφωνα με τις διαταγές του, η Κάθριν θα φτάσει εκεί την Πρωτοχρονιά. Την συμβούλεψα να υπακούει μόνο τον βασιλιά και τον θείο της και να ακολουθεί μόνο τις συμβουλές μου και τη συνείδησή της. Της είπα ότι στο τέλος δε στάθηκες στο πλευρό της αδελφής και του αδελφού μου και τη συμβούλεψα να σου συμπεριφέρεται με το σεβασμό που σου αρμόζει.
Μαρία Στάφορντ
   Τρέμω διαβάζοντας το σημείωμα. Το ξαναδιαβάζω, θαρρείς και τη δεύτερη φορά θα είναι διαφορετικό. Τον σεβασμό που μου αρμόζει; Τον σεβασμό που μου αρμόζει; Τι άλλο έκανα, δηλαδή, παρά να λέω ψέματα μέχρι την τελευταία στιγμή προκειμένου να σώσω τις ζωές και των δύο· τι άλλο έκανα στη συνέχεια, παρά να προστατεύσω την οικογένεια από την καταστροφή που μας απειλούσε εξαιτίας τους; Τι παραπάνω μπορούσα να κάνω; Τι έπρεπε να κάνω διαφορετικά; Υπάκουσα τον θείο μου, τον δούκα, όπως όφειλα, ακολούθησα τις διαταγές του και αυτή είναι η ανταμοιβή μου: να με θεωρεί αφοσιωμένη συγγενή του και να με τιμάει γι' αυτό.
   Πώς τολμάει να αμφισβητεί το ότι ήμουν καλή σύζυγος; Αγαπούσα τον σύζυγό μου με όλη μου την ψυχή, με όλο μου το είναι. Θα έκανα τα πάντα γι' αυτόν, αν δεν ήταν στη μέση αυτή και η αδελφή της και δεν τον έπιαναν στα δίχτυα τους, από τα οποία δεν κατάφερε να ξεμπλέξει και από τα οποία ούτε εγώ μπόρεσα να τον ξεμπλέξω. Μήπως δε θα ήταν ακόμη ζωντανός αν δεν είχε ακολουθήσει την ατιμωτική τύχη της αδελφής του; Μήπως δε θα ήταν ακόμα σύζυγός μου και πατέρας του γιου μας αν δεν είχε κατηγορηθεί μαζί με την Άννα, αν δεν είχε αποκεφαλιστεί μαζί με την Άννα; Και από την άλλη, τι έκανε η Μαρία για να τον σώσει; Τι έκανε ποτέ εκτός από το να κάνει του κεφαλιού της;
   Μου έρχεται να ουρλιάξω από οργή και απελπισία που κατάφερε να ξυπνήσει πάλι αυτές τις σκέψεις στο μυαλό μου. Τι θράσος να αμφισβητεί την αγάπη μου για τον Τζωρτζ, τι θράσος να με επιτιμά έτσι! Δεν έχω λόγια να περιγράψω την κακοβουλία της επιστολής της, τις συγκαλυμμένες κατηγορίες. Τι άλλο θα μπορούσα να είχα κάνει; Θέλω να της το φωνάξω κατάμουτρα. Ήσουν εκεί· ούτε εσύ έκανες κάτι για να σώσεις τον Τζωρτζ και την Άννα. Τι άλλο θα μπορούσε να είχε κάνει κάποιος από εμάς;
   Αλλά πάντα έτσι ήταν, τόσο αυτή όσο και η αδελφή της, είχαν πάντα έναν τρόπο να με κάνουν να νιώθω ότι αυτές έβλεπαν καλύτερα τα πράγματα, καταλάβαιναν περισσότερα, σκέφτονταν πιο βαθιά. Από τη στιγμή που παντρεύτηκα τον Τζωρτζ είχα καταλάβει ότι οι αδελφές του θεωρούνταν καλύτερες από μένα: η μία ήταν ερωμένη του βασιλιά και μετά έγινε και η άλλη. Η μία έγινε τελικά σύζυγος του βασιλιά και βασίλισσα της Αγγλίας. Γεννήθηκαν για μεγαλεία! Οι αδελφές Μπολέυν! Ενώ εγώ ήμουν πάντα μια απλή νύφη. Ας είναι λοιπόν. Δεν έφτασα εδώ που είμαι σήμερα, δε συμφώνησα να δώσω μαρτυρία και όρκους για να ανεχτώ τώρα να με επιπλήττει μια γυναίκα που το έβαλε στα πόδια με το πρώτο σημάδι κινδύνου και που παντρεύτηκε κάποιον μόνο και μόνο για να μπορέσει να κρυφτεί στην επαρχία και να προσεύχεται ότι θα έρθουν καλύτερες μέρες.
   Η Κάθριν, η κόρη της, με κοιτάζει με περιέργεια. "Σου έδειξε το γράμμα;" τη ρωτάω και η φωνή μου τρέμει. Η λαίδη Μπράουν με κοιτάζει και αυτή και καταλαβαίνω ότι πεθαίνει από περιέργεια.
   "Όχι", απαντάει η Κάθριν. 
   Το πετάω στη φωτιά, θαρρείς και περιέχει στοιχεία εναντίον μου. Οι τρεις μας το κοιτάζουμε να καίγεται και να γίνεται στάχτη. "Θα απαντήσω αργότερα", λέω. "Δεν ήταν τίποτα σημαντικό. Εν τω μεταξύ, θα πάω να δω αν έχουν ετοιμάσει το δωμάτιό σου".
   Το χρησιμοποιώ σαν δικαιολογία για να φύγω μακριά τους και μακριά από τις στάχτες του χαρτιού μέσα στη φωτιά. Βγαίνω άρον άρον και φωνάζω τις υπηρέτριες και τις μαλώνω για αδιαφορία και μετά πηγαίνω ήσυχα ήσυχα στο δωμάτιό μου και ακουμπάω το ζεστό μου μέτωπο πάνω στο κρύο, χοντρό τζάμι. Θα αγνοήσω αυτή τη συκοφαντία, θα αγνοήσω αυτή την προσβολή, θα αγνοήσω αυτή την κακεντρέχεια. Ό,τι και αν την προκάλεσε. Ζω στην καρδιά της Αυλής. Υπηρετώ τον βασιλιά και την οικογένειά μου. Θα έρθει μια μέρα που όλοι θα με αναγνωρίσουν ως την καλύτερη της οικογένειας, ως την Μπολέυν που υπηρέτησε τον βασιλιά και την οικογένεια μέχρι τέλους, χωρίς ποτέ να φοβηθεί τις ευθύνες, χωρίς ποτέ να αμφιταλαντευτεί, έστω κι αν ο βασιλιάς έχει γίνει χοντρός και επικίνδυνος, έστω και αν η οικογένεια έχει όλη χαθεί, εκτός από μένα.

   Μετά το δείπνο θα γίνουν αγώνες με ταύρους (2) και η λαίδη Άννα οδηγείται στο παράθυρο, από όπου θα βλέπει καλύτερα τον περίβολο. Μόλις εμφανίζεται στο παράθυρο, οι άντρες από κάτω αρχίζουν να ζητωκραυγάζουν, παρότι εκείνη την ώρα βγάζουν τα σκυλιά· μια τέτοια στιγμή σπάνια βλέπεις λαϊκούς άντρες να αφήνουν ο,τιδήποτε να τους αποσπάσει την προσοχή από τα στοιχήματά τους. Η λαίδη χαμογελάει και τους χαιρετάει. Είναι πάντα φιλική με τον κοινό λαό και γι' αυτό τη συμπαθούν. Από όπου και αν περνάμε έχει ένα χαμόγελο για τον κόσμο που έρχεται να τη δει, ενώ στέλνει φιλιά στον αέρα στα παιδάκια που πετούν μπουκετάκια και λουλούδια στο φορητό της ανάκλιντρο. Η συμπεριφορά της ξαφνιάζει τους πάντες. Από την εποχή της Αικατερίνης της Αραγώνας έχουμε να δούμε βασίλισσα που να είναι τόσο ευχάριστη και φιλική με τον κοινό λαό, από την Αραγώνα έχει να μας ξαφνιάσει μια ξένη πριγκίπισσα. Είμαι σίγουρη ότι με τον καιρό θα μάθει να φέρεται το ίδιο φιλικά και στα μέλη της Αυλής.
   Στέκομαι δίπλα της ενώ από την άλλη πλευρά είναι ένας από τους Γερμανούς φίλους της που της μεταφράζει όσα λέγονται. Ο λόρδος Λάιλ είναι φυσικά εκεί, όπως και ο αρχιεπίσκοπος Κράνμερ, ο οποίος βάζει φυσικά τα δυνατά του να της γίνει συμπαθής. Μπορεί να είναι υποψήφια του Κρόμγουελ -και ως εκ τούτου ατού για τον αντίπαλό του- αλλά αυτό που φοβόταν περισσότερο ο μεταρρυθμιστής αρχιεπίσκοπος ήταν να μη διαλέξει ο βασιλιάς κάποια πριγκίπισσα των παπιστών και να μη δει την Εκκλησία να ξαναγυρίζει στα παλιά ήθη.
   Μερικοί αυλικοί στέκονται στα παράθυρα για να παρακολουθήσουν τους αγώνες, ενώ κάποιοι άλλοι κουτσομπολεύουν χαμηλόφωνα στο πίσω μέρος του δωματίου. Δεν ακούω τι ακριβώς λένε, αλλά έχω την εντύπωση ότι η λαίδη Μπράουν δεν είναι η μόνη που πιστεύει ότι η λαίδη Άννα είναι ακατάλληλη για τη σπουδαία θέση που καλείται να αναλάβει. Την κρίνουν πολύ αυστηρά για τη ντροπαλοσύνη της και το γεγονός ότι δεν μιλάει. Την κατηγορούν για τα ρούχα της και την κοροϊδεύουν επειδή δεν ξέρει να χορεύει, να τραγουδάει ή να παίζει λαούτο. Η Αυλή είναι πολύ σκληρή και προσκολλημένη στις ανούσιες διασκεδάσεις και η λαίδη Άννα είναι εύκολος στόχος του σαρκασμού τους. Τι θα συμβεί αν συνεχιστεί όλο αυτό; Ο γάμος της με τον βασιλιά έχει ήδη αποφασιστεί. Τίποτα δεν μπορεί να τον εμποδίσει. Στο κάτω κάτω, δεν είναι δυνατόν να τη στείλει πίσω ατιμασμένη, έτσι δεν είναι; Και γιατί; Επειδή έκανε το έγκλημα να φοράει βαριά κουάφ; Ούτε καν ο βασιλιάς δεν μπορεί να κάνει τέτοιο πράγμα. Ούτε καν αυτός ο βασιλιάς. Μια τέτοια ενέργεια θα έβαζε ταφόπλακα στη συνθήκη του Κρόμγουελ και στον ίδιο τον Κρόμγουελ και θα άφηνε την Αγγλία ανυπεράσπιστη απέναντι στη Γαλλία και την Ισπανία, χωρίς την υποστήριξη της προτεσταντικής συμμαχίας. Είμαι σίγουρη ότι ο βασιλιάς δεν πρόκειται να διακινδυνέψει κάτι τέτοιο. Παρ' όλα αυτά, δεν μπορώ να φανταστώ τι θα συμβεί.
   Κάτω στον περίβολο όλα είναι έτοιμα για να ελευθερωθεί ο ταύρος. Ο εκπαιδευτής του βγάζει το σκοινί από τον κρίκο που έχει περασμένο στη μύτη του το ζώο και ύστερα τρέχει να βγει από τη μέση, πηδώντας πάνω από τον σανιδένιο φράχτη, ενώ εκείνοι που κάθονται στους ξύλινους πάγκους γύρω από την αρένα πετάγονται όρθιοι και αρχίζουν να στοιχηματίζουν φωνάζοντας δυνατά. Ο ταύρος είναι τεράστιος, με χοντρούς ώμους και άσχημο κεφάλι. Γυρίζει δεξιά - αριστερά εντοπίζοντας με τα μικροσκοπικά μάτια του τους σκύλους, τον ένα μετά τον άλλον. Τα σκυλιά δεν δείχνουν διάθεση να επιτεθούν πρώτα, φοβούνται την ορμή και τη δύναμη του ταύρου.
   Μου κόβεται η ανάσα. Έχω να δω τέτοιους αγώνες από την τελευταία φορά που ήμουν στην Αυλή και είχα ξεχάσει την άγρια χαρά που σε πλημμυρίζει βλέποντας τα σκυλιά που γαβγίζουν και το τεράστιο κτήνος που θα σκοτώσουν. Ένας σκύλος ορμάει τελικά και αμέσως ο ταύρος περιστρέφει το σώμα του, αδιανόητα γρήγορα για τον όγκο του, και επιτίθεται με το κεφάλι χαμηλά. Ένας δεύτερος σκύλος ορμάει τότε στον ταύρο και του καταφέρνει μια δαγκωνιά στο αφτί.
   Πιάνω τον εαυτό μου να τρέμει, αλλά φωνάζω στα σκυλιά να συνεχίσουν! Δεν μπορώ να ξεκολλήσω τα μάτια μου από το θέαμα, θέλω να το δω μέχρι τέλους. Δίπλα μου η λαίδη Άννα γελάει συνεπαρμένη και μου δείχνει τον ταύρο και το ματωμένο αφτί του. Γνέφω και λέω: "Θα θυμώσει πάρα πολύ! Θα τους σκοτώσει σίγουρα!" Κσι τότε εμφανίζεται ξαφνικά ένας άγνωστος, σωματώδης άντρας, ένας ξένος που μυρίζει ιδρώτα, κρασί και άλογο, ο οποίος έρχεται και στέκεται μπροστά μας στο παράθυρο, με σπρώχνει απότομα και λέει στη λαίδη Άννα "Σας φέρνω τους χαιρετισμούς του βασιλιά της Αγγλίας" και ύστερα τη φιλάει στο στόμα.
   Γυρίζω αμέσως να φωνάξω τους φρουρούς. Ο άγνωστος άντρας είναι γέρος, καμιά πενηνταριά χρονών, και χοντρός, ηλικιακά θα μπορούσε να είναι πατέρας της. Η λαίδη Άννα θα τον πέρασε για κανένα μεθύστακα που βρήκε τρόπο να τρυπώσει στο δωμάτιό της. Μέχρι στιγμής έχει χαιρετήσει χαμογελαστή εκατοντάδες, χιλιάδες ανθρώπους, δίνοντας σε όλους το χέρι της, και τώρα έρχεται αυτός ο άγνωστος, με το μανδύα και την κουκούλα, και κολλάει το πρόσωπό του στο δικό της, τα σαλιάρικα χείλη του στα δικά της.
   Αλλά τότε πνίγω την κραυγή μου, καθώς βλέπω το ύψος του και τους άνδρες με τους ασορτί μανδύες που τον συνοδεύουν, και αναγνωρίζω τον βασιλιά. Κι εκείνη τη στιγμή, ως δια μαγείας, παύει να μου φαίνεται γέρος, χοντρός και αποκρουστικός. Μόλις αντιλαμβάνομαι ότι αυτός ο άνθρωπος μπροστά μου είναι ο βασιλιάς, τα μάτια μου βλέπουν τον πρίγκιπα που ήξερα κάποτε, τον άνθρωπο που χαρακτήρισαν τον ομορφότερο πρίγκιπα του χριστιανικού κόσμου, τον άντρα που ερωτεύτηκα κάποια στιγμή κι εγώ η ίδια. Είναι ο Ερρίκος, ο βασιλιάς της Αγγλίας, ένας από τους ισχυρότερους ανθρώπους σε ολόκληρο τον κόσμο, ο χορευτής, ο μουσικός, ο αθλητής, ο ιππότης, ο εραστής. Είναι το είδωλο της αγγλικής Αυλής, τεράστιος όσο ο ταύρος στον περίβολο από κάτω, επικίνδυνος όσο ένας τραυματισμένος ταύρος, ικανός να στραφεί ενάντια στον οποιονδήποτε τολμήσει να τον προκαλέσει και να σκοτώσει.
   Δεν υποκλίνομαι γιατί ο βασιλιάς είναι μεταμφιεσμένος. Όπως μου είπε κάποτε η ίδια η Αικατερίνη της Αραγώνας, κανείς δεν πρέπει να καταλάβει ποιος κρύβεται πίσω από τη μεταμφίεση, γιατί του αρέσει να αποκαλύπτεται από μόνος του και να ακούει τους πάντες να αναφωνούν ότι δεν είχαν ιδέα ποιος ήταν ο όμορφος ξένος, να λένε πως τον θαύμασαν γι' αυτό που είναι, χωρίς να γνωρίζουν ότι επρόκειτο για τον υπέροχο νεαρό βασιλιά μας.
   Και καθώς δεν μπορώ να προειδοποιήσω τη λαίδη Άννα, η σκηνή εξελίσσεται τόσο δραματικά όσο και ο αιματηρός αγώνας στον περίβολο από κάτω. Η λαίδη Άννα σπρώχνει με τα χέρια της το χοντρό στέρνο του, ενώ το πρόσωπό της, που είναι κάποιες φορές τόσο ψυχρό και ανέκφραστο, φλογίζεται. Είναι σεμνή, μια αγνή κοπέλα που φρίττει που αυτός ο άντρας τόλμησε να έρθει και να την προσβάλει έτσι. Τρίβει το στόμα της με την ανάστροφη του χεριού της για να σβήσει τη γεύση των χειλιών του. Και τότε, σε μια φρικιαστική στιγμή, γυρίζει το κεφάλι της και φτύνει το σάλιο του από το στόμα της, λέγοντας κάτι στα γερμανικά που δεν χρειάζεται μετάφραση -προφανώς μια βρισιά ενάντια στον πληβείο που τόλμησε να την αγγίξει και να φυσήξει το βρομερό χνώτο του πάνω στο πρόσωπό της.
   Και ο σπουδαίος βασιλιάς περδικλώνεται και σχεδόν πέφτει κάτω όταν βρίσκεται αντιμέτωπος με την περιφρόνησή της. Καμία άλλη γυναίκα δεν τον έσπρωξε ποτέ μακριά της και ποτέ άλλοτε δεν είδε στο πρόσωπο μιας γυναίκας κάτι άλλο εκτός από πόθο και θαυμασμό. Έχει μείνει εμβρόντητος. Στο ξαναμμένο πρόσωπο και στο φλογερό, θιγμένο βλέμμα της διακρίνει για πρώτη φορά μια ειλικρινή άποψη για το πρόσωπό του και σε μια φριχτή, εκτυφλωτική έκλαμψη βλέπει τον εαυτό του όπως είναι πραγματικά: ένας γέρος που έχει χάσει προ πολλού τον ανθό της νιότης του, που δεν είναι πλέον όμορφος ούτε ποθητός, ένας άντρας τον οποίο μια νέα γυναίκα θα έσπρωχνε μακριά της γιατί δεν αντέχει τη βρόμα του, γιατί δεν αντέχει το άγγιγμά του.
   Τρεκλίζει σαν να δέχτηκε θανάσιμο πλήγμα στο πρόσωπο και στην καρδιά του. Δεν τον έχω ξαναδεί σε παρόμοια κατάσταση. Βλέπω σχεδόν τις σκέψεις που γυρίζουν πίσω από το αποσβολωμένο, πλαδαρό πρόσωπό του. Την ξαφνική επίγνωση ότι δεν είναι όμορφος, την επίγνωση ότι δεν είναι ποθητός, τη φριχτή επίγνωση ότι είναι γέρος και άρρωστος και ότι μια μέρα θα πεθάνει. Δεν είναι πλέον ο ομορφότερος πρίγκιπας του χριστιανικού κόσμου, αλλά ένας γέρος που νόμιζε ότι μπορούσε να φορέσει ένα μανδύα και μια κουκούλα για να έρθει να συναντήσει ένα εικοσιτετράχρονο κορίτσι και ότι αυτή θα θαύμαζε τον όμορφο ξένο και θα ερωτευόταν το βασιλιά.
   Έχει σοκαριστεί ως τα τρίσβαθα της ψυχής του και στέκεται σαν ανόητος, σαστισμένος σαν ξεμωραμένος παππούς. Η λαίδη Άννα είναι υπέροχη έτσι όπως στέκει στητή και οργισμένη, δυνατή και γεμάτη αξιοπρέπεια, και τον κατακεραυνώνει με ένα βλέμμα απαξίωσης, σαν να του λέει να εξαφανιστεί από την Αυλή της, ότι κανείς δεν θέλει να τον βλέπει εδώ. 'Άσε με", λέει με βαριά προφορά στα αγγλικά και του γυρίζει την πλάτη, σαν να ετοιμάζεται να τον σπρώξει και πάλι.
   Ύστερα κοιτάζει γύρω της ψάχνοντας έναν φρουρό να έρθει να συλλάβει τον παρείσακτο, αλλά τότε αντιλαμβάνεται για πρώτη φορά ότι κανείς δεν τρέχει να τη βοηθήσει, ότι όλοι στεκόμαστε τρομαγμένοι, ότι κανείς δεν ξέρει τι να πει ή τι να κάνει για να σώσει την κατάσταση: η λαίδη Άννα είναι εξαγριωμένη και ο βασιλιάς ταπεινωμένος στα ίδια του τα μάτια, όπως και στα μάτια όλων μας. Και έτσι ξαφνικά, αποκαλύπτεται με τρόπο επώδυνο και ασυγχώρητο όλη η αλήθεια για την ηλικία και την παρακμή του βασιλιά. Ο λόρδος του Σαουθάμπτον κάνει ένα βήμα μπροστά, αλλά δεν ξέρει τι να πει· η λαίδη Λάιλ με κοιτάζει και βλέπω το σοκ ζωγραφισμένο και στο δικό της πρόσωπο. Είναι τόσο αφόρητα αμήχανη η στιγμή, που κανείς μας -κανείς από όλους εμάς τους εξασκημένους κόλακες, αυλικούς και ψεύτες- δεν έχει λόγια. Ο κόσμος που χτίζαμε επί τριάντα χρόνια γύρω από τον πρίγκιπά μας, τον άχρονο, αιωνίως όμορφο και ακαταμάχητα ποθητό πρίγκιπά μας, γκρεμίζεται ξαφνικά γύρω μας, εξαιτίας μιας γυναίκας που δεν έχει το σεβασμό κανενός μας.
   Ο βασιλιάς κάνει μεταβολή χωρίς να πει λέξη και φεύγει σκουντουφλώντας καθώς το χωλό πόδι του λυγίζει από κάτω του. Και τότε, η Αικατερίνη Χάουαρντ, αυτό το πανέξυπνο κορίτσι, αφήνει ξέπνοη μια πνιχτή κραυγή απόλυτου θαυμασμού και του λέει: "Ω! Με συγχωρείτε κύριε! Είμαι καινούρια στην Αυλή, ξένη σαν εσάς. Μου επιτρέπετε να σας ρωτήσω -ποιος είστε; Πώς λέγεστε;"

   Η λαίδη Μπράουν διατάζει τις δεσποινίδες να πάνε στα κρεβάτια τους, σκληρίζοντας σαν στρατιώτης της φρουράς. Οι δεσποινίδες είναι όλες σε υπερδιέγερση, ιδιαίτερα η Αικατερίνη Χάουαρντ, που βρίσκεται στο επίκεντρο της προσοχής, μια πραγματική βασίλισσα της πρωτομαγιάς. Ο τρόπος που μίλησε στον βασιλιά, η κλεφτή ματιά που του έριξε κάτω από τις βλεφαρίδες της, πώς τον ικέτεψε, αυτόν τον όμορφο νιόφερτο ξένο, να ζητήσει τη λαίδη Άννα σε χορό, αντιγράφονται και αναπαριστώνται ξανά και ξανά, ώσπου τα κορίτσια ζαλίζονται από τα γέλια.
   Η λαίδη Μπράουν δε γελάει, το πρόσωπό της είναι ανταριασμένο και γι' αυτό στέλνω άρον άρον τα κορίτσια στα κρεβάτια τους και τους λέω ότι είναι όλες πολύ ανόητες και ότι καλά θα κάνουν να αντιγράφουν την κυρία τους, τη λαίδη Άννα, δείχνοντας την πρέπουσα αξιοπρέπεια, αντί να μιμούνται την ελευθεριάζουσα και θρασύτατη συμπεριφορά της Αικατερίνης Χάουαρντ. Πέφτουν στα κρεβάτια τους δύο δύο, σαν όμορφα αγγελούδια, ενώ εμείς σβήνουμε το κερί και τις αφήνουμε στα σκοτεινά, κλειδώνοντας την πόρτα τους. Δεν προλαβαίνουμε να γυρίσουμε την πλάτη και τις ακούμε να ψιθυρίζουν, αλλά δεν υπάρχει καμία δύναμη στον κόσμο που θα έκανε τα κορίτσια να συμπεριφερθούν καλά· οπότε δεν προσπαθούμε καν.
   "Είστε αναστατωμένη, λαίδη Μπράουν;" τη ρωτάω με ενδιαφέρον.
   Διστάζει, θέλει να εμπιστευτεί κάποιον και τυχαίνει να βρίσκομαι εδώ δίπλα της, ενώ είμαι γνωστή για την εχεμύθειά μου.
   "Είναι πολύ άσχημα τα πράγματα", λέει βαρύθυμα. "Ω, στο τέλος περάσαμε ευχάριστα με τους χορούς και τα τραγούδια και η λαίδη Άννα συνήλθε γρήγορα μόλις της εξηγήσατε την κατάσταση· αλλά τα πράγματα είναι πολύ, πολύ άσχημα".
   "Ο βασιλιάς;" λέω.
   Γνέφει και σφίγγει τα χείλη της, σαν να μη θέλει να μιλήσει άλλο.
   "Είμαι κουρασμένη", λέω. "Τι λέτε να πιούμε ένα ποτήρι ζεστή μπίρα και να πάμε στα κρεβάτια μας; Εδώ θα μείνει απόψε ο σερ Άντονυ;"
   "Δεν πρόκειται να έρθει σύντομα στο δωμάτιό μου", της ξεφεύγει. "Αμφιβάλλω αν θα κοιμηθούν καθόλου απόψε τα μέλη του στενού κύκλου του βασιλιά".
   "Ω;" λέω πηγαίνοντας προς την αίθουσα ακροάσεων. Οι άλλες κυρίες έχουν πάει για ύπνο και η φωτιά καίει χαμηλά, αλλά δίπλα στο τζάκι υπάρχει μια κανάτα μπίρα και μισή ντουζίνα κούπες. Γεμίζω δύο. "Προβλήματα;"
   Κάθεται στην καρέκλα της και γέρνει μπροστά για να μου ψιθυρίσει: "Ο σύζυγός μου λέει ότι ο βασιλιάς ορκίζεται πως δεν πρόκειται να την παντρευτεί".
   "Όχι!"
   "Και όμως. Και όμως. Το ορκίζεται. Λέει ότι του είναι αδύνατον να τη συμπαθήσει".
   Πίνει μια γενναία γουλιά μπίρα και με κοιτάζει πάνω από το χείλος της κούπας της.
   "Λαίδη Μπράουν, θα πρέπει να παρεξηγήσατε..."
   "Μου το είπε ο σύζυγός μου απόψε. Μόλις αποσυρθήκαμε, ο βασιλιάς τον έπιασε από το γιακά, από το λαιμό σχεδόν, και είπε ότι με το που είδε τη λαίδη Άννα, τον έπιασε απογοήτευση και ότι δεν διέκρινε πάνω της τίποτε από όσα του είχαν υποσχεθεί".
   "Είπε τέτοιο πράγμα;"
   "Αυτολεξεί".
   "Μα φαινόταν τόσο χαρούμενος την ώρα που φύγαμε".
   "Ήταν τόσο χαρούμενος όσο η Αικατερίνη Χάουαρντ ήταν ανίδεη για την πραγματική του ταυτότητα. Είναι τόσο ευτυχισμένος γαμπρός όσο αυτή είναι αθώα. Όλοι στην Αυλή είμαστε ηθοποιοί, αλλά ο βασιλιάς δεν πρόκειται να παίξει το ρόλο του χαρούμενου γαμπρού".
   "Μα πρέπει. Έχουν αρραβωνιαστεί,  το συμβόλαιο έχει υπογραφεί".
   "Δεν του άρεσε, λέει. Του είναι αδύνατον να τη συμπαθήσει, λέει, και κατηγορεί τους ανθρώπους που κανόνισαν το γάμο".
   Πρέπει να μεταφέρω το νέο στο δούκα, πρέπει να τον προειδοποιήσω πριν επιστρέψει ο βασιλιάς στο Λονδίνο.
   "Κατηγορεί τους ανθρώπους που κανόνισαν το γάμο;"
   "Και όσους την έφεραν εδώ. Είναι πυρ και μανία".
   "Θα κατηγορήσει τον Τόμας Κρόμγουελ", προβλέπω με σιγανή φωνή.
   "Πράγματι".
   "Και τι θα γίνει με τη λαίδη Άννα; Δεν είναι δυνατόν να την απορρίψει".
   "Κάτι συζητούν για ένα κώλυμα", λέει. "Αυτός είναι ο λόγος που ο σερ Άντονυ και οι άλλοι δεν πρόκειται να κοιμηθούν απόψε. Οι άρχοντες από την Κλεβ έπρεπε να έχουν φέρει μαζί τους το αντίγραφο ενός εγγράφου που λέει ότι είχε ακυρωθεί ένα παλαιότερο προσύμφωνο γάμου. Από τη στιγμή που δεν το έχουν, ίσως η άλλη πλευρά μπορέσει να υποστηρίξει ότι ο γάμος δεν μπορεί να γίνει, ότι δεν είναι έγκυρος".
   "'Οχι πάλι", αφήνω να μου ξεφύγει. "Όχι πάλι το ίδιο επιχείρημα  που χρησιμοποίησε κατά της βασίλισσας Αικατερίνης! Θα φανούμε σαν ηλίθιοι!"
   Η λαίδη Μπράουν γνέφει. "Ναι, το ίδιο. Αλλά θα είναι καλύτερο γι' αυτή αν διακηρυχθεί τώρα η ύπαρξη κωλύματος και σταλεί ασφαλής πίσω στην πατρίδα της, παρά αν μείνει εδώ και παντρευτεί έναν εχθρό. Ξέρετε πώς είναι ο βασιλιάς, δεν πρόκειται να της το συγχωρήσει ποτέ που έφτυσε το φιλί του".
   Δε λέω τίποτα. Όλες αυτές οι εικασίες είναι πολύ επικίνδυνες.
   "Ο αδελφός της πρέπει να είναι ανόητος", λέω. "Την έστειλε σε ένα τόσο μακρινό ταξίδι χωρίς να έχει διασφαλίσει την ασφάλειά της".
   "Δεν θα ήθελα να είμαι στη θέση της απόψε", λέει η λαίδη Μπράουν. "Ήξερα εξαρχής ότι δε θα άρεσε στον βασιλιά και το είπα μάλιστα στο σύζυγό μου. Αλλά αυτός επέμενε· η συμμαχία με την Κλεβ είναι κεφαλαιώδους σημασίας, μου είπε. Πρέπει να προστατευτούμε από τη Γαλλία και την Ισπανία, από τους παπιστές. Υπάρχουν παπιστές που θα προέλαυναν εναντίον μας από κάθε γωνιά της Ευρώπης, υπάρχουν παπιστές που θα δολοφονούσαν τον βασιλιά στο ίδιο του το κρεβάτι, εδώ στην Αγγλία. Πρέπει να ενισχύσουμε τους μεταρρυθμιστές. Ο αδελφός της ηγείται της προτεσταντικής συμμαχίας, από αυτούς εξαρτάται το μέλλον μας. Και του λέω: "Ναι, κύριέ μου, αλλά ο βασιλιάς δε θα τη συμπαθήσει. Θυμηθείτε τα λόγια μου: ποτέ δε θα τη συμπαθήσει". Και τότε μπαίνει μέσα ο βασιλιάς, αποφασισμένος να την κορτάρει, και αυτή τον σπρώχνει μακριά της σαν να ήταν κανένας μέθυσος έμπορος".
   "Δεν έδειχνε και πολύ αρχοντικός τη συγκεκριμένη στιγμή". Από τα χείλη μου δεν πρόκειται να βγει τίποτα περισσότερο πέρα από αυτή την επιφυλακτική κρίση.
   "Δεν ήταν στα καλύτερά του", λέει αυτή, εξίσου προσεκτικά. Ανάμεσά μας αιωρείται άρρητο το γεγονός ότι ο όμορφος πρίγκιπάς μας έχει καταντήσει ένας αποκρουστικός, άσχημος άντρας, ένας γέρος άσχημος άντρας· και για πρώτη φορά το είδαμε όλοι με τα μάτια μας.
   "Πρέπει να πάω για ύπνο", λέει αφήνοντας την κούπα της. Δεν μπορεί να υποφέρει τη σκέψη της παρακμής του λατρευτού μας πρίγκιπα.
   "Κι εγώ το ίδιο".
   Περιμένω μέχρι να πάει στο δωμάτιό της και να ακούσω την πόρτα να κλείνει και ύστερα πηγαίνω αθόρυβα στη μεγάλη σάλα, όπου μπεκροπίνει ένας ακόλουθος με λιβρέα στα χρώματα των Χάουαρντ. Αν και είναι προφανές ότι είναι σχεδόν αναίσθητος από το μεθύσι, του κάνω νόημα να έρθει και αυτός σηκώνεται αμέσως αθόρυβα και απομακρύνεται από τους άλλους.
   "Πήγαινε στον δούκα", του λέω σιγά στο αφτί. "Φύγε αμέσως και βρες τον πριν συναντήσει τον βασιλιά".
   Γνέφει, με καταλαβαίνει αμέσως. "Πες του μόνο αυτό: ότι ο βασιλιάς δε συμπαθεί τη λαίδη Άννα, ότι θα προσπαθήσει να κηρύξει το συμφωνητικό του γάμου άκυρο, ότι κατηγορεί όσους κανόνισαν το γάμο και ότι θα κατηγορήσει όποιον επιμείνει να πραγματοποιηθεί".
   Ο ακόλουθος γνέφει πάλι. Στύβω το μυαλό μου προσπαθώντας να σκεφτώ αν υπάρχει κάτι άλλο που πρέπει να προσθέσω.
   "Αυτά μόνο". Δε χρειάζεται να υπενθυμίσω σε έναν από τους πιο ικανούς και αδίστακτους ανθρώπους της Αγγλίας ότι ο αντίπαλός μας, ο Τόμας Κρόμγουελ, ήταν ο εμπνευστής και αρχιτέκτονας αυτής της ένωσης. Ότι μας παρουσιάζεται μια μοναδική ευκαιρία να ανατρέψουμε τον Κρόμγουελ, όπως ανατρέψαμε τον Γούλσυ πριν από αυτόν. Ότι αν ο Κρόμγουελ ανατραπεί, τότε ο βασιλιάς θα χρειαστεί έναν σύμβουλο, και ποιος θα ήταν καλύτερος γι' αυτή τη θέση από τον αρχιστράτηγό του, τον Νόρφολκ.
   "Φύγε αμέσως και βρες τον δούκα πριν συναντήσει τον βασιλιά", επαναλαμβάνω. "Ο κύριός μας δεν πρέπει να δει τον βασιλιά χωρίς να έχει ενημερωθεί πρώτα".
   Ο ακόλουθος υποκλίνεται και φεύγει αμέσως από το δωμάτιο χωρίς να αποχαιρετήσει τους συμπότες του. Από τον γοργό βηματισμό του είναι προφανές πως έχει ξεμεθύσει εντελώς.
   Πηγαίνω στο δωμάτιό μου. Απόψε μοιράζομαι το κρεβάτι μου με μία από τις άλλες κυρίες επί των τιμών, η οποία έχει ήδη αποκοιμηθεί με το μπράτσο της απλωμένο στη δική μου πλευρά του κρεβατιού. Το ανασηκώνω μαλακά και γλιστράω ανάμεσα στα ζεστά σεντόνια. Δεν κοιμάμαι αμέσως, παρά μένω ξαπλωμένη και ακούω την ανάσα της διπλανής μου. Σκέφτομαι την καημένη νεαρή λαίδη Άννα, την αθωότητα του προσώπου της και την ευθύτητα του βλέμματός της. Αναρωτιέμαι αν μπορεί να έχει δίκιο η λαίδη Μπράουν, αν η ζωή αυτής της νεαρής γυναίκας διατρέχει πράγματι κίνδυνο μόνο και μόνο επειδή ο βασιλιάς δεν τη θέλει για σύζυγο.
   Ασφαλώς όχι. Η λαίδη Μπράουν σίγουρα υπερβάλλει. Αυτή η νεαρή γυναίκα είναι κόρη ενός Γερμανού δούκα και έχει έναν ισχυρό αδελφό που θα την προστατεύσει. Ο βασιλιάς χρειάζεται αυτή τη συμμαχία. Αλλά τότε θυμάμαι ότι ο αδελφός της είναι ο άνθρωπος που την άφησε να έρθει στην Αγγλία χωρίς ένα έγγραφο που θα εξασφάλιζε την πραγματοποίηση του γάμου της και αναρωτιέμαι πώς μπόρεσε να φερθεί τόσο αστόχαστα και να τη στείλει σε ένα τόσο μακρινό ταξίδι, στο λάκκο με τα λιοντάρια, χωρίς έναν προστάτη.


Άννα, στο δρόμο για το Ντάρτφορντ
Πρωτοχρονιά 1540
   Τα πράγματα δε θα μπορούσαν να πάνε χειρότερα, νιώθω εντελώς ανόητη. Είμαι πολύ χαρούμενη που ταξιδεύω σήμερα και ας κάθομαι άβολα στο φορητό ανάκλιντρο που σκαμπανεβάζει συνεχώς· τουλάχιστον είμαι μόνη. Τουλάχιστον δεν είμαι υποχρεωμένη να βλέπω συμπονετικά πρόσωπα να κρυφογελάνε για την καταστροφική πρώτη μου συνάντηση με τον βασιλιά.
   Αλήθεια όμως, τι φταίω εγώ; Ο βασιλιάς έχει το πορτρέτο μου. Χρειάστηκε να αντέξω το ταπεινωτικό βλοσυρό βλέμμα του Χανς Χόλμπαϊν ώστε ο βασιλιάς να έχει το πορτρέτο μου για να το επεξεργαστεί, να το κριτικάρει και να το μελετήσει, οπότε έχει μια καλή ιδέα για το ποια είμαι. Όμως εγώ δεν έχω καμία εικόνα του, εκτός από αυτή που έχω πλάσει στο μυαλό μου, την εικόνα που έχουν όλοι στο μυαλό τους: ενός νεαρού πρίγκιπα που ανέβηκε στο θρόνο στα δεκαοκτώ του χρόνια, την εικόνα του ομορφότερου πρίγκιπα στον κόσμο. Ήξερα φυσικά ότι έχει πατήσει πλέον τα πενήντα. Ήξερα πολύ καλά ότι δεν παντρεύομαι ένα όμορφο αγόρι ούτε καν έναν όμορφο πρίγκιπα. Ήξερα ότι παντρεύομαι έναν μεσόκοπο, ίσως μάλιστα και ηλικιωμένο, βασιλιά. Όμως δεν ήξερα πώς ήταν εμφανισιακά. Δεν είχα κάποιο καινούριο πορτρέτο του να συμβουλευτώ. Και δεν περίμενα... αυτό που είδα.
   Όχι ότι είναι και τόσο άσχημος, ίσως. Διακρίνω πάνω του ίχνη της πρότερης λάμψης του. Έχει φαρδιούς ώμους, στοιχείο ομορφιάς για κάθε άνδρα οποιασδήποτε ηλικίας. Συνεχίζει να ιππεύει, απ' ό,τι μου λένε, συνεχίζει να κυνηγάει, εκτός κι αν τον ενοχλεί ένα τραύμα που έχει στο πόδι του, συνεχίζει να είναι δραστήριος. Διοικεί ο ίδιος τη χώρα, δεν έχει παραδώσει την εξουσία σε πιο ακμαίους συμβούλους και από ό,τι φαίνεται, διαθέτει πνευματική ενάργεια. Αλλά έχει μικρά, γουρουνίσια μάτια, μικρό, δύσοσμο στόμα και το πρόσωπό του είναι σαν τεράστιο φεγγάρι, πρησμένο από το λίπος. Τα δόντια του πρέπει να είναι πολύ σάπια, γιατί η ανάσα του μυρίζει απαίσια. Όταν με άρπαξε και με φίλησε, μου ήρθε μια απαίσια δυσοσμία. Όταν τον έσπρωξα μακριά μου, έκανε σαν κακομαθημένο παιδί, έτοιμο να κλάψει. Αλλά πρέπει να είμαι δίκαιη: εκείνη η στιγμή ήταν πολύ άσχημη και για τους δύο μας. Μπορώ να πω ότι την ώρα που τον έσπρωξα μακριά μου ούτε εγώ ήμουν στα καλύτερά μου.
   Μακάρι να μην είχα φτύσει όμως.
   Έγινε πολύ άσχημη αρχή. Μια άσχημη και αναξιοπρεπής αρχή. Δεν έπρεπε να με πλευρίσει ενώ ήμουν απροετοίμαστη, χωρίς καμία προειδοποίηση. Κατόπιν εορτής ήρθαν και μου είπαν ότι του αρέσει να μεταμφιέζεται και να μασκαρεύεται και να παριστάνει ότι είναι ένας συνηθισμένος άνθρωπος, ώστε να βλέπει τον κόσμο να ανακαλύπτει με ενθουσιασμό την πραγματική του ταυτότητα. Δεν μου το είπαν νωρίτερα όμως. Αντιθέτως, κάθε μέρα μου πιπιλούσαν το μυαλό με το πόσο επίσημη είναι η αγγλική Αυλή και με το πώς όλα πρέπει να γίνονται με συγκεκριμένο τρόπο· ότι πρέπει να σέβομαι την ιεραρχία, ότι δεν πρέπει ποτέ να κάνω το λάθος να καλέσω κοντά μου ένα κατώτερο μέλος της οικογένειας πριν από ένα ανώτερο μέλος, ότι αυτά τα πράγματα είναι για τους Άγγλους πιο σημαντικά και από την ίδια τους την ύπαρξη. Πριν φύγω από την Κλεβ, η μητέρα μου μού υπενθύμιζε καθημερινά ότι η βασίλισσα της Αγγλίας πρέπει να είναι υπεράνω κάθε μομφής, ότι πρέπει να συμπεριφέρεται με απόλυτη αξιοπρέπεια και ψυχρότητα, ότι δεν πρέπει να είναι ποτέ φιλική, δεν πρέπει να είναι ποτέ εύθυμη, δεν πρέπει να είναι ποτέ υπερβολικά ανοιχτή. Κάθε μέρα μου έλεγε ότι η ζωή μιας βασίλισσας της Αγγλίας εξαρτάται από την άμεμπτη υπόληψή της. Με απειλούσε ότι θα είχα τη μοίρα της Άννας Μπολέυν αν ήμουν χαλαρή και ζεστή και ερωτοτροπούσα όπως εκείνη.
   Από πού κι ως πού να φανταστώ λοιπόν ότι ένας χοντρός γερο-μεθύστακας θα έπεφτε πάνω μου και θα με φιλούσε; Από πού κι ως πού να φανταστώ ότι έπρεπε να αφήσω έναν άσχημο γέρο να με φιλήσει χωρίς να μου έχει συστηθεί πρώτα, χωρίς καμία προειδοποίηση;
   Παρ' όλα αυτά, μακάρι να μην είχα φτύσει την απαίσια γεύση του φιλιού του.
   Τέλος πάντων, ίσως να μην είναι τόσο άσχημα τα πράγματα. Σήμερα το πρωί μου έστειλε δώρο πολυτελείς γούνες από ζιμπελίνα, πανάκριβες και άριστης ποιότητας.
   Η μικρή Αικατερίνη Χάουαρντ, η οποία είναι τόσο αθώα που δεν αναγνώρισε τον βασιλιά αλλά τον πήρε για ξένο και τον χαιρέτησε ευγενικά, πήρε επίσης δώρο μια χρυσή καρφίτσα. Ο σερ Άντονυ Μπράουν έφερε τα δώρα σήμερα το πρωί, συνοδεύοντάς τα με έναν όμορφο λόγο, και μου είπε ότι ο βασιλιάς έφυγε νωρίτερα για να πάει να προετοιμάσει την επίσημη τελετή του γάμου μας, που θα τελεστεί στα ανάκτορα του Μπλάκχιθ, έξω από την πόλη του Λονδίνου. Οι κυρίες επί των τιμών λένε ότι δε θα υπάρξουν άλλες εκπλήξεις μέχρι τότε, οπότε δεν έχω τίποτα να φοβάμαι. Λένε ότι ο βασιλιάς λατρεύει το παιχνίδι των μεταμφιέσεων και ότι μόλις παντρευτούμε, θα πρέπει να είμαι προετοιμασμένη να τον βλέπω να έρχεται φορώντας ψεύτικο μούσι ή μεγάλο καπέλο και να με ζητάει σε χορό και ότι όλοι θα πρέπει να παριστάνουμε ότι δεν τον αναγνωρίζουμε. Χαμογελάω και λέω τι χαριτωμένο, αν και στην πραγματικότητα σκέφτομαι: τι αλλόκοτη συμπεριφορά, τι παιδιάστικα καμώματα, πόσο ματαιόδοξο και ανόητο εκ μέρους του να ελπίζει ότι ο κόσμος θα τον ερωτευτεί με την πρώτη ματιά έτσι και παρουσιαστεί μπροστά τους σαν κοινός θνητός, με την εμφάνιση που έχει τώρα. Ίσως όταν ήταν νέος και όμορφος, να μπορούσε να τριγυρίζει μεταμφιεσμένος και ο κόσμος να τον υποδεχόταν με ανοιχτές αγκάλες χάρη στην ομορφιά και τη γοητεία του· σίγουρα όμως, εδώ και πάρα πολλά χρόνια, ο κόσμος θα πρέπει να προσποιείται απλώς ότι τον θαυμάζει. Ωστόσο, δε λέω αυτά που σκέφτομαι. Καλύτερα να μην πω τίποτα, καθώς του χάλασα ήδη μια φορά το παιχνίδι.
   Το κορίτσι που έσωσε την κατάσταση χαιρετώντας τον τόσο ευγενικά, η μικρή Αικατερίνη Χάουαρντ, είναι μία από τις καινούριες δεσποινίδες επί των τιμών. Την καλώ να έρθει κοντά μου το πρωί, την ώρα που ετοιμαζόμαστε να αναχωρήσουμε και, επιστρατεύοντας τα καλύτερα αγγλικά μου, την ευχαριστώ για τη βοήθειά της.
   Το κορίτσι υποκλίνεται ανάλαφρα και μου απαντάει με μια σειρά από ακατανόητες αγγλικές λέξεις.
   "Λέει ότι είναι πολύ χαρούμενη που σας υπηρέτησε", μου λέει η διερμηνέας μου, η Λότε. "Καθώς και ότι είναι η πρώτη φορά που βρίσκεται στην Αυλή, οπότε ούτε αυτή αναγνώρισε τον βασιλιά".
   "Και τότε γιατί μίλησε σε έναν άγνωστο που ήρθε απρόσκλητος;" ρωτάω απορημένη. "Δεν θα έπρεπε να αγνοήσει έναν τόσο αγενή άνθρωπο που μπήκε με το έτσι θέλω στο δωμάτιο;"
   Η Λότε μεταφράζει τα λόγια μου και τότε βλέπω το κορίτσι να με κοιτάζει σαν να μας χωρίζουν πολύ περισσότερα πράγματα από τη γλώσσα, σαν να προερχόμαστε από διαφορετικούς κόσμους, σαν να κατέβηκα από τα χιόνια και πετάω με άσπρα φτερά.
   "Was;" ρωτάω στα γερμανικά. Ανοίγω τα χέρια μου και ανασηκώνω τα φρύδια μου. "Τι;"
   Το κορίτσι κάνει ένα βήμα μπροστά και αρχίζει να ψιθυρίζει στο αυτί της Λότε χωρίς να ξεκολλήσει τα μάτια της από το πρόσωπό μου. Είναι τόσο όμορφο πραγματάκι, σαν κουκλίτσα, και τόσο σοβαρό, που δεν μπορώ να συγκρατήσω το χαμόγελό μου.
   Η Λότε γυρίζει προς το μέρος μου και βλέπω ότι μετά βίας συγκρατεί τα γέλια της. "Λέει ότι φυσικά και ήξερε πως ήταν ο βασιλιάς. Ποιος άλλος θα κατάφερνε να περάσει από τους φρουρούς και να μπει στο δωμάτιο; Ποιος άλλος είναι τόσο ψηλός και χοντρός; Αλλά το παιχνίδι που παίζουν στην Αυλή είναι να παριστάνουν ότι δεν τον αναγνωρίζουν και να του απευθύνουν το λόγο απλώς επειδή είναι ένας πανέμορφος ξένος. Λέει ότι μπορεί να είναι μόλις δεκατεσσάρων χρόνων και χαζή, όπως λέει η γιαγιά της, αλλά ξέρει ήδη ότι όλοι οι άντρες στην Αγγλία επιζητούν τον θαυμασμό και ότι όσο γερνάνε, τόσο πιο ματαιόδοξοι γίνονται, καθώς και ότι ίδιοι πρέπει να είναι ασφαλώς και οι άντρες στην Κλεβ".
   Γελάω με τα λόγια της και με την αφέλειά μου. "Ναι", λέω. "Πες της ότι οι άντρες στην Κλεβ είναι όντως ίδιοι, αλλά ότι η συγκεκριμένη γυναίκα από την Κλεβ είναι προφανώς ανόητη και ότι μετά χαράς θα ακολουθήσω τις συμβουλές της στο μέλλον, και ας είναι μόλις δεκατεσσάρων χρόνων, άσχετα από το τι λέει η γιαγιά της".


Άννα, Μπλάκχιθ
3 Ιανουαρίου 1540
   Σήμερα είναι η πιο ευτυχισμένη μέρα της ζωής μου, επειδή σήμερα ερωτεύτηκα. Όχι όπως ερωτεύεται ένα ανόητο κοριτσόπουλο το αγόρι που της γυαλίζει στο μάτι ή που της λέει μια ανόητη ιστορία. Είμαι ερωτευμένη και ο έρωτας αυτός θα κρατήσει για πάντα. Σήμερα ερωτεύτηκα την Αγγλία και η επίγνωση αυτή κάνει τη συγκεκριμένη μέρα την πιο ευτυχισμένη της ζωής μου. Σήμερα συνειδητοποιώ ότι θα γίνω βασίλισσα αυτής της χώρας, αυτής της πλούσιας, όμορφης χώρας. Μέχρι σήμερα ταξίδευα στη χώρα σαν χαζή, με τα μάτια μου κλειστά -αν και, για να είμαι δίκαιη, κάποιες φορές ταξίδευα στα σκοτεινά και με αφάνταστα άσχημο καιρό. Σήμερα όμως έχει λαμπρή λιακάδα και ο ουρανός είναι απίστευτα γαλανός, σαν αβγά πάπιας, και η ατμόσφαιρα δροσερή και καθαρή, μεθυστική και κρύα σαν λευκό κρασί. Σήμερα νιώθω πραγματικά σαν γεράκι, όπως με φώναζε ο πατέρας μου, νιώθω σαν να πετάω στον καθαρό, παγωμένο ουρανό, αγναντεύοντας από ψηλά αυτή την πανέμορφη χώρα που θα γίνει δική μου. Ταξιδεύουμε από το Ντάρτφορντ στο Μπλάκχιθ, με την άσπρη πάχνη να λαμπυρίζει στο δρόμο μας. Όταν φτάνουμε στο πάρκο, μου παρουσιάζουν τις κυρίες της Αυλής μου. Είναι όλες ντυμένες όμορφα και ζεστά και με καλωσορίζουν φιλικά. Θα έχω συνολικά σχεδόν εβδομήντα κυρίες επί των τιμών -ανάμεσά τους τις ανιψιές και τις ξαδέλφες του βασιλιά- και όλες τους με καλωσορίζουν σαν καινούριες φίλες. Φοράω τα καλύτερα ρούχα μου που ξέρω ότι μου πάνε και σκέφτομαι ότι μέχρι και ο αδελφός μου θα ένιωθε περήφανος για μένα σήμερα.
   Έχουν κατασκευάσει μια πραγματική πολιτεία από χρυσές σκηνές, πάνω από τις οποίες ανεμίζουν ζωηρόχρωμα λάβαρα. Μας φυλάνε οι άντρες της φρουράς του ίδιου του βασιλιά, που είναι θρυλικοί σε ολόκληρη την Αγγλία για το παράστημα και την ομορφιά τους. Ενόσω περιμένουμε την άφιξη του βασιλιά, μπαίνουμε μέσα στις σκηνές και ζεσταινόμαστε στα μαγκάλια που καίνε τα πιο εκλεκτά κάρβουνα για χάρη μου, καθώς πρόκειται να γίνω μέλος της βασιλικής οικογένειας της Αγγλίας. Τα δάπεδα είναι στρωμένα με πολυτελή χαλιά και στους τοίχους των σκηνών κρέμονται ταπισερί και μεταξωτά υφάσματα για ζεστασιά. Κάποια στιγμή μου λένε ότι έφτασε η ώρα και όλοι χαμογελούν και κουβεντιάζουν και φαίνονται το ίδιο ενθουσιασμένοι με εμένα. Ανεβαίνω λοιπόν στο άλογό μου και πηγαίνω να τον συναντήσω γεμάτη ελπίδα. Ίσως σε αυτή την επίσημη συνάντηση να τον συμπαθήσω και αυτός να συμπαθήσει εμένα.
   Τα δέντρα είναι ψηλά και τα γυμνά μαύρα χειμωνιάτικα κλαδιά που απλώνονται στο φόντο του ουρανού φαντάζουν σαν σκούρες κλωστές σε γαλάζια ταπισερί. Το πάρκο εκτείνεται για χιλιόμετρα, καταπράσινο και παγωμένο, λαμπυρίζοντας από τον παγετό που λιώνει, ενώ ο ανοιχτοκίτρινος ήλιος φέγγει λαμπρός, σαν διάπυρη σφαίρα στον ουρανό. Όπου και να κοιτάξω, βλέπω πολύχρωμα σκοινιά πίσω από τα οποία στέκονται άνθρωποι από το Λονδίνο που χαμογελούν, με χαιρετούν και μου φωνάζουν ευχές, και για πρώτη φορά στη ζωή μου δεν είμαι η Άννα -η μεσαία κόρη του δουκάτου της Κλεβ, λιγότερο όμορφη από τη Σίβυλλα, λιγότερο χαριτωμένη από την Αμαλία- αλλά η Άννα σκέτο, η μία και μοναδική Άννα. Έχω κερδίσει μια θέση στην καρδιά τους. Αυτός ο παράξενος, πλούσιος, γοητευτικός, εκκεντρικός λαός με καλωσορίζει, σαν να επιζητούν μια καλή και τίμια βασίλισσα, και πιστεύουν - όπως το ξέρω κι εγώ- ότι μπορώ να γίνω αυτή η βασίλισσα.
   Ξέρω πολύ καλά ότι δεν είμαι Αγγλίδα, όπως η συγχωρεμένη βασίλισσα Τζέην -ο Θεός ας αναπαύσει την ψυχή της. Ωστόσο, έχοντας γνωρίσει την Αυλή και τις επιφανείς οικογένειες της Αγγλίας, σκέφτομαι ότι ίσως είναι καλύτερο που δεν είμαι Αγγλίδα. Μέχρι κι εγώ αντιλαμβάνομαι ότι η οικογένεια Σέυμουρ είναι πάρα πολύ ευνοημένη αυτή τη στιγμή και ότι θα μπορούσε κάλλιστα να αποκτήσει υπερβολική εξουσία. Οι Σέυμουρ, αυτή η όμορφη και ξιπασμένη οικογένεια, βρίσκονται παντού, τονίζοντας συνεχώς ότι το δικό τους παιδί είναι ο μονάκριβος γιος του βασιλιά και κληρονόμος του θρόνου. Αν ήμουν εγώ βασιλιάς κι αυτή ήταν η Αυλή μου, θα ήμουν πολύ επιφυλακτική με αυτή την οικογένεια. Αν τους επιτραπεί να καθοδηγούν το νεαρό πρίγκιπα και να τον χειραγωγούν εξαιτίας της συγγενείας τους με τη μητέρα του, τότε η πλάστιγγα της Αυλής θα γείρει υπέρ τους. Από ό,τι έχω καταλάβει, ο βασιλιάς δεν είναι προσεκτικός με τους ανθρώπους στους οποίους επιλέγει να δείξει εύνοια. Μπορεί να έχω τα μισά του χρόνια, αλλά ξέρω πολύ καλά ότι ο ηγεμόνας πρέπει να είναι μετριοπαθής όσον αφορά τους ανθρώπους στους οποίους παραχωρεί την εύνοιά του. Έχοντας ζήσει μια ζωή στη δυσμένεια του αγαπημένου γιου του δουκάτου της Κλεβ, ξέρω πόσο ολέθριο είναι όταν ένας ηγεμόνας άγεται και φέρεται από τις ιδιοτροπίες του· και αυτός ο βασιλιάς είναι ιδιότροπος. Ωστόσο, ίσως εγώ μπορέσω να φέρω ισορροπία στην Αυλή του, ίσως μπορέσω να γίνω για τον γιο του μια συνετή μητριά που θα καταφέρει να κρατήσει τους αυλοκόλακες σε ασφαλή απόσταση από το αγοράκι.
   Ξέρω ότι οι κόρες του έχουν αποξενωθεί από τον βασιλιά. Τα καημένα κορίτσια. Εύχομαι ολόψυχα να βοηθήσω τη μικρή Ελισάβετ που δε γνώρισε τη μητέρα της και που ζει στη σκιά της ατίμωσης. Ίσως μπορέσω να τη φέρω στην Αυλή, να την κρατήσω κοντά μου και να τη συμφιλιώσω με τον πατέρα της. Αλλά και η πριγκίπισσα Μαρία πρέπει να νιώθει μοναξιά χωρίς τη μητέρα της, γνωρίζοντας ότι δεν έχει την εύνοια του πατέρα της. Μπορώ να είμαι καλή μαζί της, μπορώ να τη βοηθήσω να ξεπεράσει το φόβο της για τον βασιλιά και να τη φέρω στην Αυλή σαν συγγενή μου. Δεν είναι ανάγκη να με βλέπει σαν «μητριά», αλλά ίσως σαν μια καλή αδελφή της. Για τα παιδιά του βασιλιά τουλάχιστον μπορώ να γίνω ισχυρή δύναμη καλού. Και αν μας δοθεί η ευλογία, αν μου δοθεί η ευλογία, και αποκτήσουμε μαζί ένα παιδί, θα δώσω στην Αγγλία έναν μικρό πρίγκιπα, έναν ευσεβή νέο που μπορεί να βοηθήσει να γεφυρωθούν οι διαφορές σε αυτή τη χώρα.
   Ένα μουρμουρητό ενθουσιασμού υψώνεται από το πλήθος και τα βλέμματα όλων στρέφονται μακριά μου και μετά καρφώνονται πάλι πάνω μου. Ο βασιλιάς έρχεται προς το μέρος μας και στη στιγμή εξανεμίζονται οι φόβοι μου γι' αυτόν. Σήμερα δεν παριστάνει τον κοινό θνητό, δεν κρύβει το μεγαλείο του κάτω από τη μεταμφίεση ενός χυδαίου, ανόητου γέρου. Σήμερα είναι ντυμένος σαν βασιλιάς και ιππεύει σαν βασιλιάς. Φοράει σακάκι κεντημένο με διαμάντια, διαμαντένιο κολάρο στους ώμους και βελούδινο καπέλο ραμμένο με μαργαριτάρια, ενώ δε θυμάμαι να έχω δει ομορφότερο άλογο από αυτό που ιππεύει. Είναι μεγαλοπρεπής και φαντάζει σαν θεός στη λαμπρή χειμωνιάτικη λιακάδα, έτσι όπως διασχίζει με το άλογό του το χώμα της πατρίδας του, βαρυφορτωμένος με πετράδια, περιτριγυρισμένος από τη βασιλική φρουρά, κάτω από τον ήχο των σαλπισμάτων. Χαμογελάει όταν έρχεται κοντά μου και χαιρετιόμαστε, με τον κόσμο να ζητωκραυγάζει όταν μας βλέπει μαζί.
   "Σας καλωσορίζω στην Αγγλία", λέει αργά ώστε να τον καταλάβω κι εγώ του απαντώ προσεκτικά στα αγγλικά: "Κύριε, χαίρομαι πολύ που βρίσκομαι εδώ και θα προσπαθήσω να είμαι καλή σύζυγος".
   Νομίζω ότι θα είμαι ευτυχισμένη, νομίζω ότι μπορώ να γίνω ευτυχισμένη. Εκείνο το πρώτο ντροπιαστικό λάθος μπορεί να ξεχαστεί, να το αφήσουμε πίσω μας. Θα μείνουμε παντρεμένοι για χρόνια και θα είμαστε ευτυχισμένοι μαζί για όλη μας τη ζωή. Σε δέκα χρόνια από τώρα, ποιος θα θυμάται κάτι τόσο ασήμαντο;
   Φτάνει το άρμα μου και διασχίζω το πάρκο για να φτάσω στο ανάκτορο του Γκρίνουιτς δίπλα στο ποτάμι. Οι λέμβοι που πλέουν στο νερό είναι στολισμένες με χρωματιστά λάβαρα που ανεμίζουν στον αέρα και οι πολίτες του Λονδίνου έχουν φορέσει τα καλά τους. Μουσικοί παίζουν ένα καινούριο τραγούδι που γράφτηκε για μένα με τίτλο «Ευτυχισμένη Άννα» και οι βάρκες κάνουν παρέλαση για να γιορτάσουν τον ερχομό μου. Όλοι χαμογελούν και με χαιρετούν· χαμογελάω κι εγώ με τη σειρά μου και χαιρετώ τα πλήθη.
   Η πομπή μας ανηφορίζει προς το Γκρίνουιτς και τότε συνειδητοποιώ πάλι τι χώρα είναι αυτή, αυτή η καινούρια πατρίδα μου. Γιατί το Γκρίνουιτς δεν είναι ένα κάστρο, οχυρωμένο για το φόβο κάποιου εχθρού, αλλά ένα παλάτι χτισμένο σε μια ειρηνική χώρα: ένα τεράστιο, πλούσιο, όμορφο ανάκτορο, ισάξιο των παλατιών της Γαλλίας. Βλέπει στο ποτάμι και είναι το ομορφότερο κτίσμα από πέτρα και πολύτιμο βενετσιάνικο γυαλί που έχουν δει ποτέ τα μάτια μου. Ο βασιλιάς, που βλέπει τον ενθουσιασμό στο πρόσωπό μου, φέρνει το άλογό του δίπλα στο άρμα μου και σκύβει για να μου πει ότι το παλάτι αυτό είναι ένα από τα πολλά που έχει, αλλά είναι το αγαπημένο του, και ότι με τον καιρό, καθώς θα ταξιδεύουμε σε ολόκληρη τη χώρα, θα δω και τα υπόλοιπα και ότι εύχεται να μείνω ευχαριστημένη από όλα. 
   Με οδηγούν στα διαμερίσματα της βασίλισσας για να ξεκουραστώ και για πρώτη φορά δε νιώθω την ανάγκη να κρυφτώ στα ιδιαίτερα δωμάτιά μου, παρά χαίρομαι που βρίσκομαι εδώ, με τις κυρίες επί των τιμών στο δωμάτιο μαζί μου, ενώ ακόμα περισσότερες περιμένουν στην αίθουσα ακροάσεων απέξω. Πηγαίνω στην προσωπική γκαρνταρόμπα και φοράω το φόρεμά μου από ταφτά, το οποίο στολίσαμε με τις ζιμπελίνες που μου έδωσε ο βασιλιάς ως πρωτοχρονιάτικο δώρο. Δεν έχω ξαναφορέσει πιο βαρύτιμο ρούχο. Οδηγώ τις κυρίες επί των τιμών στην αίθουσα του δείπνου, νιώθοντας ήδη σαν βασίλισσα. Στην είσοδο της μεγαλοπρεπούς τραπεζαρίας ο βασιλιάς με πιάνει από το χέρι και μετά περνάμε από όλα τα τραπέζια και όλοι υποκλίνονται κι εμείς χαμογελάμε και γνέφουμε, πιασμένοι χέρι χέρι, σαν πραγματικοί σύζυγοι.
   Αρχίζω να αναγνωρίζω πρόσωπα και να θυμάμαι ονόματα χωρίς βοήθεια, οπότε η Αυλή παύει να φαντάζει σαν ένα θολό, απρόσωπο τοπίο. Βλέπω τον λόρδο του Σαουθάμπτον, ο οποίος φαίνεται κουρασμένος και προβληματισμένος, πράγμα αναμενόμενο μετά τον κόπο που έκανε για να με φέρει εδώ. Το χαμόγελό του είναι σφιγμένο και ο χαιρετισμός του ασυνήθιστα ψυχρός. Αποφεύγει να κοιτάξει τον βασιλιά, θαρρείς και υπάρχει κάποιο πρόβλημα, και τότε θυμάμαι την απόφασή μου να είμαι μια δίκαιη βασίλισσα σε τούτη την Αυλή που κυβερνάται από το καπρίτσιο. Ίσως μάθω τι απασχολεί τον λόρδο του Σαουθάμπτον και ίσως μπορέσω να τον βοηθήσω.
   Ο κύριος σύμβουλος του βασιλιά, ο Τόμας Κρόμγουελ, υποκλίνεται μπροστά μου και στο πρόσωπό του αναγνωρίζω, από τις περιγραφές της μητέρας μου, τον άνθρωπο που επιζητούσε περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο τη συμμαχία μαζί μας και με τους προτεστάντες δούκες της Γερμανίας. Θα περίμενα να με χαιρετήσει πιο εγκάρδια, εφόσον ο γάμος μου αποτελεί το επιστέγασμα των προσπαθειών του, αλλά αυτός μένει σιωπηλός και αποτραβηγμένος, ενώ ο βασιλιάς τον προσπερνάει πετώντας του μόνο μια κοφτή κουβέντα.
   Ο αρχιεπίσκοπος Κράνμερ δειπνεί επίσης μαζί μας, ενώ αναγνωρίζω και τον λόρδο Λάιλ και τη σύζυγό του. Φαίνεται και αυτός κουρασμένος και επιφυλακτικός και τότε θυμάμαι τους φόβους που εξέφρασε στο Καλαί σχετικά με το διχασμό του βασιλείου. Του χαμογελάω εγκάρδια. Ξέρω ότι έχω πολλή δουλειά να κάνω σε αυτή τη χώρα. Αν μπορέσω να σώσω έστω και έναν αιρετικό από την πυρά, τότε θα έχω εκπληρώσει το σκοπό μου να γίνω καλή βασίλισσα, ενώ είμαι σίγουρη ότι μπορώ να χρησιμοποιήσω την επιρροή μου για να φέρω ειρήνη σε τούτη τη χώρα.
   Αρχίζω να νιώθω ότι έχω φίλους στην Αγγλία και, όταν ρίχνω μια ματιά στην άλλη άκρη της αίθουσας και βλέπω τις κυρίες επί των τιμών της Αυλής μου -τη Τζέην Μπολέυν, τη γλυκιά λαίδη Μπράουν, την ανιψιά του βασιλιά λαίδη Μάργκαρετ Ντάγκλας και τη μικρή Αικατερίνη Χάουαρντ ανάμεσά τους- αρχίζω να πιστεύω ότι αυτή η χώρα μπορεί να γίνει πράγματι η καινούρια μου πατρίδα και ότι ο βασιλιάς είναι πράγματι σύζυγός μου, ενώ οι φίλοι και τα παιδιά του θα είναι η οικογένειά μου. Ναι, θα είμαι ευτυχισμένη εδώ.


Τζέην Μπολέυν, ανάκτορα του Γκρίνουιτς
3 Ιανουαρίου 1540
   "Κύριέ μου", λέω και υποκλίνομαι βαθιά.
   Βρισκόμαστε στα διαμερίσματα των Χάουαρντ, στα ανάκτορα του Γκρίνουιτς, που αποτελούνται από μια σειρά όμορφων δωματίων που επικοινωνούν το ένα με το άλλο, και είναι σχεδόν το ίδιο ευρύχωρα και όμορφα με τα διαμερίσματα της βασίλισσας. Έμεινα μια φορά εδώ μαζί με τον Τζωρτζ, όταν ήμαστε νιόπαντροι, και θυμάμαι τη θέα στο ποτάμι και το φως της αυγής όταν ξυπνούσα, με την καρδιά μου γεμάτη έρωτα, και άκουγα τους κύκνους που περνούσαν από πάνω πετώντας προς το ποτάμι με τα τεράστια φτερά τους να τρίζουν.
   "Α, λαίδη Ρότσφορντ", λέει ο δούκας με το ρυτιδιασμένο πρόσωπό του χαμογελαστό. "Σας χρειάζομαι".
   Περιμένω.
   "Είστε φίλη με τη λαίδη Άννα; Τα πάτε καλά;"
   "Όσο είναι δυνατόν", λέω προσεκτικά. "Μιλάει ελάχιστα αγγλικά, αλλά καταβάλλω μεγάλες προσπάθειες να της μιλάω και νομίζω ότι με συμπαθεί".
   "Σας εμπιστεύεται;"
   "Νομίζω ότι προτιμάει να μιλάει με τους συμπατριώτες της. Ωστόσο, με ρωτάει πού και πού διάφορα πράγματα για την Αγγλία. Νομίζω ότι μου έχει εμπιστοσύνη".
   Στρέφεται στο παράθυρο, χτυπώντας τα κιτρινισμένα δόντια του με το νύχι του. Ρυτίδες σκέψης αυλακώνουν το ωχρό πρόσωπό του.
   "Προέκυψε μια δυσκολία", λέει αργά.
   Περιμένω.
   "Όπως ακούσατε, την έστειλαν εδώ χωρίς τα απαραίτητα έγγραφα", λέει. "Όταν ήταν μικρή, αρραβωνιάστηκε με τον Φραγκίσκο του Οίκου της Λωρραίνης και ο βασιλιάς θα πρέπει να βεβαιωθεί ότι αυτός ο αρραβώνας ακυρώθηκε προτού προχωρήσει στο γάμο".
   "Δεν είναι ελεύθερη να παντρευτεί;" ρωτάω έκπληκτη. "Μα τα συμβόλαια υπογράφηκαν και έκανε όλο αυτό το μακρύ ταξίδι για να έρθει εδώ, ο βασιλιάς την υποδέχτηκε σαν νύφη του και ο λαός του Λονδίνου την υποδέχτηκε σαν τη νέα βασίλισσά του".
   "Είναι μια πιθανότητα", λέει με ασάφεια.
   Δεν υπάρχει καμία τέτοια πιθανότητα, αλλά ποια είμαι εγώ που θα του φέρω αντίρρηση. "Και ποιος λέει ότι μπορεί να μην είναι ελεύθερη να παντρευτεί;"
   "Ο βασιλιάς φοβάται να συνεχίσει. Η συνείδησή του δεν είναι ήσυχη".
   Μένω σιωπηλή, ανήμπορη να βγάλω κάποιο νόημα από όλα αυτά. Μιλάμε για τον βασιλιά που παντρεύτηκε τη σύζυγο του αδελφού του και μετά την έδιωξε λέγοντας ότι ο ισόβιος γάμος τους ήταν άκυρος. Μιλάμε για τον βασιλιά που αποφάσισε να στείλει την Άννα Μπολέυν στη λαιμητόμο, ισχυριζόμενος ότι την απόφαση του την επέβαλε ο Θεός. Μιλάμε για έναν βασιλιά που προφανώς δεν θα δεχόταν ποτέ να μη γίνει ο γάμος του με μια γυναίκα επειδή ένας Γερμανός πρεσβευτής δεν είχε μαζί του το σωστό έγγραφο. Αλλά τότε θυμάμαι τη στιγμή που η λαίδη Άννα τον έσπρωξε μακριά της στο Ρότσεστερ και την έκφρασή του όταν τον πρόσβαλε.
   "Ώστε είναι αλήθεια λοιπόν. Δεν τη συμπαθεί. Δεν μπορεί να τη συγχωρήσει για τη συμπεριφορά της απέναντί του στο Ρότσεστερ. Θα βρει έναν τρόπο για να αποφύγει το γάμο. Θα χρησιμοποιήσει και πάλι το επιχείρημα της ύπαρξης προσυμφώνου". Το σκοτεινό βλέμμα του δούκα μαρτυράει ότι μάντεψα σωστά. Μου έρχεται να βάλω τα γέλια με τούτη την καινούρια δραματική ανατροπή στην κωμωδία της ζωής του βασιλιά Ερρίκου. "Δεν τη συμπαθεί και θα τη στείλει πίσω". 
   "Αν ομολογούσε η ίδια πως είχε συνάψει προσύμφωνο γάμου, θα μπορούσε να γυρίσει πίσω στην πατρίδα της με την τιμή της απρόσβλητη και ο βασιλιάς θα ήταν ελεύθερος", λέει σιγανά ο δούκας.
   "Μα τον συμπαθεί", λέω. "Ή, τέλος πάντων, τον συμπαθεί αρκετά. Και δεν μπορεί να γυρίσει στην Κλεβ. Καμία έξυπνη γυναίκα δε θα δεχόταν να γυρίσει πίσω. Γιατί να θελήσει να γυρίσει κάπου όπου θα τη θεωρήσουν αποτυχημένη, ενώ μπορεί να γίνει βασίλισσα της Αγγλίας; Δε θα το δεχόταν ποτέ. Ποιος θα θελήσει να την παντρευτεί αν την απορρίψει ο βασιλιάς; Ποιος θα μπορέσει να την παντρευτεί εφόσον ισχυριστεί ότι τη δεσμεύει προσύμφωνο γάμου; Η ζωή της θα τελειώσει εδώ".
   "Θα μπορούσε να απαλλαγεί από το προσύμφωνο", λέει ο δούκας.
   "Υπάρχει τέτοιο προσύμφωνο;"
   Ο δούκας ανασηκώνει τους ώμους του. "Είναι σχεδόν βέβαιο πως όχι".
   Το σκέφτομαι για μια στιγμή. "Άρα πώς θα μπορέσει να απαλλαγεί από κάτι που δεν υπάρχει;"
   Ο δούκας χαμογελάει. "Αυτό είναι πρόβλημα των Γερμανών. Αν αρνηθεί να συνεργαστεί, μπορεί πάντα να σταλεί πίσω παρά τη θέλησή της". 
   "Ούτε καν ο βασιλιάς δεν μπορεί να την αρπάξει και να την πετάξει έξω από το βασίλειο". 
   "Αν κάποιος την έπειθε να πει ότι υπήρχε προσύμφωνο". Η φωνή του ακούγεται σαν ψίθυρος από μετάξι. "Αν ακουγόταν από τα χείλη της ότι δεν είναι ελεύθερη να παντρευτεί..."
   Γνέφω. Αρχίζω να καταλαβαίνω τι χάρη θέλει να μου ζητήσει. 
   "Ο βασιλιάς θα ήταν εξαιρετικά ευγνώμων στον άνθρωπο που θα του έλεγε ότι είχε ακούσει μια τέτοια εξομολόγηση από τα χείλη της. Και η γυναίκα που θα κατάφερνε να αποσπάσει μια τέτοια ομολογία θα κέρδιζε την αμέριστη εύνοιά του. Όπως και τη δική μου".
   "Είμαι στις προσταγές σας", λέω θέλοντας να κερδίσω χρόνο για να σκεφτώ. "Παρ' όλα αυτά, δεν μπορώ να την κάνω να πει ψέματα. Αν ξέρει ότι είναι ελεύθερη να παντρευτεί, τότε θα πρέπει να είναι τρελή για να πει το αντίθετο. Ενώ αν ισχυριστώ ότι είπε το αντίθετο, αρκεί να το αρνηθεί και τότε θα είναι ο λόγος της ενάντια στο δικό μου και θα ξαναγυρίσουμε πάλι στο μηδέν". Σωπαίνω γιατί τότε μου περνάει μια τρομακτική σκέψη από το μυαλό. "Δεν τίθεται θέμα κάποιας κατηγορίας;"
   "Τι είδους κατηγορία;"
   "Για κάποιο έγκλημα;" λέω νευρικά.
   "Εννοείς να κατηγορηθεί για προδοσία;"
   Γνέφω. Αρνούμαι να ξεστομίσω τη λέξη. Μακάρι να μην την ξανάκουγα ποτέ. Με μεταφέρει στο πάρκο του Πύργου του Λονδίνου και στη λαιμητόμο που στήθηκε εκεί. Μου στέρησε τον έρωτα της ζωής μου. Έβαλε για πάντα τέλος στη ζωή που είχαμε.
   "Μα πώς μπορεί να θεωρηθεί προδοσία;" με ρωτάει, λες και δεν ζούμε σε έναν επικίνδυνο κόσμο, όπου τα πάντα μπορούν να θεωρηθούν προδοσία.
   "Ο νόμος έχει αλλάξει πάρα πολύ και το γεγονός ότι κάποιος είναι αθώος δε σημαίνει τίποτα πια".
   Κουνάει απότομα το κεφάλι. "Ούτως ή άλλως δεν υπάρχει περίπτωση να την κατηγορήσει. Αυτή τη στιγμή ο βασιλιάς της Γαλλίας φιλοξενεί τον αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας στο Παρίσι. Ίσως σχεδιάζουν κοινή επίθεση εναντίον μας αυτή τη στιγμή που μιλάμε. Δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα που ενδέχεται να διαταράξει τις σχέσεις μας με την Κλεβ. Πρέπει να διατηρήσουμε τη συμμαχία με τους προτεστάντες πρίγκιπες, αν δε θέλουμε να διακινδυνέψουμε να μείνουμε μόνοι απέναντι στην Ισπανία και τη Γαλλία, που έχουν ενωθεί εναντίον μας. Αν οι Άγγλοι παπιστές εξεγερθούν και πάλι, όπως έκαναν παλαιότερα, είμαστε καταδικασμένοι. Όχι, θα πρέπει να ομολογήσει από μόνη της ότι είναι αρραβωνιασμένη με κάποιον άλλο και να γυρίσει πίσω με τη θέλησή της ώστε να ξεφορτωθούμε το κορίτσι, αλλά να διαφυλάξουμε τη συμμαχία. Ή μπορεί κάποιος να την κάνει να ομολογήσει -και έτσι θα εξυπηρετούνταν οι σκοποί μας. Αν όμως επιμείνει ότι είναι ελεύθερη να παντρευτεί και αν επιμείνει να γίνει ο γάμος, τότε ο βασιλιάς θα αναγκαστεί να προχωρήσει. Δε γίνεται να προσβάλουμε τον αδελφό της".
   "Ανεξάρτητα από το τι θέλει ο βασιλιάς;"
   "Ακόμα και αν απεχθάνεται την ιδέα, ακόμα και αν απεχθάνεται τον άνθρωπο που την εμπνεύστηκε, ακόμα και αν απεχθάνεται την ίδια".
   Μένω σιωπηλή για λίγο. "Αν την παντρευτεί παρότι την απεχθάνεται, τότε θα βρει έναν τρόπο να απαλλαγεί από αυτή αργότερα", λέω φωναχτά τη σκέψη μου.
   Ο δούκας δε λέει τίποτα, μόνο χαμηλώνει τα βλέφαρα. "Ω, ποιος μπορεί να προβλέψει το μέλλον;"
   "Θα διατρέχει θανάσιμο κίνδυνο κάθε μέρα της ζωής της", προβλέπω. "Αν ο βασιλιάς θέλει να απαλλαγεί από αυτή, δε θα αργήσει να πιστέψει ότι είναι θέλημα Θεού να απαλλαγεί από αυτή".
   "Κάπως έτσι εκδηλώνεται γενικά το θέλημα του Θεού", λέει ο δούκας χαμογελώντας με πανουργία.
   "Τότε θα την κρίνει ένοχη για κάποιο έγκλημα", λέω. Αρνούμαι να πω τη λέξη προδοσία.
   "Αν νοιάζεσαι καθόλου γι' αυτή, θα την πείσεις να φύγει τώρα", λέει σιγανά ο δούκας.
   Γυρίζω με βήμα αργό στα διαμερίσματα της βασίλισσας. Δεν πρόκειται να δεχτεί τη δική μου συμβουλή έναντι των συμβουλών των πρεσβευτών της και δεν έχω το ελεύθερο να της πω τι πιστεύω πραγματικά. Αλλά αν ήμουν πραγματική φίλη της, θα έπρεπε να της πω ότι θα ήταν πολύ επικίνδυνο να παντρευτεί έναν άντρα σαν τον Ερρίκο, τη στιγμή που τη μισεί. Η μνησικακία του απέναντι στις γυναίκες που του εναντιώνονται είναι ολέθρια. Το έχω νιώσει στο πετσί μου.


Άννα, ανάκτορα του Γκρίνουιτς
3 Ιανουαρίου 1540
   Η Τζέην Μπολέυν, μία από τις κυρίες επί των τιμών μου, φαίνεται στενοχωρημένη. Της λέω να καθίσει δίπλα μου και τη ρωτάω στα αγγλικά αν είναι καλά.
    Κάνει νόημα στη διερμηνέα μου να έρθει να καθίσει μαζί μας και λέει ότι την απασχολεί ένα λεπτό ζήτημα.
   Σκέφτομαι ότι θα είναι κάτι σχετικό με την ιεραρχία που πρέπει να τηρηθεί στην τελετή του γάμου. Τους απασχολούν υπερβολικά αυτά τα θέματα εδώ: η σειρά των τελετών και τα κοσμήματα που επιτρέπεται να φορέσει ο καθένας. Γνέφω σαν να πρόκειται για σοβαρό ζήτημα και τη ρωτάω αν μπορώ να τη βοηθήσω.
   "Το αντίθετο· εγώ θέλω να βοηθήσω εσάς", λέει μιλώντας σιγά στη Λότε, η οποία μου μεταφράζει. Γνέφω. "Άκουσα ότι οι πρεσβευτές σας ξέχασαν να φέρουν το έγγραφο που σας αποδεσμεύει από έναν προηγούμενο αρραβώνα".
   "Τι;" αναφωνώ απότομα. Μαντεύει αμέσως τη σημασία της γερμανικής λέξης και γνέφει με πρόσωπο βλοσυρό όσο και το δικό μου.
   "Ώστε δε σας το είπαν;"
   Κουνάω το κεφάλι μου. "Τίποτα", λέω στα αγγλικά. "Δε λένε τίποτα".
   "Τότε χαίρομαι που σας μιλάω πρώτη εγώ πριν σας δώσουν λάθος συμβουλές", λέει βιαστικά. Περιμένω τη μετάφραση. Σκύβει μπροστά και μου πιάνει τα χέρια. Οι παλάμες της είναι ζεστές, το πρόσωπό της σοβαρό. "Οταν σας ρωτήσουν για τον προηγούμενο αρραβώνα σας, πρέπει να τους πείτε ότι ακυρώθηκε και ότι έχετε δει το σχετικό έγγραφο", λέει κοφτά. "Αν σας ρωτήσουν γιατί δεν το έστειλε ο αδελφός σας, μπορείτε να τους πείτε ότι δεν ξέρετε, ότι δεν είναι δική σας ευθύνη να φέρετε τα χαρτιά -που είναι η αλήθεια κιόλας".
   Έχω μείνει ξέπνοη· κάτι στον επιτακτικό τόνο της ξυπνάει μέσα μου τον φόβο. Δεν μπορώ να φανταστώ γιατί θα έκανε τέτοια απροσεξία ο αδελφός μου, αλλά τότε θυμάμαι πόσο πολύ με αντιπαθούσε πάντα. Πρόδωσε το ίδιο του το σχέδιο από καθαρή μνησικακία· την τελευταία στιγμή δεν μπόρεσε να με αφήσει να φύγω χωρίς προβλήματα.
   "Βλέπω ότι σας σόκαρα", λέει. "Αγαπητή μου λαίδη Άννα, θέλω να σας προειδοποιήσω: μην τους αφήσετε στιγμή να πιστέψουν ότι δεν υπάρχει τέτοιο έγγραφο, ότι μπορεί να ισχύει ακόμα ο προηγούμενος αρραβώνας σας. Πρέπει να πείτε ένα μεγάλο και πειστικό ψέμα. Πρέπει να τους πείτε ότι είδατε το έγγραφο και ότι ο προηγούμενος αρραβώνας σας ακυρώθηκε αδιαμφισβήτητα".
   "Μα έτσι είναι", λέω αργά και το επαναλαμβάνω στα αγγλικά ώστε να καταλάβει και αυτή. "Έχω δει το έγγραφο. Δεν είναι ψέμα. Είμαι ελεύθερη να παντρευτώ".
   "Είστε σίγουρη;" με ρωτάει με επιτακτικό ύφος. "Αυτά τα πράγματα μπορούν να γίνουν χωρίς να ενημερωθεί το ενδιαφερόμενο κορίτσι. Κανείς δε θα σας κατηγορούσε αν δεν ήσαστε απόλυτα σίγουρη. Μπορείτε να μου μιλήσετε. Μπορείτε να με εμπιστευτείτε. Πείτε μου την αλήθεια".
   "Ακυρώθηκε", επαναλαμβάνω. "Ξέρω ότι ακυρώθηκε. Ο αρραβώνας ήταν ιδέα του πατέρα μου, όχι του αδελφού μου. Όταν ο πατέρας μου αρρώστησε και πέθανε, ο αδελφός μου πήρε την εξουσία και τότε ο αρραβώνας ακυρώθηκε".
   "Και γιατί δεν έχετε το έγγραφο τότε;"
   "Ο αδελφός μου", αρχίζω να της εξηγώ. "Ο ανόητος αδελφός μου... Ο αδελφός μου δεν ενδιαφέρεται για το καλό μου", μεταφράζει βιαστικά η Λότε. "Και ο πατέρας μου πέθανε πολύ πρόσφατα και η μητέρα μου ήταν τόσο στενοχωρημένη, είχε πάρα πολλά να κάνει. Ο αδελφός μου φυλάει το έγγραφο στην αίθουσα με τα αρχεία μας, το έχω δει με τα μάτια μου· αλλά θα πρέπει να ξέχασε να το στείλει. Είχε να διευθετήσει πάρα πολλά πράγματα".
   "Αν έχετε την παραμικρή αμφιβολία, πρέπει να μου το πείτε", με προειδοποιεί. "Και θα σας συμβουλέψω για το τι πρέπει να κάνουμε. Καταλαβαίνετε από το γεγονός ότι ήρθα να σας ενημερώσω ότι σας είμαι απόλυτα αφοσιωμένη. Αλλά αν υπάρχει η παραμικρή πιθανότητα ο αδελφός σας να μην έχει το έγγραφο, πρέπει να μου το πείτε, λαίδη Άννα, για το δικό σας καλό, και μετά θα αποφασίσουμε μαζί τι πρέπει να κάνουμε".
   Κουνάω το κεφάλι μου. "Σας ευχαριστώ για το ενδιαφέρον σας για μένα, αλλά δεν είναι ανάγκη. Έχω δει το έγγραφο με τα μάτια μου, το ίδιο και οι πρεσβευτές μου", λέω. "Δεν υπάρχει κανένα κώλυμα, ξέρω ότι είμαι ελεύθερη να παντρευτώ τον βασιλιά".
   Η Τζέην Μπολέυν γνέφει, σαν να εξακολουθεί να περιμένει κάτι άλλο. "Χαίρομαι πολύ".
   "Και θέλω να παντρευτώ τον βασιλιά".
   "Αν επιθυμούσατε να αποφύγετε το γάμο, τώρα που είδατε τον βασιλιά, μπορείτε να το κάνετε", λέει με πολύ σιγανή φωνή. "Σας δίνεται η ευκαιρία να ξεφύγετε. Αν δε σας αρέσει, μπορείτε να επιστρέψετε σώα και ασφαλής στην πατρίδα σας, χωρίς να σας προσάψει κανείς τίποτα. Μπορώ να σας βοηθήσω. Μπορώ να τους πω ότι μου είπατε πως δεν είστε σίγουρη, ότι ίσως σας δεσμεύει ένα προσύμφωνο".
   Τραβάω τα χέρια μου από τα δικά της. "Δε θέλω να ξεφύγω", λέω. "Αυτός ο γάμος είναι μεγάλη τιμή για μένα και τη χώρα μου, όπως και μεγάλη μου χαρά".
   Η Τζέην Μπολέυν φαίνεται δύσπιστη.
   "Ειλικρινά", λέω. "Επιθυμώ να γίνω βασίλισσα της Αγγλίας, έχω αρχίσει να αγαπώ αυτή τη χώρα και θέλω να ζήσω εδώ".
   "Πραγματικά;"
   "Ναι, στο λόγο της τιμής μου". Διστάζω λίγο, αλλά μετά της αποκαλύπτω τον σημαντικότερο λόγο από όλους. "Δεν ήμουν πολύ ευτυχισμένη στην πατρίδα μου", εξομολογούμαι. "Δεν με εκτιμούσαν πολύ ούτε μου φέρονταν καλά. Εδώ μπορώ να γίνω κάποια, να κάνω καλό. Στην Κλεβ θα είμαι μόνο μια ανεπιθύμητη αδελφή".
   Γνέφει. Πολλές γυναίκες ξέρουν πώς είναι να νιώθεις ότι μπλέκεσαι στα πόδια των αντρών και των σπουδαίων υποθέσεών τους.
   "Θέλω να μου δοθεί μια ευκαιρία", λέω. "Θέλω να μου δοθεί η ευκαιρία να γίνω η γυναίκα που μπορώ να γίνω. Όχι υποχείριο του αδελφού μου, όχι κόρη της μητέρας μου. Θέλω να μείνω εδώ και να βρω τον προορισμό μου".
   Μένει σιωπηλή για λίγο· κι εγώ η ίδια ξαφνιάζομαι με τη θέρμη των συναισθημάτων μου. "Θέλω να γίνω μια ανεξάρτητη γυναίκα", λέω.
   "Μια βασίλισσα δεν είναι ελεύθερη", μου επισημαίνει.
   "Καλύτερα από το να είσαι η αντιπαθής αδελφή ενός δούκα".
   "Πολύ καλά", λέει σιγά.
   "Φαντάζομαι ότι ο βασιλιάς πρέπει να θύμωσε που οι πρεσβευτές ξέχασαν τα χαρτιά;" ρωτάω.
   "Σίγουρα ναι", λέει και τα μάτια της γλιστρούν στο πλάι. "Αλλά θα δώσουν το λόγο τους ότι είστε ελεύθερη να παντρευτείτε και σίγουρα όλα θα προχωρήσουν όπως πρέπει".
   "Υπάρχει περίπτωση να καθυστερήσει ο γάμος;" Με ξαφνιάζει η ένταση των συναισθημάτων μου. Έχω την αίσθηση ότι μπορώ να κάνω πολλά γι΄αυτή τη χώρα, ότι μπορώ να γίνω καλή βασίλισσα. Θέλω να ξεκινήσω αμέσως.
   "Όχι", λέει. "Οι πρεσβευτές και το συμβούλιο του βασιλιά θα λύσουν το θέμα. Είμαι σίγουρη".
   "Θέλει να με παντρευτεί;" λέω κομπιάζοντας.
   Η Τζέην Μπολέυν χαμογελάει και μου αγγίζει το χέρι. "Φυσικά. Πρόκειται απλώς για μια μικρή δυσκολία. Οι πρεσβευτές θα αναλάβουν να φέρουν το έγγραφο και ο γάμος θα γίνει. Αρκεί να είστε σίγουρη ότι το έγγραφο υπάρχει".
   "Υπάρχει", λέω, και αυτή είναι η αλήθεια. "Μπορώ να σας ορκιστώ".

Αικατερίνη Χάουαρντ, ανάκτορα του Γκρίνουιτς
6 Ιανουαρίου 1540
   Πρέπει να βοηθήσω τη βασίλισσα να ντυθεί για το γάμο της, άρα πρέπει να σηκωθώ τρομερά νωρίς για να τα ετοιμάσω όλα. Θα προτιμούσα να μην ξυπνούσα νωρίς, αλλά είναι ωραίο να σε ξεχωρίζουν από τα υπόλοιπα κορίτσια που κοιμούνται μέχρι αργά και τεμπελιάζουν τόσο πολύ. Είναι πραγματικά πολύ άσχημο να μένουν ξαπλωμένες στο κρεβάτι μέχρι τόσο αργά, όταν κάποιες από μας είμαστε στο πόδι και δουλεύουμε για τη λαίδη Άννα. Όλες εδώ, εκτός από μένα, είναι εντελώς τεμπέλες.
   Ετοιμάζω το φόρεμά της, ενώ η λαίδη Άννα πλένεται στην τουαλέτα. Η Κάθριν Κάρεϋ με βοηθάει να απλώσουμε τη φούστα και το μεσοφόρι πάνω στο κλειστό μπαούλο, ενώ η Μαίρη Νόρις πηγαίνει να φέρει τα κοσμήματά της. Η φούστα είναι τεράστια, σαν θεόχοντρη σβούρα. Θα πέθαινα αν έπρεπε να παντρευτώ φορώντας ένα τέτοιο φόρεμα· ακόμα και η ομορφότερη καλλονή του κόσμου θα έμοιαζε με όρθια πουτίγκα φορώντας το. Νομίζω ότι δεν αξίζει να είσαι βασίλισσα αν είσαι αναγκασμένη να κυκλοφορείς ντυμένη σαν αντίσκηνο. Το ύφασμα από χρυσό είναι εξαιρετικά φίνο και βαρυφορτωμένο με υπέροχα μαργαριτάρια, ενώ θα φορέσει και διάδημα. Η Μαίρη της το άφησε μπροστά στον καθρέφτη και αν ήμουν μόνη μου, θα το δοκίμαζα, αλλά παρότι είναι τόσο νωρίς, έχουμε ήδη μαζευτεί κάπου μισή ντουζίνα κοπέλες -καμαριέρες, καθώς και δεσποινίδες και κυρίες επί των τιμών- οπότε αρκούμαι να το γυαλίσω λιγάκι και ύστερα το αφήνω ήσυχο. Είναι πολύ καλοφτιαγμένο και το έφερε μαζί της από την Κλεβ, ενώ μου είπε ότι οι μυτερές λεπτομέρειες υποτίθεται ότι είναι δεντρολίβανο, το φυτό που φόρεσε η αδελφή της φρέσκο στα μαλλιά της στο δικό της γάμο. Λέω ότι μοιάζει με αγκάθινο στεφάνι και η γραμματέας της μου ρίχνει μια αυστηρή ματιά και δεν μεταφράζει το σχόλιό μου. Καλύτερα κιόλας.
   Θα αφήσει τα μαλλιά της λυτά και όταν βγαίνει από το μπάνιο, κάθεται μπροστά στον ασημένιο καθρέφτη της και η Κάθριν της τα βουρτσίζει με μακριές, απαλές κινήσεις, όπως βουρτσίζουν την ουρά του αλόγου. Τα μαλλιά της είναι ξανθά. Για να είμαι δίκαιη μαζί της, μοιάζουν με αναλυτό χρυσάφι και έτσι όπως είναι τυλιγμένη με μια πετσέτα, με το δέρμα της να ακτινοβολεί από το μπάνιο της, είναι όμορφη. Είναι κάπως χλωμή, αλλά χαμογελάει σε όλες μας και φαίνεται αρκετά καλοδιάθετη. Αν ήμουν εγώ στη θέση της, θα χόρευα από χαρά που θα γινόμουν βασίλισσα της Αγγλίας. Αλλά μάλλον δεν είναι από αυτές που τους αρέσει ο χορός.
   Η λαίδη Άννα φεύγει για το γάμο κι εμείς την ακολουθούμε μπαίνοντας σε αυστηρή σειρά προτεραιότητας, που σημαίνει ότι στέκομαι τόσο πίσω που είναι σαν να μην είμαι εκεί· κανείς δε θα με βλέπει, παρότι φοράω το καινούριο μου φόρεμα που είναι ραμμένο με ασημένια κλωστή -το πιο ακριβό πράγμα που είχα ποτέ μου. Είναι ανοιχτό γκριζογάλανο χρώμα και ταιριάζει με τα μάτια μου. Δεν έχω υπάρξει ομορφότερη· όμως δεν παντρεύομαι εγώ και έτσι κανείς δε μου δίνει σημασία.
   Θα τους παντρέψει ο αρχιεπίσκοπος Κράνμερ. Η αργόσυρτη φωνή του θυμίζει βόμβο γέρικης μέλισσας. Τους ρωτάει αν υπάρχει κάποιο κώλυμα για το γάμο και μετά απευθύνεται σε όλους μας, σε όλο το εκκλησίασμα, και όλοι μαζί απαντάμε πολύ ευδιάθετα "όχι". Σαν ανόητη αναρωτιέμαι τι θα συνέβαινε αν κάποιος έλεγε "Σταματήστε το γάμο, γιατί ο βασιλιάς είχε ήδη τρεις συζύγους και καμιά τους δεν πέθανε από φυσικά αίτια!", αλλά φυσικά κανείς δεν το κάνει.
   Αν είχε λίγο μυαλό η νύφη, θα έπρεπε να φοβάται. Δεν είναι και πολύ καθησυχαστικοί αυτοί οι αριθμοί. Ο βασιλιάς είναι ασφαλώς σπουδαίος άνθρωπος και η βούλησή του είναι θέλημα Θεού, αλλά είναι αλήθεια ότι είχε τρεις συζύγους και ότι όλες τους πέθαναν. Δεν είναι και η πιο ευχάριστη προοπτική για μια νέα νύφη, αν το καλοσκεφτείς. Ωστόσο, δε νομίζω ότι αυτή το σκέφτεται έτσι. Κανείς δεν το σκέφτεται έτσι, εκτός από μένα που είμαι ηλίθια.

Άννα, ανάκτορα του Γκρίνουιτς
6 Ιανουαρίου 1540
   Τα κατάφερα λοιπόν. Είμαι βασίλισσα της Αγγλίας. Είμαι παντρεμένη. Στη γαμήλια γιορτή κάθομαι στα δεξιά του βασιλιά συζύγου μου και χαμογελάω ώστε όλοι μέσα στην αίθουσα -οι κυρίες μου, οι άρχοντες στα τραπέζια, ο κοινός λαός στον εξώστη- να δουν ότι χαίρομαι που έγινα βασίλισσά τους και ότι θα είμαι καλή βασίλισσα και ευτυχισμένη σύζυγος.
    Ο αρχιεπίσκοπος Κράνμερ τελεί το μυστήριο σύμφωνα με το τελετουργικό της Αγίας Καθολικής Εκκλησίας της Αγγλίας, πράγμα που μου προξενεί μια μικρή αμηχανία. Αυτό δε φέρνει τη χώρα πιο κοντά στη μεταρρυθμισμένη θρησκεία, όπως υποσχέθηκα ότι θα έκανα στον αδελφό και στη μητέρα μου. Ο σύμβουλός μου κόμης Οβερστάιν στέκεται δίπλα μου και σε ένα διάλειμμα του δείπνου του λέω σιγά πως εύχομαι να μην απογοήτευσα αυτόν και τους άρχοντες της Κλεβ με την αποτυχία μου να οδηγήσω τον βασιλιά στη Μεταρρύθμιση.
   Μου απαντάει ότι ιδιωτικά θα είμαι ελεύθερη να ασκώ την πίστη μου όπως επιθυμώ, αλλά ο βασιλιάς δε θέλει να ασχοληθεί με θεολογικά ζητήματα τη μέρα του γάμου του. Λέει ότι ο βασιλιάς φαίνεται αποφασισμένος να διατηρήσει την εκκλησία που έφτιαξε ο ίδιος, η οποία είναι καθολική, αλλά αρνείται την πρωτοκαθεδρία του πάπα. Ο βασιλιάς κρατάει ίσες αποστάσεις από τους μεταρρυθμιστές και από τους φανατικούς παπιστές.
   "Οπωσδήποτε, όμως, θα μπορούσαμε να είχαμε βρει μια διατύπωση κατάλληλη και για τους δύο", σχολιάζω. "Ο αδελφός μου με παρότρυνε να υποστηρίξω τη Μεταρρύθμιση της Εκκλησίας στην Αγγλία".
   Ο κόμης κάνει μια γκριμάτσα. "Η Μεταρρύθμιση της Εκκλησίας δεν είναι όπως νομίζαμε", λέει και από τη σφιγμένη γραμμή των χειλιών του καταλαβαίνω ότι δε θέλει να πει περισσότερα. 
   "Οπωσδήποτε, πάντως, φαίνεται πως ήταν μια επικερδής διαδικασία", σχολιάζω διστακτικά, φέρνοντας στο μυαλό μου τα σπίτια όπου μείναμε στο δρόμο από το Ντηλ -πρώην μοναστήρια ή αβαεία- τους βοτανικούς κήπους που ξεριζώθηκαν για να φυτευτούν λουλούδια και τα αγροκτήματα που παλαιότερα έτρεφαν τους φτωχούς, αλλά τώρα μετατράπηκαν σε κυνηγετικά πάρκα.
   "Όσο ήμαστε στην Κλεβ, πιστεύαμε πως ήταν μια θεόπνευστη διαδικασία", λέει κοφτά. "Δεν είχαμε συνειδητοποιήσει ότι ήταν ποτισμένη με αίμα".
   "Δεν καταλαβαίνω με ποιον τρόπο το γκρέμισμα των ναών όπου προσεύχονταν οι απλοί άνθρωποι μπορεί να τους φέρει πιο κοντά στον Θεό", λέω. "Ούτε το όφελος στο να τους απαγορεύεις να ανάβουν κεριά στη μνήμη των αγαπημένων τους".
   "Έχει κοσμικό όφελος εκτός από πνευματικό", απαντάει. "Ο εκκλησιαστικός φόρος δεν καταργήθηκε, απλώς τον εισπράττει πλέον ο βασιλιάς. Παρ' όλα αυτά, δεν είναι δικό μας θέμα το πώς επιλέγει να προσεύχεται η Αγγλία".
   "Μα ο αδελφός μου..."
   "Ο αδελφός σας καλά θα έκανε να είχε φροντίσει να τακτοποιήσει τα αρχεία του", λέει εκνευρισμένος.
   "Τι;"
   "Έπρεπε να είχε στείλει το γράμμα που σας αποδέσμευε από την υπόσχεση να παντρευτείτε τον γιο του δούκα της Λωρραίνης".
   "Δεν είχε και τόση μεγάλη σημασία αυτό, έτσι δεν είναι;" ρωτάω. "Ο βασιλιάς δε μου είπε τίποτα για το θέμα αυτό".
   "Υποχρεωθήκαμε να ορκιστούμε ότι γνωρίζουμε την ύπαρξή του και στη συνέχεια υποχρεωθήκαμε να ορκιστούμε ότι θα σταλεί εντός τριών μηνών, και ύστερα υποχρεωθήκαμε να θέσουμε τους εαυτούς μας υπό ομηρία μέχρι τη στιγμή που θα φτάσει το γράμμα. Αν ο αδελφός σας δεν το βρει να το στείλει, ένας Θεός ξέρει τι θα μας συμβεί".
   Έχω μείνει άναυδη. "Πώς είναι δυνατόν να σας κρατήσουν ομήρους έναντι ενός εγγράφου από τα αρχεία του αδελφού μου; Πώς είναι δυνατόν να πιστεύουν ότι υπάρχει κώλυμα;"
   Κουνάει το κεφάλι του. "Ξέρουν πολύ καλά ότι είστε ελεύθερη να παντρευτείτε και ότι ο γάμος είναι έγκυρος. Αλλά για κάποιο λόγο που γνωρίζουν μόνο αυτοί επέλεξαν να θέσουν εν αμφιβόλλω τον όλο διακανονισμό· και το λάθος του αδελφού σας να μας αφήσει να έρθουμε εδώ χωρίς το συγκεκριμένο έγγραφο τους το επέτρεψε. Έτσι φτάσαμε σε αυτή την οικτρή θέση".
   Χαμηλώνω τα μάτια μου. Η αντιπάθεια του αδελφού μου απέναντί μου αντιβαίνει τα συμφέροντά του, αντιβαίνει τα συμφέροντα της χώρας του, ακόμα και τα συμφέροντα της θρησκείας του. Νιώθω το θυμό μου να φουντώνει στη σκέψη ότι θα έβαζε σε κίνδυνο το γάμο μου εξαιτίας του φθόνου και της μνησικακίας του. Είναι τόσο ανόητος, τόσο κακεντρεχής. "Είναι απρόσεχτος", είναι το μόνο που λέω· αλλά η φωνή μου τρέμει.
   "Ο συγκεκριμένος βασιλιάς δε συγχωρεί τις απροσεξίες", λέει προειδοποιητικά ο κόμης.
   Γνέφω έχοντας πλήρη συναίσθηση του σιωπηλού βασιλιά που κάθεται στα αριστερά μου. Δε μιλάει γερμανικά, αλλά δε θέλω να με κοιτάξει και να δει ότι είμαι κάτι άλλο εκτός από χαρούμενη.
   "Είμαι σίγουρη ότι θα είμαι πολύ ευτυχισμένη", λέω χαμογελαστή και ο κόμης υποκλίνεται και γυρίζει στη θέση του.

   Οι εορτασμοί τελειώνουν και ο αρχιεπίσκοπος σηκώνεται από τη θέση του στο τραπέζι. Οι σύμβουλοί μου με έχουν προετοιμάσει γι' αυτή τη στιγμή και όταν ο βασιλιάς σηκώνεται όρθιος, ξέρω ότι πρέπει να σηκωθώ κι εγώ. Ακολουθούμε τον λόρδο Κράνμερ στο δωμάτιο του βασιλιά και στεκόμαστε στο κατώφλι, ενώ ο αρχιεπίσκοπος κάνει το γύρο του δωματίου, κουνώντας το θυμιατήρι και ραντίζοντας το κρεβάτι με αγιασμό. Τι αλλόκοτες δεισιδαιμονίες είναι αυτές; Δεν ξέρω τι θα έλεγε η μητέρα μου, αλλά ξέρω ότι δε θα τις έβλεπε με καλό μάτι.
   Ύστερα ο αρχιεπίσκοπος κλείνει τα μάτια του και αρχίζει να προσεύχεται. Δίπλα μου, ο κόμης Οβερστάιν μου μεταφράζει ψιθυριστά: "Προσεύχεται να έχετε ήσυχο ύπνο, αδιατάρακτο από δαιμονικά όνειρα". Φροντίζω η έκφρασή μου να φανερώνει μόνο ενδιαφέρον και πίστη, αλλά η αλήθεια είναι ότι μετά βίας συγκρατώ τα γέλια μου. Αυτοί είναι οι άνθρωποι που έκλεισαν ναούς θέλοντας να απαγορεύσουν στον κόσμο να προσεύχεται για θαύματα και τώρα προσεύχονται για να μη δούμε όνειρα με δαίμονες; Τι παραλογισμός!
   "Προσεύχεται να μην πάσχετε από στειρότητα ούτε ο βασιλιάς από ανικανότητα, προσεύχεται οι δυνάμεις του Σατανά να μην πλήξουν τον ανδρισμό του βασιλιά ή τη θηλυκότητά σας".
   "Αμήν", λέω στο τέλος, λες και είναι δυνατόν να πιστεύει κανείς σε τέτοιες ανοησίες. Ύστερα στρέφομαι προς τις κυρίες επί των τιμών, οι οποίες με συνοδεύουν στο δωμάτιό μου, όπου θα φορέσω τη νυχτικιά μου.
   Όταν γυρίζω πίσω, ο βασιλιάς στέκεται δίπλα στο τεράστιο κρεβάτι μαζί με τους αυλικούς του, ενώ ο αρχιεπίσκοπος εξακολουθεί να προσεύχεται. Ο βασιλιάς έχει φορέσει τη νυχτικιά του και έχει ρίξει έναν πανέμορφο μανδύα με γούνινη φόδρα στους ώμους του. Έχει βγάλει το παντελόνι του και βλέπω τον επίδεσμο στο πόδι του, όπου έχει μια ανοιχτή πληγή. Ο επίδεσμος είναι ευτυχώς καθαρός, αλλά η κακοσμία της πληγής πλανιέται στο υπνοδωμάτιο και αναμειγνύεται με την αναγουλιαστική μυρωδιά του λιβανιού. Οι προσευχές θα πρέπει να συνεχίζονταν όση ώρα αλλάζαμε ρούχα. Σίγουρα είμαστε πλέον ασφαλείς από δαιμονικά όνειρα και κάθε ενδεχόμενο ανικανότητας. Οι κυρίες επί των τιμών έρχονται μπροστά και μου παίρνουν την κάπα από τους ώμους. Στέκομαι μπροστά σε ολόκληρη την Αυλή φορώντας μόνο τη νυχτικιά μου και νιώθω τόση ντροπή και αμηχανία, που σχεδόν εύχομαι να βρισκόμουν πίσω στην Κλεβ.
   Η λαίδη Ρότσφορντ σπεύδει να ανασηκώσει τα σκεπάσματα του κρεβατιού για να με προφυλάξει από τα αδιάκριτα βλέμματα. Γλιστράω ανάμεσά τους και ανακάθομαι με την πλάτη στηριγμένη στα μαξιλάρια. Από την άλλη πλευρά του κρεβατιού στέκεται ένας νεαρός, ο Τόμας Κουλπέπερ, ο οποίος γονατίζει μπροστά στον Ερρίκο ώστε να στηριχτεί πάνω του, ενώ ένας άλλος τον πιάνει από τον αγκώνα και τον σπρώχνει προς τα πάνω. Ο βασιλιάς Ερρίκος βογκάει σαν κουρασμένο άλογο καθώς σκαρφαλώνει στο κρεβάτι. Το στρώμα βουλιάζει κάτω από το τεράστιο βάρος του και αναπηδώ αδέξια προς το πλάι ενώ αναγκάζομαι να κρατηθώ από την άκρη για να μην κατρακυλήσω προς το μέρος του.
   Ο αρχιεπίσκοπος υψώνει τα χέρια πάνω από το κεφάλι του για μια τελευταία ευλογία κι εγώ καρφώνω τα μάτια μου ευθεία μπροστά. Βλέπω το λαμπερό πρόσωπο της Αικατερίνης Χάουαρντ που έχει τα χέρια πλεγμένα μπροστά στα χείλη της, σαν να προσεύχεται ευλαβικά, αν και είναι προφανές ότι προσπαθεί να πνίξει το γέλιο της. Προσποιούμαι ότι δεν τη βλέπω, από φόβο ότι θα με κάνει να βάλω τα γέλια και, όταν ο αρχιεπίσκοπος ολοκληρώνει τις προσευχές του, λέω: "Αμήν".
   Δόξα τω Θεώ, όλοι φεύγουν μετά από αυτό. Κανείς δεν είπε ότι πρέπει να παρακολουθήσουν την ολοκλήρωση του γάμου, αλλά ξέρω ότι θα πρέπει να δουν τα σεντόνια το πρωί για να βεβαιωθούν ότι ο γάμος ολοκληρώθηκε. Αυτό επιβάλλει το τυπικό των βασιλικών γάμων, όπως και το γεγονός ότι παντρεύτηκα έναν άντρα που θα μπορούσε να είναι πατέρας μου, τον οποίο δε γνωρίζω σχεδόν καθόλου.


Τζέην Μπολέυν, ανάκτορα του Γκρίνουιτς
6 Ιανουαρίου 1540
   Φεύγω από τους τελευταίους κλείνοντας αθόρυβα την πόρτα σε έναν ακόμα γάμο του βασιλιά, στην εξέλιξη του οποίου από το ξεκίνημα μέχρι το νυφικό κρεβάτι ήμουν μάρτυρας. Κάποιοι βέβαια, όπως εκείνη η νεαρή ανόητη Αικατερίνη Χάουαρντ, πιστεύουν ότι εδώ τελειώνει η ιστορία, ότι αυτό είναι το επιστέγασμα των πάντων. Εγώ ξέρω καλύτερα. Από αυτό το σημείο ξεκινάει η ιστορία μιας βασίλισσας.
    Πριν από αυτή τη νύχτα υπάρχουν συμβόλαια και υποσχέσεις, μερικές φορές ελπίδες και όνειρα· σπανίως υπάρχει έρωτας. Μετά από αυτή τη νύχτα υπάρχει η πραγματικότητα δύο ανθρώπων που προσπαθούν να ζήσουν τη ζωή τους μαζί. Για ορισμένους είναι μια ατελέσφορη διαπραγμάτευση· ο θείος μου παντρεύτηκε μια γυναίκα την οποία δε μπορεί να ανεχτεί και πλέον ζουν χώρια. Ο Χένρυ Πέρσυ παντρεύτηκε μια πλούσια κληρονόμο, αλλά δεν μπόρεσε να ξεπεράσει ποτέ τον έρωτά του για την Άννα Μπολέυν. Ο Τόμας Ουάιατ μισεί μετά βδελυγμίας τη γυναίκα του, καθώς ερωτεύτηκε την Άννα όταν ήταν κοριτσάκι και δεν την ξέχασε ποτέ. Όσο για το σύζυγό μου... αλλά δε θέλω να σκεφτώ το σύζυγό μου τώρα. Μου αρκεί να θυμάμαι ότι τον αγαπούσα, ότι θα πέθαινα από την αγάπη μου γι' αυτόν -ανεξάρτητα από τα συναισθήματα που έτρεφε αυτός απέναντί μου όταν πέσαμε για πρώτη φορά στο συζυγικό μας κρεβάτι. Ανεξάρτητα από το ποια είχε στο μυαλό του όταν έκανε την ερωτική πράξη μαζί μου. Ο Θεός ας τον συγχωρέσει που με έσφιγγε στην αγκαλιά του ενώ σκεφτόταν εκείνη. Ο Θεός ας με συγχωρέσει που το ήξερα και το άφησα να με στοιχειώσει. Και τελικά, ο Θεός ας με συγχωρέσει που άφησα το μυαλό και την καρδιά μου να διαστραφούν τόσο πολύ, που στο τέλος μου άρεσε να πλαγιάζω μαζί του και να τον σκέφτομαι με μια άλλη γυναίκα -η ζήλια και η λαγνεία με έριξαν τόσο χαμηλά, που αντλούσα ηδονή, διεστραμμένη και αμαρτωλή ηδονή, όταν ένιωθα το χάδι του πάνω μου και τον σκεφτόμουν να αγγίζει εκείνη.
   Δεν αρκούν τέσσερα γυμνά πόδια σε ένα κρεβάτι και η ολοκλήρωση της πράξης. Η βασίλισσα θα πρέπει να μάθει να τον υπακούει. Όχι μόνο στα σημαντικά ζητήματα -άλλωστε, κάθε γυναίκα μπορεί να μάθει να παίζει λίγο θέατρο- αλλά στους χιλιάδες μικρούς συμβιβασμούς που υποχρεούται να κάνει καθημερινά μια σύζυγος: στις χιλιάδες καθημερινές περιστάσεις που θα πρέπει να σφίγγει τα χείλη και να σκύβει το κεφάλι και να μη του φέρνει αντιρρήσεις ούτε δημοσίως ούτε και κατ' ιδίαν ούτε καν στα πιο απομακρυσμένα μύχια του μυαλού της. Αν ο σύζυγός σου είναι βασιλιάς, τότε είναι ακόμα πιο σημαντικό αυτό. Αν, πάλι, ο σύζυγός σου είναι ο βασιλιάς Ερρίκος, τότε είναι θέμα ζωής ή θανάτου.
   Όλοι προσπαθούν να ξεχάσουν ότι ο Ερρίκος είναι αμείλικτος. Ο ίδιος ο Ερρίκος προσπαθεί να μας κάνει να το ξεχάσουμε. Όταν φέρεται γοητευτικά ή το βάζει σκοπό να είναι ευχάριστος, ξεχνάμε ότι έχουμε απέναντί μας μια άγρια αρκούδα. Δεν πρόκειται για έναν άνθρωπο με εξημερωμένα πάθη. Δεν πρόκειται για έναν άνθρωπο που φέρεται διαρκώς γλυκά. Δεν πρόκειται για έναν άνθρωπο που μπορεί να διαχειριστεί τα συναισθήματά του ή που κρατάει σταθερή στάση από τη μια μέρα στην άλλη. Τον έχω δει να αγαπάει τρεις γυναίκες με τυφλό πάθος. Τον έχω δει να δίνει όρκους αιώνιας και ακλόνητης πίστης στην καθεμιά τους. Τον έχω δει να αγωνίζεται στις κονταρομαχίες κάτω από το μότο «Σερ Πιστή Καρδιά». Και τον έχω δει να στέλνει δύο από τις συζύγους του στο θάνατο και να πληροφορείται με παροιμιώδη ψυχραιμία το θάνατο της τρίτης.
   Αυτό το κορίτσι καλά θα κάνει να τον ικανοποιήσει απόψε και καλά θα κάνει να τον υπακούει από αύριο, επίσης, καλά θα κάνει να του χαρίσει έναν γιο πριν βγει ο χρόνος, ειδάλλως δεν της δίνω πολλές πιθανότητες για αίσιο τέλος.


Gregory Philippa, H Aυλή των Ψιθύρων, (μετφ. Βούλα Αυγουστίνου), Εκδ. Διόπτρα, Αθήνα 2018

Υποσημειώσεις:
(1) Η αγγλική ιδιωματική έκφραση «below the salt» αναφέρεται στη σπουδαιότηταπου είχε το αλάτι στην αγγλική κοινωνία κατά το Μεσαίωνα· λόγω της σπανιότητάς του, το αλάτι τοποθετούνταν στο κέντρο του τραπεζιού, όπου κάθονταν οι σπουδαίοι ευγενείς, μακριά από τους υποδεέστερους ευγενείς και τους λαϊκούς. (Σ.τ.Μ.)
(2) Δημοφιλές αιματηρό άθλημα της εποχής στην Αγγλία. Οι διοργανωτές έδεναν έναν ταύρο από πάσσαλο και μετά εξαπέλυαν σκυλιά που προσπαθούσαν να τον ακινητοποιήσουν. (Σ.τ.Μ.)

Δεν υπάρχουν σχόλια: